Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Ανδρέα Μαζαράκη
Πώς αφανίζεις μια φυλή χωρίς να σκοτώσεις ούτε έναν άνθρωπο; Πώς απορρίπτεις και ξαναγράφεις την ιστορία ενός πολιτισμού, σύμφωνα με τα δικά σου μέτρα; Το πρώτο βήμα είναι να τους στερήσεις το μέλλον τους. Όταν μιλάμε για μέλλον, τότε μία, από τις στενά συνδεδεμένες εικόνες που μας έρχονται είναι η εικόνα ενός παιδιού. Εάν από αύριο δεν γεννιόταν ούτε ένα παιδί, τότε το πολύ σε 100 χρόνια δεν θα υπήρχε ούτε ένας άνθρωπος στον πλανήτη και δεν θα υπήρχε ούτε ένας να μιλάει για τα κατορθώματά του.
Αν το εφαρμόσουμε αυτό σε μια πιο μικρή κλίμακα, για παράδειγμα σε μια φυλή ανθρώπων, τότε όσο θα περνάνε τα χρόνια οι άνθρωποί τους θα γερνάνε και τη θέση τους δεν θα υπάρχει κανένας να την πάρει. Φυσικά, το να στειρώσεις μια ολόκληρη φυλή και πάλι θα τραβήξει βλέμματα και μπορεί να κατηγορηθείς ότι διαπράττεις απάνθρωπα εγκλήματα. Έτσι, το μυστικό να μη σε πάρουν χαμπάρι είναι να χαμογελάς και να τους κοιτάς στα μάτια, να κάνεις φιλανθρωπίες, να υποσχεθείς ότι θα τους προσέχεις και ότι στο μέλλον μπορεί να τους καλέσεις για μία επίσκεψη στο παραδεισένιο κήπο σου, να προσφέρεις καταφύγιο στους ηλικιωμένους της φυλής που εσύ ο ίδιος θέλεις να διαλύσεις.
Σε αυτό το άρθρο θα μιλήσουμε αρχικά για τα παιδιά των Ινουίτ. Κάποτε αυτή η φυλή είχε μεταναστεύσει από την Ασία τον 13ο αιώνα στη Γροιλανδία (Kalaallit Nunaat στη γλώσσα των Ινουίτ, που σημαίνει «Η γη των Ανθρώπων»). Οι θαλασσοπόροι Βίκινγκς είχαν δώσει κι άλλη ονομασία: «Πράσινη χώρα», αλλά στην ουσία η Γροιλανδία είναι το μεγαλύτερο νησί στον πλανήτη μας και το 81% της έκτασής της καλύπτεται από πάγο. Σ’ αυτές τις δύσκολες συνθήκες ζουν 70.000 χιλιάδες ιθαγενείς Ινουίτ. Θα μπορούσε να ήταν δύο φορές περισσότεροι όμως γι’ αυτό ευθύνεται η Δανία. Η μείωση του πληθυσμού των Ινουίτ οφείλεται στο γεγονός ότι χιλιάδες γυναίκες και δωδεκάχρονα κορίτσια είχαν υποβληθεί σε υποχρεωτική στείρωση από τη μεριά της Δανίας, κάτι που είχε γίνει δεκάδες χρόνια πριν.
Τα βάσανα ξεκίνησαν
Τα βάσανα των Ινουίτ ξεκίνησαν το 1953, όταν οι ΗΠΑ έκαναν μια δελεαστική πρόταση στην τότε «Κοινότητα του Βασιλείου» της Δανίας για την αγορά του νησιού. Για κακή τύχη των Ινουίτ, το νησί βρίσκεται σε μια σημαντική θέση με στρατηγική σημασία και για τις ΗΠΑ-Καναδά, αλλά και για τη Δανία. Απορρίφθηκε η πρόταση για αγοραπωλησία και στη συνέχεια το νησί έγινε κομητεία. Με αυτήν την απόφαση η «Κοινότητα του Βασιλείου» της Δανίας είχε το ελεύθερο να αποφασίσει για το μέλλον των Ινουίτ. Το σχέδιο ήταν πολύ απλό και ύπουλο. Μέσω διαφορετικών, μυστικών οργανώσεων, που φαινομενικά είχαν φιλανθρωπικούς σκοπούς, ο στόχος τους ήταν η μείωση του πληθυσμού, καθώς οι Δανοί ήθελαν να αποικήσουν στο μέρος, χωρίς την ανασφάλεια του γηγενούς πληθυσμού.
Αυτό το «φιλανθρωπικό» πρόγραμμα ψηφίστηκε από τη Βουλή της Δανίας και χρηματοδοτήθηκε με υπέρογκα ποσά. Επειδή, όμως, οι Ινουίτ είχαν το δικαίωμα να ζητήσουν την ανεξαρτησία τους οποιαδήποτε στιγμή, η «Κοινότητα του Βασιλείου» της Δανίας πήρε τα μέτρα της, καθώς αποφάσισε ότι με γρήγορους ρυθμούς έπρεπε να εμποδίσει τον πολλαπλασιασμό αυτής της φυλής. Όσοι Ινουίτ επέζησαν, υποχρεώθηκαν να δηλωθούν ως Δανοί. Οι αρμόδιοι έπαιρναν με τη βία τα παιδιά των Ινουίτ από τους γονείς τους και τα ανέθεταν σε ανάδοχες οικογένειες. Μ’ αυτόν τον τρόπο τα παιδιά δεν μπορούσαν να μιλάνε στη μητρική τους γλώσσα, αποκόπηκαν από την κουλτούρα τους, οι πιο πολύ δεν θυμόντουσαν ούτε καν τους γονείς τους.
