Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Ανδρέα Μαζαράκη
«Όταν η Κίνα ξυπνήσει, ο κόσμος θα σειστεί» – Ναπολέων A ‘
Το 1963, o στρατηγός Σαρλ Ντε Γκωλ, στις εκμυστηρεύσεις του προς τον Γάλλο συγγραφέα Αλέν Περεφίτ, οι οποίες παρατίθενται στο βιβλίο του «De la Chine» («Περί Κίνας»), είχε επιτακτικά τονίσει: «Αυτό το οποίο είναι σίγουρο είναι πως μια μέρα, ίσως πιο σύντομα από όσο νομίζουμε, η Κίνα θα είναι μια μεγάλη πολιτική, οικονομική, αλλά και στρατιωτική πραγματικότητα. Η Κίνα είναι η πιο μεγάλη χώρα του κόσμου. Μια μέρα θα μπορούσε όντως να γίνει η πρώτη». Σήμερα η Κίνα έχει όλα τα πλεονεκτήματα για να γίνει η πρώτη δύναμη του πλανήτη. Μεταξύ άλλων, το Πεκίνο έχει στη φαρέτρα του το 30% του εξωτερικού χρέους των ΗΠΑ. Για όλα αυτά, o πόλεμος για την ηγεμονία στην Ανατολική Ασία έχει ξεκινήσει πολύ πριν την άνοδο του Τραμπ στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Το 2030, στην καλύτερη περίπτωση για την Κίνα, το πολύ το 2040, όπως προβλέπουν οι περισσότεροι διεθνείς αναλυτές, η Κίνα θα έχει ξεπεράσει τη δύναμη των ΗΠΑ οικονομικά και, ίσως, και στρατιωτικά. Σε κάθε περίπτωση, o στρατηγός Ντε Γκωλ είχε προβλέψει σωστά. Η Κίνα με «τη μυστηριώδη δύναμη του πολιτισμού της, τη νοοτροπία του λαού της, την ευφυΐα και την πονηριά της ηγετικής της τάξης», όπως γράφει η Στεφανί Μπεσιέρ («Η Κίνα στην Αυγή του 21ου Αιώνα», εκδ. Κέδρος), είναι ήδη «μια μεγάλη πραγματικότητα» πολιτική, οικονομική και στρατιωτική, όπως το εννοούσε o Ντε Γκωλ. Απομένει να μάθουμε αν οι Κινέζοι θα κυριαρχήσουν στη διεθνή σκηνή για να βελτιώσουν τον κόσμο, διατηρώντας την ειρηνική εξωτερική πολιτική τους, ή θα εκμεταλλευθούν τη δύναμής του με επεκτατικές διαθέσεις, όπως φοβούνται τα «γεράκια» του αμερικάνικου Πενταγώνου.
Για το πώς κατάφερε η Δύση να αποποιηθεί, ουσιαστικά, την αναμφισβήτητη πρωτοκαθεδρία της έχουν γραφτεί πολλά. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η Κίνα έγινε υπερδύναμη, όχι μόνο επειδή πλούτιζε πολύ, αλλά λόγω των καταστροφικών επιλογών που έκαναν τα κέντρα λήψης των αποφάσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες, μεθυσμένα από την επικράτηση της Δύσης στον Ψυχρό Πόλεμο. Η διεθνώς γνωστή συγγραφέας Νταμπίσα Μόγιο στο βιβλίο της «Πώς χάθηκε η Δύση» (Εκδ. Λιβάνης, 2011) εστιάζει σε τρεις βασικούς λόγους για τους οποίους οι ΗΠΑ και η Ευρώπη υπέστησαν αυτήν την καταλυτική διάβρωση των πλεονεκτημάτων τους σε όφελος της Κίνας και του αναδυόμενου Παγκόσμιου Νότου.
Πρώτον, λόγω των παρωπίδων που εγκλώβισαν τις πολιτικές και στρατιωτικές επιλογές τους, οι οποίες ενίσχυσαν την πόλωση, αντί να ενθαρρύνουν τη δημιουργία αξιόπιστων συμμαχιών. Έτσι «η Δύση (κυρίως οι ΗΠΑ) έχει καταφέρει να αποξενώσει αυτές ακριβώς τις αναδυόμενες χώρες με τις οποίες ανταγωνίζεται τώρα». Ο δεύτερος λόγος είναι η «παγκοσμιοποίηση» που έφερε τη μείωση του κόστους παραγωγής, επικοινωνίας και μεταφοράς.
