Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
της Κωνσταντίνας Δ. Καρακώστα
Η είδηση του θανάτου του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, έφερε στο μυαλό όλων μας αναμνήσεις της εποχής των μνημονίων, αναμνήσεις που ως λαός όσο και αν προσπαθούμε δεν μπορούμε να ξεχάσουμε. Μέχρι το 2015 το ιερό σκευοφυλάκιο της ελληνικής κοινωνίας φύλασσε την αδιαπραγμάτευτα καθοριστική «καλή διαπραγμάτευση». Δεν επιτρεπόταν σε κανέναν καμία απολύτως αμφισβήτηση για την σπουδαιότητά της, αλλά και κανείς δεν μπορούσε να ορίσει με ακρίβεια τι έπρεπε να περιέχει ποσοτικά-χρηματικά αυτή η διαπραγμάτευση προκειμένου να αποφύγουμε την χρεοκοπία.
Η μόνιμη επωδός του ΣΥΡΙΖΑ ότι ποτέ «δεν έγινε καλή διαπραγμάτευση», είχε γίνει πιστευτή από τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων, που σε ποσοστό 52,6% δήλωνε ότι «οι εταίροι μας θα αναγκαστούν να υποχωρήσουν». Τον Ιανουάριο του 2015 η δημοσκόπηση της GPO έδειξε ότι περισσότεροι από τους μισούς θεωρούσαν ότι στο ενδεχόμενο μιας σύγκρουσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι εταίροι μας θα φοβηθούν και θα κρατήσουν την Ελλάδα εντός Ευρωζώνης! Με αυτό το αφήγημα έγινε ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση.
Έπεισε την μισή ελληνική κοινωνία ότι θα μπορέσει να βγάλει το άχτι της απέναντι στους πολιτικούς που δεν είχαν διαχειριστεί καλά έως τότε την κρίση, αλλά και απέναντι στους κακούς ενόχους. Οι κακοί ένοχοι ήταν διάφοροι: ο Σόιμπλε, η Μαντάμ Μέρκελ, οι συντηρητικοί κύκλοι της Ευρώπης, οι καναλάρχες, οι δημοσιογράφοι, ο νεοφιλελευθερισμός. Μια ατελείωτη συνωμοσιολογία, ένα θρίλερ κακών παντού, που μια ανώτερη δύναμη τους οδηγεί. «Ή εμείς ή αυτοί» ακούγαμε κάθε φορά που βλέπαμε τον Σόιμπλε. Δεν ακούγαμε καμία πολιτική πρόταση, κανένα σχέδιο. Μόνο συνθήματα έριχναν για να κρύψουν την αδυναμία τους. Συνθήματα για να προκαλούν συναισθήματα που δεν θα επέτρεπαν να φανεί η πολυσύνθετη πραγματικότητα.
Η αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού κατεστημένου από τον Αλέξη Τσίπρα το 2015 ήταν εν τέλει μια πολιτική παρωδία. Μετά την εκλογή του στη θέση του πρωθυπουργού της χώρας, ο πρόεδρος του Eurogoup, Γερούν Ντάισελμπλουμ αποκάλυψε χωρίς περιστροφές ότι η κυβέρνηση του Τσίπρα συνεργάστηκε καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη κατά τη διάρκεια της κρίσης. Τα ίδια ακριβώς βεβαίωναν μέσα από τα μακροσκελή ρεπορτάζ τους και οι Financial Times. Πλέον, ο νέος πρωθυπουργός, ο άσπιλος και αγνός αγωνιστής -που ως τότε ήταν «θερμοκέφαλος»- έγινε «statesman». Έγινε ένας «αφοσιωμένος εταίρος της Ε.Ε.» που συνεργαζόταν με την Μέρκελ και τον Σόιμπλε αρμονικά ως «Νοτιοευρωπαίος πραγματιστής», ως «πυλώνας της δημοσιονομικής σταθερότητας».
Διαπραγματεύτηκε τόσο περήφανα, που η ζημία της χώρας κατά τη διακυβέρνησή του έφτασε περίπου στα 47 δισεκατομμύρια. Σε αυτά δεν υπολογίζεται ο πλούτος που χάθηκε από το πισωγύρισμα της οικονομίας, όταν υπερήφανα πηγαινοερχόταν με τα πουκάμισα έξω και χωρίς γραβάτες. Αυτή η χαμένη ανάπτυξη εκτιμάται στα περίπου 100 δισεκατομμύρια. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα των επιλογών όλων των Αγανακτισμένων. Απλών πολιτών, καλλιτεχνών, διανοουμένων, οικονομικών και πολιτικών παραγόντων.
Το τέλος του Σόιμπλε μας θυμίζει την εποχή που οφείλαμε να είμαστε αγανακτισμένοι αν θέλαμε να συνυπολογιζόμαστε ως αγνοί, αδούλωτοι και ανυπότακτοι Έλληνες. Αλλιώς, ήμασταν πουλημένοι γερμανοτσολιάδες. Έπρεπε οπωσδήποτε να πιστεύουμε ότι η κρίση ήταν αποτέλεσμα της ζήλιας των φθονερών σκοτεινών δυνάμεων που θέλουν να κατακτήσουν τη χώρα μας. Το τραπεζικό σύστημα του φιλελεύθερου Σόιμπλε ήταν η αιτία των δεινών μας. Και εμείς τον μισούσαμε επειδή, ως Έλληνες που είμαστε, έχουμε ένα αρχαίο κλέος και έπρεπε να μας απαλλάξει από κάθε χρέος.
Κωνσταντίνα Δ. Καρακώστα
Επίκ. Καθηγήτρια Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας