Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Δημήτρη Καμπουράκη
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδιζε αδιαλείπτως από το 2016 που πήρε την αρχηγία της ΝΔ. Έδωσε πολλές πολιτικές μάχες σε διάφορα πεδία, επί επτά χρόνια πήγαινε από θρίαμβο σε θρίαμβο. Σπάνια στην νεοελληνική ιστορία βρέθηκε πολιτικός άνδρας να διαθέτει την δύναμη που συγκέντρωσε ο Κυριάκος μετά τις διπλές εθνικές εκλογές του 2023.
Εξάλλου, σε κανονικό κοινοβουλευτικό βίο, αμφιβάλλω αν υπήρξε ξανά στην χώρα τέτοιου βαθμού απόλυτη κυριαρχία όπως αυτή της ΝΔ μετά την πρόσφατη ανανέωση της εντολής της. Προσωπικά δεν ξαναθυμάμαι πολιτικό σκηνικό με την κυριαρχία μόνο ενός κόμματος, το οποίο να συγκεντρώνει ποσοστό που ξεπερνά το άθροισμα των ποσοστών των τριών επόμενων κομμάτων. Μόνο το 2023 το ζήσαμε αυτό.
Ε λοιπόν, αυτή η εικόνα απόλυτης κυριαρχίας που σφραγίστηκε πανηγυρικά τον Μάιο και επαναβεβαιώθηκε στην πρώτη Κυριακή των αυτοδιοικητικών, έμελε να κρατήσει μόνο δυο μήνες και να καταρρεύσει απότομα, ανάμεσα στην πρώτη και την δεύτερη Κυριακή. Και μάλιστα δίχως να συμβεί κάτι χοντρό, κάτι αναπάντεχο ή καταλυτικό. Όλα κυλούσαν στο ίδιο μοτίβο, σε μια περίπου βαρετή προεκλογική ρουτίνα, όμως εκ του αποτελέσματος αποδείχτηκε ότι κάτω από την ακίνητη επιφάνεια κάτι συνέβαινε. Η δεύτερη Κυριακή των αυτοδιοικητικών εκλογών επιφύλαξε μια σειρά από τεράστιες εκπλήξεις, απ’ αυτές που κάνουν την πολιτική να μοιάζει με Χολιγουντιανό σενάριο.
Πολλά τα ερωτήματα
Όλη την βδομάδα που πέρασε, αυτές τις εκπλήξεις συζητούσαμε προσπαθώντας να βάλουμε εκ των υστέρων σε τάξη κάποια δεδομένα και να αποκωδικοποιήσουμε την ουσία των αλλαγών που βιώσαμε στα ενδότερα του πολιτικού μας συστήματος. Οι πολιτικοί καυγάδες που ξέσπασαν από το ίδιο το βράδυ των εκλογών δεν βοηθούν βέβαια να διαλευκανθεί η κατάσταση. Τα ερωτήματα είναι πολλά και σημαντικά, δίχως να επιδέχονται μονοσήμαντη απάντηση.
Στο ερώτημα «πως έγινε και μέσα σε μια μόλις βδομάδα άλλαξε το κλίμα στο εκλογικό σώμα», η αντιπολίτευση απαντά ότι η υπερβολή, η αλαζονεία και η παμφαγία που επέδειξε η κυβέρνηση μπορούν να αλλάξουν την κοινωνική και την εκλογική συμπεριφορά μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Η κυβέρνηση από την πλευρά της, λέει ότι απλώς άλλαξε και σμικρύνθηκε το εκλογικό σώμα ανάμεσα στις δυο Κυριακές, ενώ οι πιο πολλές από τις χαμένες γι αυτήν μάχες οφείλονταν κυρίως στα πρόσωπα και όχι στις πολιτικές. Πάνω σ’ αυτή την βάση, η κυβέρνηση θεωρεί την δεύτερη Κυριακή ένα προειδοποιητικό καμπανάκι μεν, αλλά επ’ ουδενί ως ένδειξη αλλαγής των βασικών πολιτικών συσχετισμών.