Πράγματι, o «επίπεδος κόσμος», όπως περιέγραψε ο Τόμας Φρίντμαν την εποχή των «ανοικτών αγορών» και «ανοικτών συνόρων», είχε ως φυσική συνέπεια την υιοθέτηση σε παγκόσμια κλίμακα των τεχνολογικών προτύπων που κάποτε ήταν τα αβαντάζ της Δύσης. Και, τέλος, οι προηγμένες Δυτικές χώρες μέσα από μια σειρά «θεμελιωδώς λανθασμένων πολιτικών», όπως εξηγεί η Μόγιο, στην πορεία των τελευταίων σαράντα ετών έκαναν την ανάπτυξη της Κίνας να πάρει αμετάκλητη πορεία. Μέσα σε διάστημα λίγων δεκαετιών έκανε μια εκπληκτική και δυναμική είσοδο στη διεθνή σκηνή του 21 ου αιώνα.
Για να αποτυπώσει παραστατικά όλη αυτή την εξέλιξη, η Ναμπίσα Μόγιο διηγείται ένα περιστατικό από κάποιο συνέδριο, πριν αρκετά χρόνια, στο οποίο ο διευθύνων σύμβουλος μιας κορυφαίας δυτικής τηλεφωνικής εταιρείας μιλούσε για ώρα, κομπάζοντας για τα εντυπωσιακά επιτεύγματα που είχε παρουσιάσει η εταιρεία του και τις καινοτομίες που είχε έτοιμες για το μέλλον. Η ομιλία του έγινε δεκτή με παρατεταμένο χειροκρότημα. Όταν ήρθε η σειρά του επικεφαλής της αντίστοιχης κινέζικης εταιρείας, αυτός ατάραχος είπε με δύο λόγια: «Εμείς μπορούμε να κάνουμε ό,τι κι αυτός, με 40% χαμηλότερο κόστος». Και μετά κάθισε.
Η Κίνα, που στο παρελθόν έφτασε στην κορυφή του παγκόσμιου πολιτισμού, στον 210 αιώνα δείχνει ότι έχει τη συμφυή ικανότητα να φτάσει πάλι. Αυτή η ικανότητα οφείλεται στον πλούτο του ανθρώπινου δυναμικού της Κίνας, στον χαρακτήρα και στη νοοτροπία των Κινέζων: λαός εργατικός, προσηλωμένος στις παραδόσεις του. Επιπλέον είναι εύθικτοι, δεν ξεχνούν ποτέ τις ταπεινώσεις που έχουν υποστεί από τους Δυτικούς και είναι περήφανοι για την αρχαιότητα και την ακτινοβολία του πολιτισμού τους.
«Οι Κινέζοι είναι ικανοί να αντέξουν την προσπάθεια, χωρίς να παραπονιούνται ούτε να αποθαρρύνονται, με μια υπομονή και ένα πείσμα που λίγοι άλλοι λαοί ξέρουν να δείχνουν. Αυτό το προτέρημα συνδυάζεται με μια σπάνια ικανότητα αντοχής και προσαρμογής, αρκεί να υπάρχει μια ελπίδα για πλουτισμό και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου», λέει η Στεφανί Μπεσιέρ στο βιβλίο της που αναφέραμε. Και όπως έλεγε ο Τενγκ ΣΙαοπίνγκ, που διαδέχθηκε τον Μάο Τσετούνγκ στην ηγεσία της Κίνας: «Πρέπει να κρύβει κάποιος τα ταλέντα του περιμένοντας την ώρα του».
