Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Ανδρέα Κωνσταντάτου
Η αδιατάρακτη, όπως φαίνεται μετά την ψήφιση του προϋπολογισμού, πορεία της ΝΔ, οφείλεται και στην ανυπαρξία αντιπολίτευσης από τις έντονα διαταραγμένες σχέσεις των πρώην “συντρόφων” του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς. Ο αλληλοσπαραγμός για το ποιος θα πάρει το μεγαλύτερο κομμάτι από τη φτωχή πίτα που άφησε πίσω του ο Αλέξης Τσίπρας, θα ενταθεί όσο πλησιάζει το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ τον προσεχή Φεβρουάριο και βεβαίως οι ευρωεκλογές.
Η προσπάθεια και των δύο να κερδίσουν πόντους, στη συζήτηση του προϋπολογισμού, απέτυχε. Κανένα από τα δυο μερίδια του παλιού κόμματος, δεν προσέφερε κάτι το καινούργιο, εκτός της ψήφισης των αμυντικών δαπανών από τον ΣΥΡΙΖΑ. Απλά επανέφεραν τα ίδια επιχειρήματα κατά του κ. Μητσοτάκη και της κυβερνητικής πολιτικής του, που τους οδήγησαν στην κατάρρευση, πριν από έξι μήνες.
Ο πρωθυπουργός χωρίς αντίπαλο, βαδίζει με κατεύθυνση και προς την κεντροαριστερά με τη νομιμοποίηση μεταναστών, και προς τα δεξιά του με τα μη κρατικά Πανεπιστήμια, παρακολουθώντας από μακριά τον αλληλοσπαραγμό των πρώην “συντρόφων “ του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ατύχημα για το πολιτικό σύστημα και την κοινωνία είναι πως στα κεντροαριστερά του Μητσοτάκη, υπάρχουν πέντε κόμματα χωρίς ουσιαστικό πολιτικό στόχο, χωρίς πυξίδα αδυνατώντας να συνεισφέρουν σε μια εποικοδομητική αντιπολίτευση.
Το ΠΑΣΟΚ, η Πλεύση Ελευθερίας και η Νέα Αριστερά και βεβαίως το ΚΚΕ, περιμένουν απλά να πάρουν ψήφους, από τον αργό θάνατο του ΣΥΡΙΖΑ.
Θα αντέξει ο Κασσελάκης;
Είναι έτσι, όμως, τα πράγματα;
Ο κ. Κασσελάκης σ’ αυτόν τον “εμφύλιο”, παρά την πολιτική ανωριμότητα του, διαθέτει δύο βασικά πλεονεκτήματα.
Το όνομα ΣΥΡΙΖΑ στην μαρκίζα του κόμματος και τον σιωπηλό Αλέξη Τσίπρα, που δεν θα εγκαταλείψει το κόμμα που ανέβασε στην εξουσία. Άλλωστε, έχει δείξει την ενόχλησή του προς τους διασπαστές βουλευτές -τους οποίους ανέδειξε σε θέσεις ευθύνης στην κυβέρνησή του-, που εγκατέλειψαν το κόμμα του, απλά γιατί ηττήθηκαν.
Οι δημοσκοπήσεις δίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ ένα ποσοστό κοντά στο 13% και την τρίτη θέση, πίσω από το ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν είναι καθόλου ευνοϊκές για την εικόνα του προέδρου του, του οποίου η αποδοχή από την κοινωνία πνέει τα λοίσθια .
Μόνο το 7,8% θα ψήφιζε τον Κασσελάκη για πρωθυπουργό, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της Opinion Poll, τη στιγμή που το κόμμα του καταγράφει ποσοστό 13,4 %, δηλαδή τον θέλουν οι μισοί.
Οι παλιοί του “σύντροφοι” βρίσκονται καθηλωμένοι στο 2,6% με την ελπίδα πως μπορεί να αυξήσουν τη δύναμή τους, όσο ο Κασσελάκης αδυνατεί να δώσει νέα πνοή στον ΣΥΡΙΖΑ. Αναθάρρησαν μάλιστα καθώς στη δημοσκόπηση της Opinion Poll καταγράφεται ένα ποσοστό 24,7%, που δηλώνει ότι “σίγουρα” ή “πολύ πιθανά” θα ψηφίσει Νέα Αριστερά.
Αν, ένα μέρος αυτών των πολιτών, κινηθεί τελικά προς τη Νέα Αριστερά, θα προσέλθει είτε από τους παροπλισμένους αριστερούς, είτε από τους ενεργούς και μη ικανοποιημένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ.
