Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου
του Δημήτρη Καμπουράκη
Το περιβόητο «πόθεν έσχες» νομοθετήθηκε για πρώτη φορά το 1964. Κοντεύουν δηλαδή 60 χρόνια από την πρώτη φορά που τα πολιτικά πρόσωπα κατέθεσαν τον κατάλογο των περιουσιακών τους στοιχείων και τις μεταβολές που γίνονται σ’ αυτά από χρόνο σε χρόνο.
Ο αρχικός νόμος μάλιστα, που ήρθε στην Βουλή με πρόταση του Γεωργίου Παπανδρέου, έφερε τον βαρύγδουπο αλλά και χαρακτηριστικό τίτλο «για την προστασία της τιμής του πολιτικού κόσμου». Δεκαετία την δεκαετία, οι υπόχρεοι αυξήθηκαν, καθώς νέα νομοθετήματα προστέθηκαν πάνω στα παλιά. Μάταιος κόπος, η πράξη απέδειξε ότι το περίφημο «πόθεν έσχες» που υποβάλλον χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο, κάθε άλλο παρά διέσωσε την τιμή των επαγγελματικών ομάδων που ελέγχονται μέσω αυτού. Το είδαμε και στις μέρες μας. Εν έτει 2022, ο Ανδρέας Πάτσης μια χαρά κατάφερνε και να έχει άψογο «πόθεν έσχες» και τις «δουλειές» του να κάνει χωρίς πρόβλημα.
Ξεπερασμένο και αναποτελεσματικό
Και μόνο ο παλιακός του τίτλος αρκεί για να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό το σύστημα ελέγχου είναι απολύτως ξεπερασμένο, άρα και αναποτελεσματικό. Είναι μάλιστα τόσο ακαταλαβίστικο, που κατά καιρούς έχω ακούσει τις πιο αντιφατικές κριτικές. Άλλοι λένε ότι το «πόθεν» δεν αρκεί διότι χρειάζεται και το «έσχες» κι άλλοι ενοχλούνται διότι ο συγκεκριμένο σύστημα καλύπτει το «έσχες» αλλά αποκρύπτει το «πόθεν». Μπάχαλο. Στην πραγματικότητα, το σύστημα είναι πλήρως ακαταλαβίστικο και απαξιωμένο, οι δε προτάσεις αλλαγής ή βελτίωσης του εργαλειοποιούνται προσχηματικά κάθε φορά που αποδεικνύεται η ανεπάρκεια του.
Παράνομος πλουτισμός
Ο γράφων ούτε νομικός είναι, ούτε κομπιουτεράς για να γνωρίζει τις δυνατότητες ηλεκτρονικών διασταυρώσεων, ούτε εφοριακός για να ξέρει τα κόλπα όσων προσπαθούν να κρύψουν περιουσιακά στοιχεία. Ξέρει τα τυπικά του πράγματος. Ότι δηλαδή, υποχρέωση υποβολής «πόθεν έσχες» έχουν οι πολιτικοί, οι δικαστικοί, οι δημοσιογράφοι, οι ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης και μια σειρά από ανώτατοι δημόσιοι υπάλληλοι. Το γιατί, είναι φανερό. Όλοι αυτοί, λόγω της εργασίας τους έχουν (θεωρητικά) την δυνατότητα για παράνομο πλουτισμό. Η υποβολή λοιπόν του καταλόγου των κινητών και ακίνητων περιουσιακών τους στοιχείων, μαζί με τις μεταβολές τους από χρόνο σε χρόνο, υποτίθεται ότι θα τους εμποδίσει να κάνουν την παρανομία.
