Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Πάνου Μπαϊλη
Οι συγκρούσεις στη Γάζα και την Ουκρανία θα καθορίζουν εν πολλοίς και τις σχέσεις στο εσωτερικό της ορθόδοξης κοινότητας, οι οποίες την τελευταία δεκαετία έχουν εισέλθει σε βαθιά κρίση. Η κρίση που εξελίσσεται σε σχίσμα, έχει τις ρίζες της στην εδώ και αιώνες κόντρα μεταξύ των σλαβόφωνων και Ελληνόφωνων Εκκλησιών, η οποία κορυφώθηκε με την παραχώρηση της αυτοκεφαλίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην ουκρανική Εκκλησία το 2019. Η αναγνώριση έφερε θύελλες, με τη Μόσχα να διακόπτει κάθε επαφή με το Φανάρι και να συγκροτεί συμμαχίες με στόχο τη μείωση της επιρροής του Οικουμενικού Πατριαρχείου στα Βαλκάνια, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή.
Ωστόσο, η εισβολή της Ρωσίας προκάλεσε τριγμούς στις νέες συμμαχίες της Μόσχας, χωρίς να αλλάξει και πολύ το τοπίο. Για παράδειγμα, Βουλγαρία και Ρουμανία -που ήταν στο άρμα της ρωσικής Εκκλησίας- μετά την εισβολή δεν έκρυψαν τον προβληματισμό τους για τις αποφάσεις του Κρεμλίνου. Αντίθετα, οι συγκρούσεις στη Γάζα είχαν ως αποτέλεσμα να αποκατασταθούν οι επί χρόνια διακοπείσες σχέσεις μεταξύ των Πατριαρχείων Αντιοχείας και Ιεροσολύμων. Ο πόλεμος στη Γάζα τους έφερε πιο κοντά, με στόχο την υπεράσπιση των Χριστιανών της Μέσης Ανατολής. Οι σχέσεις των δύο πατριαρχείων είχαν διακοπεί όταν τα Ιεροσόλυμα απέσπασαν από την Αντιόχεια την Εκκλησία του Κατάρ.
Ειδικοί περί των Εκκλησιαστικών εκτιμούν ότι με το τέλος των συγκρούσεων σε Ουκρανία και Γάζα, η ορθόδοξη Εκκλησία εκ των πραγμάτων θα αναγκαστεί να επανεξετάσει το θέμα της ενότητας …
Σήμερα, Μόσχα και Φανάρι κινούνται στη σκιά των γεωπολιτικών γεγονότων ενισχύοντας τις συμμαχίες τους. Το Φανάρι στηρίζεται από την Ελλαδική Εκκλησία, την Κύπρο και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Αντίθετα, η Μόσχα έχει ισχυρό σύμμαχο το πατριαρχείο της Σερβίας, αλλά και την υποστήριξη των πατριαρχείων Βουλγαρίας, Ρουμανίας, και Ιεροσολύμων. Ακόμη και η Εκκλησία της Αλβανίας τηρεί στάση αναμονής. Οι υποστηρικτές του Οικουμενικού Πατριάρχη έχουν ήδη αναγνωρίζει την αυτοκεφαλία της Ουκρανίας, ενώ οι σύμμαχοι της Μόσχας όχι μόνο αρνούνται την αναγνώριση, αλλά στηρίζουν τη ρωσόφιλη Εκκλησία της Ουκρανίας.
Όλα αυτά προβληματίζουν το Φανάρι, το οποίο το τελευταίο διάστημα προσπαθεί να μειώσει τις εντάσεις. Αντίθετα, η Μόσχα έχει ήδη περάσει στην αντεπίθεση ιδρύοντας τη Ρωσική Εξαρχία στην Αφρική, εντός των ορίων του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, ενώ διατηρεί άριστες σχέσεις με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, το οποίο αν και Ελληνόφωνο προσβλέπει στη Μόσχα προκειμένου να ξεπεράσει τα προβλήματα που έχει στην περιοχή και δεν είναι μόνο οικονομικά.
Στη Σερβία, ο Ελληνόγλωσσος Πατριάρχης Πορφύριος στηρίζει ανοικτά τη Μόσχα, με τα Σκόπια να αναδεικνύονται σε κλειδί για την ενότητα της ορθοδοξίας στην περιοχή.