Γι’ αυτούς τους λόγους ο κ. Κασσελλάκης εμφανίζεται αγχωμένος. Κινείται χωρίς σχεδιασμό, άλλοτε προς τα δεξιά, άλλοτε προς τα αριστερά, στην Αθήνα και την περιφέρεια, παραμερίζοντας τον κομματικό μηχανισμό, τον οποίο χρειάζεται εν όψει του Συνεδρίου.
Οι “αδιαμεσολάβητες” πρωτοβουλίες του, δείχνουν περισσότερο αγωνία για την προσωπική προβολή του εν όψει του Συνεδρίου, αλλά και των ευρωεκλογών.
Η προσπάθειά του να “παίξει” με το πρόσωπό του, ως Κασσελάκης και όχι ως ΣΥΡΙΖΑ για να πείσει τον απλό κόσμο, ότι θα είναι η φωνή του προκειμένου “να νοικοκυρευτεί αυτή η χώρα”, μοιάζει με την τακτική της Εβίτα Περόν, όταν έλεγε στους πολίτες της Αργεντινής που την λάτρευαν “Η φωνή μου θα είναι πάντα η δική σας φωνή”. Πρόκειται για ενδείξεις ενός λαϊκισμού που νομίζαμε πως είχε ηττηθεί;
Συνέδριο ναι, αλλά πώς;
Όμως, ο χρόνος του κ. Κασσελάκη περνά γρήγορα και ο ίδιος αδυνατεί να προσδώσει με τις κινήσεις του, νέο πολιτικό περιεχόμενο για να αφυπνίσει τους ψηφοφόρους.
Ψήφισε τις αμυντικές δαπάνες, κάτι που δεν έκανε ποτέ ο κ. Τσίπρας και η κίνησή του αυτή θα έπρεπε να αποτελεί αποδοκιμασία της προηγούμενης ηγεσίας, αλλά δεν τόλμησε να το πάει μέχρι εκεί. Έχοντας ανάγκη το όνομα του Αλέξη Τσίπρα και τον τίτλο στη μαρκίζα, ξέρει μέχρι πού να τραβήξει το σχοινί. Αλλά, αυτό του στερεί τη δυνατότητα να το σπάσει. Αλλά για να το σπάσει ψηφίστηκε στις εσωκομματικές εκλογές, για να αλλάξει το κόμμα. Ίσως γι’ αυτό οι μισοί ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ δεν τον θέλουν για πρωθυπουργό.
Και είναι λογικό να μην τον εμπιστεύονται, αφού δεν γνωρίζουν το πολιτικό του αφήγημα.
Τι θέλει να κάνει, πού θέλει να οδηγήσει τη χώρα και την κοινωνία και με ποιους;
Ποια είναι η πολιτική του για τις επενδύσεις, για την ανάπτυξη, την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Παιδεία, την Υγεία και την ασφάλεια των πολιτών; Δεν γνωρίζουν τίποτα και εν τέλει φαίνεται πως δεν γνωρίζουν καλά-καλά ούτε τον ίδιο.
Το Συνέδριο μπορεί να δώσει απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα και να δημιουργήσει μια δυναμική επανάκαμψης, αν οι προτάσεις ακουμπήσουν στις ανάγκες της κοινωνίας. Αλλά, παρά την αναγκαιότητά του και παρά τις κακές δημοσκοπήσεις, κανείς δεν φαίνεται να τρέχει το Συνέδριο. Ο χρόνος λιγοστεύει για μια ουσιαστική προσυνεδριακή διαδικασία, με συζητήσεις και ζυμώσεις, με προτάσεις και επεξεργασμένες προγραμματικές θέσεις.
Οι απροειδοποίητες επισκέψεις στην περιφέρεια, ακόμα και σε κομματικές εκδηλώσεις, αποτελούν ξένες πρακτικές για ένα αριστερό κόμμα που βασίζεται στα στελέχη του τα οποία είναι πάντα δρώντα. Έτσι, η φράση του Θανάση Καρτερού, πρώην στενού συνεργάτη του Αλέξη Τσίπρα για “νόμιμο πρόεδρο που οφείλει να αποδείξει πως είναι και κατάλληλος να ηγηθεί του κόμματος”, εκφράζει πολλούς στο κόμμα και όλοι γνωρίζουν πως το “τεστ καταλληλότητας” θα το γράψει ο κ. Κασσελάκης στις ευρωεκλογές.