Δεν δουλεύει πλέον…
Η πράξη έχει αποδείξει ότι αυτό δεν δουλεύει. Παλιότερα μάλιστα, υπήρχε σφοδρή πολιτική κριτική για το σύνολο του πολιτικού κόσμου, επειδή η επιτροπή που έλεγχε τα «πόθεν έσχες» των βουλευτών και των υπουργών, αποτελούνταν από βουλευτές. Για να σταματήσει λοιπόν το «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει» μπήκαν μέσα στην επιτροπή δικαστικοί, κατά πλειοψηφία μάλιστα. Και πάλι όμως δεν υπήρξε καμία ουσιαστική βελτίωση στην αποτελεσματικότητα του συστήματος. Το ίδιο είχε συμβεί παλιότερα, όταν το «πόθεν έσχες» από χειρόγραφο έγινες ηλεκτρονικό. Όλοι ήλπισαν τότε ότι τα βουνά με φακέλους που στοιβάζονται σε υπόγεια δίχως κανένας να τους ανοίξει, θα αντικατασταθούν από αυτόματες ηλεκτρονικές διασταυρώσεις. Μάταιες ελπίδες. Στα 60 χρόνια λειτουργίας του συστήματος, μόνο έναν τσάκωσαν. Τον Άκη Τσοχατζόπουλο. Δεν το λες και τεράστια επιτυχία.
Το πιο hot όμως κομμάτι της ιστορίας
Εξάλλου, στην περίπτωση του Ανδρέα Πάτση εξ’ αιτίας του οποίου αναζωπυρώθηκε η σχετική συζήτηση, το προβληματικό «πόθεν έσχες» ήταν μια παρανυχίδα του συνολικού θέματος. Είχε εξωχώρια εταιρεία, την οποία δεν δήλωσε. Μετείχε και σε εταιρείες του εξωτερικού, δραστηριότητα που απαγορεύεται για βουλευτή, το είχε δηλώσει και κανένας απ’ αυτούς που έλεγξαν το «πόθεν έσχες» του δεν του επέβαλε κύρωση. Το πιο hot όμως κομμάτι της ιστορίας Πάτση ήταν η ανάμειξη του σε εξαγορά δανείων και οι δουλειές που έκανε με δημόσιο χρήμα. Τα δυο τελευταία είναι ζητήματα ηθικής φύσεως για κυβερνητικό μάλιστα βουλευτή, δεν εμπίπτουν όμως διόλου στις διατάξεις που αφορούν το «πόθεν έσχες». Ακόμα και αν τα έγραφε όλα αυτά χαρτί και καλαμάρι, κανένας από την επιτροπή ελέγχου δεν θα του έλεγε το παραμικρό. Η επιτροπή ελέγχει το νόμιμο, δεν ασχολείται με το ηθικό.
Άρα εδώ έχουμε δυο παράλληλες μεν, αλλά διαφορετικές υποθέσεις. Μπορεί να εμφανίστηκαν μαζί στην περίπτωση του Πάτση, δείγμα ότι ο άνθρωπος αυτός είχε στόχο το χρήμα και μόνο, πλην η αντιμετώπιση τους απαιτεί διαφορετικές πρωτοβουλίες εκ μέρους της πολιτείας και των πολιτικών κομμάτων. Η πολιτεία πρέπει να βρει τρόπο να κάνει πιο λειτουργικό και αποτελεσματικό τον έλεγχο του «πόθεν έσχες». Δεν ξέρω πόσο δύσκολο είναι αυτό, υποθέτω ότι κάπου στον ανεπτυγμένο κόσμο θα εφαρμόζονται προηγμένα συστήματα που πρέπει να αντιγράψουμε, φρονώ όμως ότι είναι ευκολότερο από το να περιοριστούν διάφοροι βουλιμικοί που εισχωρούν στην πολιτική για να πλουτίσουν.
Παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος
Η περίπτωση Πάτση ανέδειξε όλες τις παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος, αλλά και όλες τις δυσλειτουργίες του. Ένας βουλευτής μπορεί νόμιμα να ασκήσει το επάγγελμα του κι αν σ’ αυτό περιλαμβάνονται και δουλειές με το δημόσιο δεν υπάρχει τίποτα το παράνομο σ’ αυτό. Απλώς είναι θέμα ηθικής τάξεως. Πριν μια εικοσαετία, για να αποφευχθούν κάτι τέτοια, είχε θεσπιστεί το ασυμβίβαστο της βουλευτικής ιδιότητας και της επαγγελματικής δραστηριότητας. Καταργήθηκε με πάταγο, διότι όλοι συνειδητοποίησαν τότε ότι η πολιτική γινόταν πεδίο ενασχόλησης μόνο των πλουσίων. Το άλλαξαν και καταλήξαμε ξανά στους Πάτσηδες.