Τα Σκόπια υπάγονταν στη Σερβία. Μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, η πολιτική ηγεσία των Σκοπίων, προκειμένου να περιορίσει τον ρόλο των Ρώσων στην περιοχή, ζήτησε να αποδοθεί η αυτοκεφαλία στην Εκκλησία τους από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το περίεργο είναι ότι η πολιτική εξουσία των Σκοπίων θέλει να έχει ενεργό ρόλο το Φανάρι, αλλά η εκκλησιαστική επιθυμεί να διατηρήσει τις καλές σχέσεις με τη Σερβική Εκκλησία. Στο πλευρό των πολιτικών των Σκοπίων είναι το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ, ενώ στο πλευρό της Εκκλησίας η Μόσχα.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, σε αγκάθι στις σχέσεις Σκοπίων -Φαναρίου εξελίσσεται η ονομασία της Νέας Εκκλησίας. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο κάνει λόγο για Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, ενώ η Μόσχα μέσω της Σερβίας μιλά για Εκκλησία της Βόρειας Μακεδονίας. Τον όρο αυτόν δεν τον δέχεται ούτε το Φανάρι, ούτε βεβαίως και η Αθήνα.
Ρόλο στη διαχρονική κόντρα παίζει και η Βουλγαρία. Η Εκκλησία της Βουλγαρίας μπορεί να βλέπει με συμπάθεια τη Μόσχα, ωστόσο δε θέλει να αυξηθεί η επιρροή της Σερβίας στην περιοχή. Το χειρότερο είναι ότι οι Βούλγαροι δεν θέλουν να φέρει η νέα Εκκλησία το όνομα “Αρχιεπισκοπή Αχρίδος”, το οποίο θεωρεί ότι της ανήκει ιστορικά.
Οι αιτίες της κρίσης
Οι λόγοι της κόντρας, αν και είναι καθαρά πολιτικοί, η Μόσχα προσπαθεί να τους εμφανίσει ως θεολογικούς -λόγω των καλών σχέσεων του Φαναρίου με το Βατικανό-, αλλά και γιατί καταλογίζει στον κ.Βαρθολομαίο την έκπτωση των αξιών που έχουν να κάνουν με την οικογένεια, την πατρίδα και τον ρόλο της θρησκείας. Αυτή η κόντρα ξεκίνησε μετά τη διάλυση της Σοβιετικής ‘Ενωσης .Τον Δεκέμβριο του 1999, ο μακαριστός Πατριάρχης Μόσχας και Πασών των Ρωσιών Αλέξιος Β΄, είχε κατορθώσει να ματαιώσει την πρωτοβουλία του κ.κ. Βαρθολομαίου για μια συνάντηση με τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄, με στόχο να μεταδοθεί, εν όψει της νέας χιλιετίας και της συμπλήρωσης 2.000 ετών από τη γέννηση του Χριστού, ένα μήνυμα ενότητας για τους χριστιανούς όπου γής. Μια τέτοια συνάντηση θα λειτουργούσε ενισχυτικά για τη διεθνή ακτινοβολία του Οικουμενικού Πατριάρχη, κάτι που το Πατριαρχείο Μόσχας δεν επιθυμούσε. Τότε ο μητροπολίτης Βολοκολάμσκ και προέδρος του τμήματος εξωτερικών πολιτικών σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας κ. Ιλαρίων, απείλησε πως θα επέλθει σχίσμα και τουλάχιστον οι μισοί εκ των 300 εκατομμυρίων Ορθοδόξων επί γης (δηλαδή οι Ρώσοι) δεν θα αναγνωρίζουν πλέον τον Οικουμενικό Πατριάρχη ως πρώτον μεταξύ ίσων μέσα στην οικογένεια των Ορθόδοξων Εκκλησιών.
Από τότε τίποτε δεν άλλαξε. Ο Κύριλλος, ο οποίος διαδέχτηκε τον Αλέξιο, επιχείρησε από την πρώτη στιγμή να αποδυναμώσει το Φανάρι στηριζόμενος στην οικονομική άνεση που του παρείχε το Κρεμλίνο, αλλά και στο γεγονός ότι η Ρωσία είναι η χώρα με τους περισσότερους ορθόδοξους.
