Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Ανδρέα Κωνσταντάτου
Η πολιτική αναιμία της αριστεράς-κεντροαριστεράς, η έλλειψη αντανακλαστικών ακόμα και στις κινητοποιήσεις αγροτών και φοιτητών, αναδύει μια αντιπολιτευτική γύμνια που καταγράφεται και στις δημοσκοπήσεις. Ήδη, βουλευτές του πρώην ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ ανησυχούν πως η συνεχιζόμενη καθοδική πορεία θα τους οδηγήσει σε πολιτική συνταξιοδότηση στις επόμενες εκλογές.
Η καθυστερημένη παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και του ΠΑΣΟΚ απέναντι στα αιτήματα των αγροτών και τις διεκδικήσεις των φοιτητών, -έχουν καπελωθεί ήδη από το ΚΚΕ- προβληματίζει κορυφαία στελέχη και των δυο κομμάτων, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση, για πρώτη φορά, βρίσκεται αντιμέτωπη με το κόστος της πολιτικής των μεταρρυθμίσεών της.
Η κα Τζάκρη περιέγραψε την υστέρηση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στον αγροτικό κόσμο με μια λαϊκή, αλλά εύγλωττη φράση : “Κατά το κοινώς λεγόμενο, τον ήπιαμε”. Κι ο κ. Κασσελάκης, για να καλύψει το κενό, αντί να πάει στα τρακτέρ ως νέος Τσίπρας, υποσχέθηκε ως Τσίπρας. Πρότεινε κατάργηση φόρων, μείωση ΦΠΑ, πλαφόν στη κιλοβατώρα, επιδοτήσεις, αποζημιώσεις και ό,τι άλλο θέλουν οι αγρότες στη λογική “όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά”, χωρίς να κοστολογήσει τα μέτρα, όπως έχει υποσχθεί, για κάθε οικονομικού περιεχομένου πρότασή του.
Κάποιοι άλλοι, όπως ο Νίκος Παππάς, ονειρεύονται κοινωνικές συμμαχίες αγροτών και φοιτητών κατά της κυβέρνησης. «Με τους αγρότες και τους φοιτητές που ξεσηκώνονται. Το κάθε κίνημα είναι πετυχημένο, όταν μπορεί να φτιάχνει συμμαχίες. Όταν πείθει ότι αγωνίζεται για το καλό όλων. Οι φοιτητές μας αυτό τον καιρό μας κάνουν περήφανους».
Στην κεντροαριστερά άρχισαν να ελπίζουν και να βλέπουν τις κινητοποιήσεις αγροτών και φοιτητών ως το βατήρα πάνω στον οποίο μπορούν να σταθούν για να ξεκινήσουν ανένδοτο κατά της κυβέρνησης. Αλλά, παραβλέπουν το ΚΚΕ, που προσβλέπει σε διψήφιο ποσοστό στις ευρωεκλογές και τη θέση του τρίτου κόμματος, και έχει ήδη την πρωτοβουλία των κινήσεων και στις δυο κινητοποιήσεις.
Καμιά λέξη από την αριστερά, όμως, για την πλειοψηφία των φοιτητών, που χάνει την εξεταστική περίοδο και δυστυχώς απέχει από τις κομματικές ψηφοφορίες για τις καταλήψεις.
Το παράδοξο είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Αριστερά και φυσικά το ΚΚΕ που έχουν ταχθεί κατά των μη κρατικών Πανεπιστημίων, μιλούν για στήριξη των δημοσίων την ώρα που αυτά, με τη στάση μειοψηφιών και ευθυνόφοβων πρυτανικών αρχών, τιμωρούν τους φοιτητές τους, καθώς τους αρνούνται τη δυνατότητα εξετάσεων τον Φεβρουάριο.
Πουθενά δεν μοιάζουν πανεπιστημιακά ιδρύματα με χώρους διαγωνισμού αφισοκολλήσεων και σκουπιδιών, πουθενά δεν νομιμοποιείται η παρεμπόδιση εξετάσεων και η παραβατικότητα, με την κάθε εξωπανεπιστημιακή ομάδα να καταλαμβάνει γραφεία για γιάφκες και υπόγεια για μολότοφ.
Καλύτερη διαφήμιση για τη μεταρρύθμισή του, δεν θα μπορούσε να βρει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από την αρνητική εικόνα των σημερινών δημόσιων Πανεπιστημίων. Γι’ αυτό, άλλωστε, αυξάνεται συνεχώς στις δημοσκοπήσεις η αποδοχή ίδρυσης μη κρατικών Πανεπιστημίων στη χώρα μας, με τη συντριπτική πλειοψηφία πια, να λέει “ναι”.