Η ερμηνείες για Δούκα
Στο ερώτημα, «πως ένας Δούκας που ξεκίνησε με μηδενκή αναγνωρισιμότητα, κατάφερε μέσα σε δυο μόλις μήνες να αρπάξει τον κορυφαίο δήμο μέσα από τα χέρια του μεγάλου φαβορί», οι απαντήσεις αυτή την φορά είναι τουλάχιστον τρεις. Η ΝΔ λέει ότι υπήρξε ένας απίθανος συνδυασμός λαθών εκλογικής στρατηγικής, από την διαχείριση του Μεγάλου Περιπάτου μέχρι την διενέργεια του de bate, που κατά διαβολική όλα ευνόησαν τον Δούκα και όλα στράφηκαν εναντίον του Μπακογιάννη. Το ΠΑΣΟΚ λέει ότι ήταν ένα συνδυασμός κυβερνητικής καταδίκης και ανάδειξης της σοβαρότητας του προγραμματικού λόγου του κ. Δούκα. Ο ΣΥΡΙΖΑ από την μεριά του διατείνεται ότι ήταν ένας συνδυασμός αντιμητσοτακικής συσπείρωσης των προοδευτικών δυνάμεων. Έκαστος αναλύει κατά ο συμφέρον του.
Η Θεσσαλία και οι άλλες περιφέρειες
Στο ερώτημα «τι συνέβη και η κυβέρνηση έχασε τις πέντε από τις έξι μάχες του β’ γύρου για τις περιφέρειες», και πάλι υπάρχουν πολλαπλές απαντήσεις. Η Θεσσαλία που ήταν έτσι κι αλλιώς στο κέντρο της μάχης, κατά την κυβέρνηση χάθηκε διότι ο πνιγμένος στις λάσπες κόσμος της, θα καταψήφιζε έτσι όποιον βρέθηκε στο τιμόνι την κρίσιμη ώρα. Φέρνουν δε ως τρανό παράδειγμα την καταψήφιση και του πρώην δημάρχου Λάρισας που στηριζόταν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ από την πλευρά τους υποστηρίζουν ότι η κυβερνητική αλαζονεία και κυρίως η σύνδεση (που η κυβέρνηση δεν δέχεται ότι υπήρξε) ανάμεσα στις αποζημιώσεις και την ψήφο στον Αγοραστό, καθόρισαν το τελικό αποτέλεσμα και έφεραν την νίκη Κουρέτα.
Όσον αφορά τις υπόλοιπες περιφέρειες που χάθηκαν για την ΝΔ, όχι από πολιτικούς αντιπάλους αλλά από αντάρτες του δικού της χώρου, τα πράγματα εμφανίζονται εξόχως περιπεπλεγμένα. Επισήμως το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ λένε ότι δεν ψήφισαν κανέναν από τους δυο δεξιούς διεκδικητές των περιφερειών αυτών, στην πράξη όμως είναι ολοφάνερο ότι οι ψήφοι τους πήγαν κατ’ ευθείαν στους αντάρτες της ΝΔ, με σκοπό να λαβωθεί πολιτικά ο Μητσοτάκης. Η κυβέρνηση από την πλευρά της, αφενός μιλά για ανίερη και δίχως αρχές αντιπολιτευτική συμμαχία που είχε στόχο να την πλήξει (και μάλλον έχει δίκιο), αφετέρου αθροίζει υπογείως στις δικές της δυνάμεις και τις ψήφους όσων ψήφισαν αντάρτες. Τέλος, επισήμως δεν θεωρεί ότι έχει πολιτικό πρόβλημα προς τα δεξιά της, ανεπισήμως όμως το σκέπτεται πολύ σοβαρά και ψάχνει τρόπους να το αντιμετωπίσει. Πολλοί τρόποι βέβαια δεν υπάρχουν, αν ο κ. Μητσοτάκης εξοβελίσει το κεντρώο προφίλ του για να προσεγγίσει τους δεξιούς, κινδυνεύει μακροπρόθεσμα να απολέσει την κυριαρχία του στον μεσαίο χώρο. Ας διαλέξει.