Η επιλογή των υποψηφίων
Άνοιξε βέβαια η δημόσια συζήτηση για τον τρόπο που τα κόμματα επιλέγουν τους υποψηφίους τους. Παλιά συζήτηση που ποτέ δεν έφερε κάποιο πρακτικό αποτέλεσμα. Τα κόμματα διαλέγουν ανθρώπους με κοινωνική και επαγγελματική επιφάνεια, με γκελ στα στρώματα των ψηφοφόρων, με προοπτικές μετεξέλιξης μέσα στην αρένα της πολιτικής. Κατά τούτα, η δεξαμενή τους απέχει από την δεξαμενή των αγίων και των απολύτως ενάρετων. Ο στοιχειώδης έλεγχος πάντα γίνονταν, να μην πέσουν πάνω σε κάποιον παραβατικό ή απρόσμενο, όμως σε γενικές γραμμές αυτοί που θέλουν να ασχοληθούν με την πολιτική είναι άνθρωποι ικανοί, καταφερτζήδες και συχνά αδίστακτοι. Πέραν τούτου, κανένας τυπικός έλεγχος δεν μπορεί να χωθεί βαθιά μέσα στην ψυχή των ανθρώπων και των απώτερων ονείρων τους.
Οι εισπρακτικές
Στην περίπτωση του Πάτση βέβαια, το πράγμα ήταν φανερό. Ένας τύπος που νταραβερίζεται με εισπρακτικές εταιρείες, δεν είναι πολιτικά και κοινωνικά αποδεκτός για εκπρόσωπος του λαού. Η δραστηριότητα του είναι νόμιμη, αλλά το ηθικό της περιτύλιγμα είναι προβληματικό. Ο συγκεκριμένος θα έπρεπε λοιπόν να έχει κοπεί ευθύς εξ αρχής, όμως δεν είναι όλοι οι βουλιμικοί του χρήματος το ίδιο φανεροί με τον Πάτση. Υπάρχουν κι εκείνοι που είναι έντιμοι και καθαροί διότι ποτέ δεν βρέθηκαν μπροστά σε πειρασμό, έντιμοι και ηθικοί κατά τύχη. Πως όμως θα εξασφαλιστεί ότι δεν θα ενδώσουν έτσι και βρεθούν σε μια θέση που στο πλάι της τρέχει εύκολο δημόσιο χρήμα;
Οι απ’ ευθείας αναθέσεις
Το ίδιο πάνω-κάτω συμβαίνει και με τις περιβόητες απ’ ευθείας αναθέσεις. Όλοι συμφωνούν ότι πρόκειται για εκκολαπτήριο συναλλαγής και διαφθοράς, αλλά από την άλλη οι δημόσιοι διαγωνισμοί χρειάζονται δύο και τρία χρόνια για να ολοκληρωθούν. Κάποιες κρατικές δουλειές όμως πρέπει να γίνονται άμεσα, πόσες φορές οι υπουργοί και οι διοικητές μας δεν έχουν κατηγορηθεί για βραδύτητα και αναποτελεσματικότητα σε τρέχοντα καίρια προβλήματα; Δεν δικαιολογώ τίποτα, δεν καλύπτω κανέναν, απλώς περιγράφω μια πολύπλοκη κατάσταση στην οποία δεν υπάρχει εύκολη και ευκρινής λύση.
Η υπόθεση Πάτση που ανέδειξε μια σειρά από προβλήματα, αντιμετωπίστηκε άμεσα από τον πρωθυπουργό. Προφανώς η ΝΔ θα πληρώσει κάποιο κόστος και γι αυτό, αυτά λειτουργούν σωρευτικά. Θα πλήρωνε όμως πολύ μεγαλύτερο αν δεν υπήρχε άμεση διαγραφή του. Και ασφαλώς ήταν αναμενόμενο να αρπάξει την ευκαιρία ο ΣΥΡΙΖΑ και να την κάνει σημαία της αντιπολιτευτικής της πολιτικής. Στο τέλος-τέλος έχει δίκιο για τον ίδιο τον Πάτση, ανεξαρτήτως αν συμφωνεί κανείς με την γενίκευση που επιχειρείται μέσω των ισχυρισμών για «γαλάζιες ακρίδες». Ένα πάντως είναι δεδομένο. Αν και τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εισπράξει δημοσκοπικά ποσοστά, τότε οι ελπίδες του γίνονται όλο και πιο μηδαμινές.