Τους είχαν υποχρεώσει να μάθουν τη γλώσσα και την κουλτούρα της Δανίας. Δεν γλίτωσαν ούτε οι μεγάλοι, όπου τους είχαν απαγορεύσει το κυνήγι, κατέστρεψαν τα μικρά χωριά, και τους εξανάγκασαν να μετακομίσουν στις πόλεις, χωρίς να γνωρίζουν που βρίσκονται τα παιδιά τους. Αυτή η επεκτατική πολιτική των Δανών ξεκίνησε το 1967. Το podcast «Spirqlkampagnen» («εκστρατεία σπιράλ») έδωσε στη δημοσιότητα υλικό που δείχνει ότι εμφυτεύτηκαν σπιράλ σε 4.500 κορίτσια Ινουίτ της Γροιλανδίας από το 1960 έως το 1970. Όμως, οι απαράδεκτες επεμβάσεις συνεχίστηκαν μέχρι και την επόμενη δεκαετία και συγκεκριμένα μέχρι το 1991. Επομένως, ο συνολικός αριθμός παραμένει άγνωστος.
Το μεγάλο σκάνδαλο
Το μεγάλο σκάνδαλο έγινε γνωστό όταν μια από τις άτυχες αυτές κοπέλες, η Νάγια Λίμπερθ (13χρονη έφηβη τότε και σήμερα 60χρονη γυναίκα), μίλησε δημόσια για την περιπέτεια της με τον γυναικολόγο που της εμφύτευσε εν αγνοία της το σπιράλ. Μίλησε και η Κατρίν Πάκομπσεν, 12χρονη τότε, όταν της έκαναν το ίδιο οι γιατροί. Για πολλά χρόνια υπέφερε από πόνους και στα 30 της αφαίρεσε τη μήτρα της. Κάποιες άλλες γυναίκες δεν το έμαθαν ποτέ και νόμιζαν ότι φταίνε αυτές που δεν μπορούσαν να συλλάβουν, ενώ κάποιες άλλες το μάθανε όταν πήγαν από μόνες τους σε μια προσπάθεια εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Η μία από τις δύο βουλευτίνες της Γροιλανδίας, η Ακι Ματίλντα Χοχ Νταμ, μίλησε στη Βουλή της Δανίας, χρησιμοποιώντας άφοβα τον όρο γενοκτονία, για το πώς ο λαός της εξοντώθηκε καθώς και για τον ρατσισμό που έχουν υποστεί. Κατηγόρησε τη Δανία για την προσπάθειά της να εξαφανίσει την κουλτούρα, τη γλώσσα και τους ίδιους τους Ινουίτ. Μετά από πολλές κατηγορίες, η Δανία συμφώνησε να συνεργαστεί με τη Γροιλανδία προκειμένου να ερευνήσουν σε βάθος την επιβολή αυτών των μέτρων από τους ίδιους τους Δανούς. Τον Μάιο του 2025 και οι δύο μεριές θα πρέπει να παρουσιάσουν το αποτέλεσμα της έρευνας, αλλά για αποζημιώσεις των θυμάτων ακόμα δεν μίλησε κανείς.
Υπό διαφορετικές συνθήκες αυτές οι τρεις σκανδιναβικές χώρες, η Δανία, η Νορβηγία και η Σουηδία, πάντα πηγαίνανε μαζί. Ακολουθούσαν την ίδια πολιτική και υποστήριζαν η μία την άλλη από τα παλιά χρόνια, όταν υπήρχαν ακόμα οι Κβεν ως εθνική μειονότητα, απόγονοι φινλανδοφώνων που μετανάστευσαν στη βόρεια Νορβηγία από τον 18ο μέχρι τον 20ο αιώνα. Σ’ αυτήν τη χρονική περίοδο οι Κβεν έχασαν την ταυτότητά τους με τη γνωστή διαδικασία νορβηγοποίησης». Ο τυπικός σύγχρονος Κβεν είναι ένας νορβηγόφωνος Νορβηγός που απλά γνωρίζει τη γενεαλογία του και που στο παρελθόν μιλούσαν την ουραλική ομώνυμη γλώσσα (ως φινλανδική διάλεκτος στην Φινλανδία). Οι Σαάμι είναι αυτόχθονες του Άπω Βορρά και κατοικούν παραδοσιακά στα κεντρικά και βόρεια μέρη της Νορβηγίας και Σουηδίας, καθώς και σε περιοχές της βόρειας Φινλανδίας.
Αυτές οι δύο φυλές χαρακτηρίστηκαν, από τους Νορβηγούς και τους Σουηδούς, ως άγριοι και απολίτιστοι και αντιμετωπίστηκαν ακριβώς όπως οι Ινουίτ. Άνοιξαν ειδικά σχολεία με ειδικά εκπαιδευμένους, δασκάλους που έπαιρναν με τη βία τα παιδιά των Σαάμι και Κβεν, δήθεν για εκπαιδευτικούς λόγους, και αντί αυτού όλοι περνούσαν τη διαδικασία στείρωσης. Μετά τους έδιναν την ταυτότητα του Νορβηγού, αναγκάζοντάς τους να ξεχνάνε ποιοι είναι. Τέτοιου είδους σχολικά προγράμματα ψηφίστηκαν από τη νορβηγική Βουλή του 1851. Μετά τους πολέμους του Ναπολέοντα οι ευρωπαίοι άρχισαν να εφαρμόζουν τα πονηρά τους σχέδια όσον αφορά τη γενετική εκκαθάριση τον ανεπιθύμητων λαών.