Μάλιστα, όταν το Φανάρι αποφάσισε το 2016 να συγκαλέσει την Πανορθόδοξη Σύνοδο στην Κρήτη, η Μόσχα όχι μόνο δεν πήρε μέρος, αλλά πολέμησε με κάθε μέσο και τρόπο την παρουσία των άλλων Εκκλησιών. Τελικά κατάφερε να μην πάρουν μέρος τα πατριαρχεία Βουλγαρίας και Αντιόχειας. Παρά τη νίκη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, από τότε άρχισε η ευθεία σύγκρουση των δύο Εκκλησιών.
Το χρονικό των κρίσεων
1ος αι. μ.Χ.
Ο Απόστολος Ανδρέας ταξιδεύει στις ελληνικές αποικίες των βορείων ακτών της Μαύρης Θάλασσας. Σύμφωνα με τον θρύλο φτάνει σε μια περιοχή και προφητεύει ότι στο μέλλον θα χτιστεί εκεί μια μεγάλη χριστιανική πόλη, το Κίεβο. Τοποθετεί έναν Σταυρό, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η Εκκλησία του Αγίου Ανδρέα.
988
Ο πρίγκιπας Βλαδίμηρος βαπτίζεται χριστιανός και ιδρύει τη Ρωσική Εκκλησία στο Κίεβο.
1325
Ο μητροπολίτης Πέτρος μεταφέρει την έδρα της Ρωσικής Εκκλησίας στη Μόσχα.
1439
Βυζαντινοί ιεράρχες και ο Ρώσος μητροπολίτης Ισίδωρος αναγνωρίζουν την πρωτοκαθεδρία του Πάπα στη Σύνοδο της Φλωρεντίας.
Η Μόσχα απορρίπτει την αναγνώριση. Ο Ισίδωρος καθαιρείται και αναπτύσσεται η θεωρία της Μόσχας ως «Τρίτης Ρώμης» μετά τη Ρώμη και την Πόλη.
1448
Η Ρωσική Εκκλησία ανεξαρτητοποιείται μονομερώς από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
1589
Αναγνωρίζονται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο η αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ρωσίας και η αναγόρευση του μητροπολίτη Μόσχας σε Πατριάρχη.
1686
Ο Πατριάρχης Διονύσιος Δ΄ παραχωρεί στον Πατριάρχη Μόσχας το δικαίωμα της χειροτονίας του μητροπολίτη Κιέβου.
17-26/6/2016
Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας πραγματοποιείται στην Κρήτη χωρίς τη συμμετοχή του Πατριαρχείου Μόσχας.
7/9/2018
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος ενεργοποιεί τη διαδικασία για την παραχώρηση της αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας.
10/1/2022
Η ρωσική Εκκλησία αποφασίσει την εισπήδηση στην Αφρική.
24/2/2022
Οι ρωσικές δυνάμεις εισβάλουν την Ουκρανία. Η αναγνωρισμένη Εκκλησία από το Φανάρι με επικεφαλής τον μητροπολίτη Κιέβου Επιφάνιο, σε συνεργασία με την κυβέρνηση Ζελένσκι, κυριαρχεί έναντι της φιλορωσικής Εκκλησίας υπό τον μητροπολίτη Ονούφριο. Σχεδόν αμέσως μετά την απόκτηση της ανεξαρτησίας το 1991 στην Ουκρανία, δημιουργήθηκαν τρεις ορθόδοξες εκκλησίες: η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία του Πατριαρχείου του Κιέβου, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία του Πατριαρχείου της Μόσχας και η Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία. Τα τελευταία όμως χρόνια, ξεκινώντας από την “Επανάσταση της Αξιοπρέπειας” και τον ρωσικό πόλεμο στην ανατολική Ουκρανία, διαπιστώθηκε ότι στην ουκρανική κοινωνία υπάρχει ένα αίτημα για ενότητα της Ορθοδοξίας. Μάλιστα, η κυβέρνηση αποφάσισε να πάρει πίσω ναούς και μοναστήρια που ανήκουν στους φιλορώσους, ενώ άσκησε και διώξεις σε δεκάδες κληρικούς, με την κατηγορία ότι ενεργούν υπέρ των Ρώσων.