Αριστερή αμηχανία για τα F -35
Η αδυναμία της αριστεράς και της κεντροαριστεράς να σταθεί απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την πολιτική του με επιχειρήματα, έγινε πιο φανερή με την αγορά των υπερσύγχρονων πολεμικών αεροσκαφών F-35. Υποδέχτηκαν την είδηση με αμηχανία, αφορισμούς και γκρίνια. Άλλωστε, είναι γνωστή η αριστερή δυσανεξία απέναντι στην αμυντική θωράκιση της χώρας και το δίλημμα “κανόνια ή βούτυρο”. Λες και δεν μπορούν να συνυπάρξουν σε μια ευνομούμενη και ανεπτυγμένη χώρα. Στον ΣΥΡΙΖΑ επικράτησε αφωνία, η οποία συνεχίστηκε και μετά την επίσκεψη Κασσελάκη στον υπουργό Άμυνας Νίκο Δένδια. Η Νέα Αριστερά μίλησε με φωνή ΚΚΕ για κούρσα εξοπλισμών και πως θα έπρεπε να δοθεί βάρος στη διπλωματία, για να επιλυθούν τα προβλήματα με την Τουρκία με διάλογο! Πιο προσεκτικό το ΠΑΣΟΚ, απέφυγε να πάρει σαφή θέση, ζήτησε ενημέρωση από την Βουλή.
Ανοίγματα εν όψει ευρωεκλογών.
Στην αριστερά-κεντροαριστερά γνωρίζουν πως οι ευρωεκλογές θα κρίνουν το μέλλον τους. Τόσο του κ.Κασσελάκη, όσο και του κ.Ανδρουλάκη και φυσικά της Νέας Αριστεράς.
Ο κ. Κασσελάκης φαίνεται ακόμα πιο αδύναμος πολιτικά, καθώς φλερτάρει με μονοψήφιο ποσοστό σε πολλές δημοσκοπήσεις.
Ο κ. Ανδρουλάκης προχωρά σε ανοίγματα προς το κέντρο και προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά βλέπει και στελέχη του ξαφνικά να αποχωρούν. Η κα Χριστοφιλοπούλου προς τη ΝΔ, και ο Α. Λοβέρδος να δοκιμάζει την τύχη του ιδρύοντας νέο κόμμα για να μπει στην ευρωβουλή.
Είναι, όμως, η ευκαιρία του ΠΑΣΟΚ να καταλάβει τη δεύτερη θέση με ένα αξιοπρόσεκτο ποσοστό και μαζί τον τίτλο της εν δυνάμει αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αρκεί να βρει το δρόμο επικοινωνίας με τους πολλούς και να πείσει ο κ.Ανδρουλάκης πως πράγματι είναι αρχηγός κόμματος με ανοιχτές πόρτες και αγκάλες.
Άλλωστε, για κανένα κόμμα δεν θα είναι δύσκολο να βρει υποψήφιους με δυνατά ονόματα για τα ψηφοδέλτιά του. Ήδη κάνουν ουρές, καθώς το όνειρο είναι πολύ ελκυστικό. Μισθός 20.000 ευρώ μηνιαίως για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Ο φόβος της χαλαρής ψήφου
Στις ευρωεκλογές ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ζητήσει την επιβεβαίωση της στήριξης των πολιτών για να συνεχίσει τον «πολυδιάστατο εκσυγχρονισμό» που έχει ανάγκη η χώρα, από τη νέα μεγάλη προοδευτική παράταξη της κεντροδεξιάς ΝΔ, όπως την οραματίζεται.
Πριν, θα πρέπει να δώσει λύσεις σε βασικά προβλήματα που απασχολούν τους πολίτες, που βλέπουν την ακρίβεια στα σούπερ μάρκετ ανίκητη και την ανασφάλεια στους δρόμους αυξημένη.
Μπορεί να βρίσκεται μπροστά και μακριά από τους αντιπάλους του στις δημοσκοπήσεις, καθώς οι πολίτες βλέπουν μια σταθερή κυβέρνηση, που αναπτύσσει την οικονομία , δημιουργεί θέσεις στον ιδιωτικό τομέα, δίνει από το περίσσευμα σε όσους έχουν ανάγκη, θωρακίζει τη χώρα, αλλά υπάρχει και μια σκληρή πραγματικότητα που τη ζουν καθημερινά και αφορά το πορτοφόλι τους.
Και οι ευρωεκλογές αποτελούν συνήθως ευκαιρία, ώστε η κοινωνική δυσφορία να εκδηλωθεί στην κάλπη, χωρίς τον κίνδυνο πτώσης της κυβέρνησης.
Και αυτό ανησυχεί το Μαξίμου, που άνοιξε ήδη τη δική του πόρτα στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Το βασικό ερώτημα είναι αν μπορεί η αριστερή αντιπολίτευση να εισπράξει το πολιτικό κόστος της κυβέρνησης, κάτι που δεν καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις μέχρι στιγμής.
Η ΝΔ βρίσκεται μπροστά από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ πάνω από 20 ποσοστιαίες μονάδες.
Αν, λοιπόν, η ΝΔ καταγράψει ποσοστό κοντά σε εκείνο των προηγούμενων ευρωεκλογών του 2019, δηλαδή 33% και ο ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ κινηθούν στα όρια που τους δίνουν οι σημερινές δημοσκοπήσεις 12-13%, τότε θα μιλάμε για το τέλος της αριστεράς, όπως τη γνωρίσαμε από τη μεταπολίτευση. Αν, όμως, το ΠΑΣΟΚ που διαθέτει μια ισχνή δυναμική καταφέρει να πλησιάσει το 20%, τότε το παιχνίδι θα αλλάξει για όλο το πολιτικό σύστημα.