Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
της Σοφίας Τουντούρη
Έπεσα πάνω στη δημοσίευση του Αλέξη Χαρίτση στο Facebook με τίτλο «Ιδιωτικά πανεπιστήμια; Όχι, ευχαριστώ» και το πρώτο που έκανα διαβάζοντάς την ήταν να γκουγκλάρω την ηλικία του. Στα 46 του, ο νεότατος κατά τα άλλα επικεφαλής της Νέας (;) Αριστεράς, εκφράζει τις έντονες αντιδράσεις του για την ίδρυση Μη Κρατικών Πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Το γεγονός, βέβαια, ότι η επίσημη σελίδα του πολιτικού άντρα μετρά 21.000 ακολούθους και το συγκεκριμένο post με το ζόρι πήρε 300 likes, είναι ενδεικτικό της παρωχημένης και παλιακής λογικής που η Νέα (;) Αριστερά υιοθετεί γύρω από ζητήματα που απασχολούν την νεολαία και τον σύγχρονο πολίτη στην Ελλάδα του 2024.
«Το πλαίσιο που φέρνει η Κυβέρνηση της ΝΔ», λέει ο επικεφαλής της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ, «δεν το εμπιστεύομαι». Ο ίδιος άνθρωπος (στην ίδια πρόταση!) υποστηρίζει ότι «δεν λένε όχι στα ιδιωτικά σχολεία, γιατί ο θεσμός έχει δοκιμαστεί!!!!». Την ίδια ώρα διαβάζω ανακοίνωση της ΚΝΕ που αναφέρει ότι το σχετικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης είναι «αιτία πολέμου» και καλεί τους φοιτητικούς συλλόγους «σε θέση μάχης»!
Οι παραπάνω αγκυλώσεις είναι και το κυρίαρχο πρόβλημα του τόπου μας. Νέοι, φορώντας παρωπίδες, αντί να βλέπουν το μέλλον και την ευκαιρία που διαγράφεται μπροστά τους, καλούν τους συμφοιτητές τους «σε πόλεμο» για να εναντιωθούν σε έναν «εχθρό» που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Διότι, προσωπικά, αρνούμαι να κατανοήσω ποιος νέος ή και μεγαλύτερος Έλληνας πολίτης δεν επιθυμεί την ανάσχεση του braindrain, όταν κάθε χρόνο είναι χιλιάδες οι Έλληνες που φεύγουν για σπουδές στο εξωτερικό, ποιοι είναι εκείνοι που αρνούνται να παραδεχτούν πως στον ορίζοντα διαφαίνεται μια τεράστια ευκαιρία για να γίνει η Ελλάδα περιφερειακό εκπαιδευτικό κέντρο, (σύμφωνα μάλιστα με μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, η Ελλάδα θα μπορούσε να προσελκύσει πάνω από 100.000 ξένους φοιτητές), γεγονός που θα έχει οφέλη τόσο σε επιστημονικό, όσο και οικονομικό επίπεδο, δεδομένης και της εξαιρετικά στρατηγικής γεωγραφικής της θέσης στην Ανατολική Ευρώπη. Αναρωτιέμαι γιατί υπάρχουν φωνές που δεν επιθυμούν τον επαναπατρισμό των Ελλήνων πανεπιστημιακών καθηγητών που απασχολούνται στο εξωτερικό, έχοντας μάλιστα κορυφαίες δημοσιεύσεις. Επιπλέον, η ίδρυση Μη Κρατικών Πανεπιστημίων μπορεί να λειτουργήσει μόνο προσθετικά, καθώς ο υγιής ανταγωνισμός που θα υπάρχει μεταξύ των ιδρυμάτων, μόνο καλύτερα αποτελέσματα θα μπορούσε να φέρει.
Δεν θα καταγράψω κι άλλες αντίθετες φωνές, γιατί οι 600 λέξεις που διαθέτω δεν θα είναι αρκετές για να περιγράψω όπως επιθυμώ την αδιανόητη (τουλάχιστον για εμένα) στάση τους, όταν η Ελλάδα αποτελεί τη μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απαγορεύει τη λειτουργία Μη ΚρατικώνΠανεπιστημίων, τη στιγμή που ακόμη και η Β. Κορέα του Κιμ Γιονγκ Ουν και το κομμουνιστικό Βιετνάμ τα έχουν επιλέξει.
Εμπιστευόμαστε με κλειστά μάτια τα ιδιωτικά σχολεία για τα παιδιά μας, τα ιδιωτικά νοσοκομεία, τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες, τα φροντιστήρια, αλλά εξαγριωνόμαστε στην ιδέα της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, συντηρώντας ένα αναχρονιστικό μονοπώλιο στον τομέα της εκπαίδευσης.
Κατά τη γνώμη μου, η ουσία των τοποθετήσεων της αντιπολίτευσης θα έπρεπε να συνοψίζεται στο κατά πόσο θα υπάρχουν αυστηρά κριτήρια για τη λειτουργία των ιδιωτικών Πανεπιστημίων, αλλά και στο πόσο υψηλό θα είναι το επίπεδο των σπουδών και των υποδομών.
Είναι δεδομένο ότι στην πλειονότητά τους οι Έλληνες θα συνεχίσουν να φοιτούν στα δημόσια πανεπιστήμια, γεγονός που καθιστά την αναβάθμισή τους απαραίτητη. Δια στόματος του αρμόδιου Υπουργού Κυριάκου Πιερρακάκη, ακούσαμε σχετικά με το νομοσχέδιο που έχει τον τίτλο «Ελεύθερο Πανεπιστήμιο» και αναμένεται να ψηφιστεί με τη νέα χρονιά, ότι τα Ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια θα ιδρυθούν ως παραρτήματα μεγάλων και καταξιωμένων Ιδρυμάτων του εξωτερικού, θα έχουν πολύ αυστηρά κριτήρια, -τα αυστηρότερα μάλιστα στην Ευρώπη- και ότι στις προβλέψεις του νομοσχεδίου είναι και η επιχορήγηση και αύξηση κονδυλίων για τα δημόσια ΑΕΙ. Αυτό και μόνο επιβεβαιώνει πως προτεραιότητα της κυβέρνησης ήταν και θα είναι η βελτίωση της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Κλείνοντας, έχει ενδιαφέρον να μοιραστώ ότι την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές παρακολουθώ το Μεταπτυχιακό μου στο ΕΚΠΑ, σε ένα πρόγραμμα με υψηλό επίπεδο καθηγητών και προγράμματος σπουδών. Στηρίζω το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, νιώθω υπερήφανη που το πτυχίο και το μεταπτυχιακό μου προέρχονται από τα δύο μεγαλύτερα πανεπιστήμια της χώρας, όμως ταυτόχρονα καλωσορίζω αυτή τη νέα πραγματικότητα ως το βήμα που χρειάζεται η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση της χώρας για να αποτελέσει βασικό πυλώνα ανάπτυξης του τόπου.
Σοφία Τουντούρη
Δημοσιογράφος / Σύμβουλος Επικοινωνίας