Η αντιπολίτευση
Τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης πάντως, συμφωνούν σε ένα βασικό συμπέρασμα που βγάζουν από τα αποτελέσματα της δεύτερης Κυριακής. Ότι η απόλυτη κυριαρχία Μητσοτάκη έφτασε στο τέλος της και ότι άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την μεσο-μακροπρόθεσμη απομάκρυνση του από την εξουσία. Η συμφωνία τους όμως φθάνει ως εκεί. Μετά αρχίζουν τα εξειδικευμένα συμπεράσματα των δύο κομμάτων που αποκλίνουν χαρακτηριστικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι η συμφωνία ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ στο πρόσωπο του Κουρέτα και η υποστήριξη του τρίτου Ζαχαριάδη στον Δούκα, άνοιξε διάπλατα την πόρτα για μόνιμη συνεργασία των δύο κομμάτων. Από την Κουμουνδούρου ακούγονται τα πιο αντιφατικά πράγματα. Από έναρξη συνομιλιών για επιμέρους συνεργασίες ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, μέχρι για κοινή κάθοδο τους στις Ευρωεκλογές ή ακόμα και για οργανωτική συγχώνευση των δυο κομμάτων.
Το ΠΑΣΟΚ γελάει με ΣΥΡΙΖΑ
Το ΠΑΣΟΚ τα ακούει αυτά και γελάει. Τόσα χρόνια ήταν στο στόχαστρο και στο έλεος του πανίσχυρου ΣΥΡΙΖΑ, τώρα «που γύρισε ο τροχός» και το ΠΑΣΟΚ πήρε την ανιούσα, η Κουμουνδούρου παριστάνει την ερωτευμένη με την Χαριλάου Τρικούπη. Στο επιτελείο του Ανδρουλάκη δεν συζητούν καν την περίπτωση συνομιλιών των δύο κομμάτων, εξάλλου πιστεύουν ότι στις Ευρωεκλογές θα υπάρξει αλλαγή αντιπολιτευτικής σκυτάλης και ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί στην τρίτη θέση. Αφήστε που κανένας δεν ξέρει τι θα απογίνει ο ενιαίος ΣΥΡΙΖΑ, καθώς όλα δείχνουν ότι η ηγεσία Κασσελάκη τους οδηγεί σε διάσπαση μέσα στον χειμώνα.
Η αποχή
Υπάρχουν επίσης δυο ακόμα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία που προέκυψαν από τις εκλογές αυτές. Πρώτον η τρομερά μειωμένη συμμετοχή στις κάλπες που δεν αποτελεί μόνο πρόβλημα δημοκρατικής λειτουργίας, αλλά εισάγει και καινούρια δεδομένα στις εκλογικές προβλέψεις. Με τόσο μειωμένη συμμετοχή, κανένας δεν ξέρει πλέον τι μπορεί να προκύπτει, όποτε στήνεται κάλπη, τόσο στις επιλογές πολιτικών προγραμμάτων όσο και των προσώπων.
Ο Χάρης και ο Στέφανος
Σε συνέχεια αυτού, είναι το δεύτερο ενδιαφέρον στοιχείο αυτής της αναμέτρησης. Ο κ. Δούκας κατάφερε μέσα σε δυο μήνες να πάρει τον πιο συμβολικό δήμο της χώρας και να αναρριχηθεί στην κορυφή της πολιτικής πυραμίδας. Το ίδιο είχε καταφέρει και ο Στέφανος Κασσελάκης. Άγνωστος και ξένος, πήρε μέσα σε δυο μήνες το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα, μέσα από τα χέρια τω παλιών και δοκιμασμένων. Τι συμβαίνει λοιπόν στην ελληνική πολιτική σκηνή. Είναι όλα θέμα δυο μηνών; Αν είναι έτσι, δεν υφίσταται καμία σταθερά και καμία προβλεψιμότητα. Κανένας δεν ξέρει τι μας περιμένει πίσω από την επόμενη κολώνα και φυσικά κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί για το αν αυτό είναι καλό ή κακό.