Η 3η χώρα στον κόσμο ως προς την επιφάνειά της
Η Κίνα είναι η 3η χώρα στον κόσμο ως προς την επιφάνειά της, διαθέτει το 12% περίπου των παγκόσμιων ορυκτών αποθεμάτων (άνθρακας, πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ασφαλτούχος σχιστόλιθος, ουράνιο και θόριο) και παράλληλα διαθέτει άφθονους υδάτινους πόρους, με το ποτάμιο δίκτυό της να αποτελείται από 5.000 περίπου μεγάλα και μικρότερα ποτάμια. Μάλιστα, ο Τσάνγκ Ζιάνγκ (Γιανγκτσέ — «μακρύ ποτάμι») να είναι o τρίτος μεγαλύτερος στον κόσμο μετά τον Νείλο και τον Αμαζόνιο, με συνολικό μήκος 6.300 χιλιόμετρα, γι’ αυτό και ονομάζεται «Χρυσή ποτάμια οδός». Διαθέτει μια διάσημη τεχνητή υδάτινη οδό, που συνδέει τον βορρά με τον νότο: τη Μεγάλη Διώρυγα, η διάνοιξη της οποίας άρχισε τον 5ο αιώνα π.Χ. και, με μήκος 1.801 χιλιόμετρα, είναι η μεγαλύτερη και η αρχαιότερη τεχνητή διώρυγα στον κόσμο.
Για να κατανοήσει κάποιος την εξωτερική πολιτική της Κίνας πρέπει να γνωρίζει τη νοοτροπία των σημερινών Κινέζων. Όπως στην ελληνική παράδοση (και μετά στον Δυτικό κόσμο) η ηθική και η πολιτική συνδυάστηκαν με τα Πολιτικά του Αριστοτέλη, ανάλογα στην κινεζο-ασιατική παράδοση ο Κομφούκιος δίδαξε την ηθική συμπεριφορά των ατόμων, καθώς και την ηθική συμπεριφορά των κρατών. Στην κομφουκιανή σκέψη, με την οποία είναι διαποτισμένοι οι Κινέζοι, η διακυβέρνηση εξασκείται μέσω προτύπων, μέσω της προσήλωσης των ηγεμόνων στα έθιμα και τις παραδόσεις. Ο Κομφούκιος, χωρίς να αρνείται τη χρησιμότητα των ποινών, δίδασκε τη «βασιλική οδό» της διακυβέρνησης των μανδαρίνων, με την τήρηση κανόνων ευπρέπειας, επιείκειας και καλής συμπεριφοράς: «Αν o λαός κυβερνηθεί με την αρωγή των νόμων και ο κανόνας εφαρμοστεί ομοιόμορφα με τη βοήθεια ποινών, o λαός θα προσπαθήσει να αποφύγει τις ποινές, αλλά δεν θα έχει το αίσθημα της ντροπής. Αν o λαός κυβερνηθεί με την αρωγή της αρετής και o κανόνας εφαρμοστεί ομοιόμορφα με τη βοήθεια εθίμων, ο λαός θα αποκτήσει την έννοια της ντροπής και επιπλέον θα γίνει καλύτερος».
Οι Κινέζοι, όπως και οι Ρώσοι και οι Μουσουλμάνοι, συνδυάζουν την αίσθηση της ηθικής δικαιοσύνης τους με σφοδρή κριτική στις Δυτικές κοινωνίες. Τα μεγάλα ευρωπαϊκά έθνη της πρώην αυτοκρατορικής δόξας (Βρετανία, Γαλλία κ.λπ.) τα βλέπουν σε παρακμή, αποσύνθεση και πνευματική αποσύνθεση. Όσο για τον αμερικάνικο πολιτισμό, τον βλέπουν ότι έχει αρχίσει να παρακμάζει, πριν καν φτάσει στο απόγειό του. Οι βασικές ανώτερες κινέζικες αξίες είναι: σεμνότητα, ανεκτικότητα, υπομονή, σεβασμός για τους προγόνους, παράδοση, αντίσταση στη διαφθορά, σεβασμός στην ιεραρχία, αίσθηση του καθήκοντος, πατριωτισμός.
Η σταθερότητα της κοινωνίας στην Κίνα, σύμφωνα με τις απόψεις του Κομφουκιανισμού, βασίζεται στις ιεραρχικές σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Η οικογένεια είναι το πρότυπο όλων των κοινωνικών οργανώσεων. Θα πρέπει κάποιος να είναι μετριοπαθής σε όλα τα πράγματα: να εξοικονομεί, να παραμένει ήρεμος, να αποφεύγει τις ακρότητες, να δείχνει επιείκεια.
Ο Κομφουκιανισμός
Ο Κομφουκιανισμός ασκεί ισχυρή επιρροή στην καθημερινή ζωή και τις επιχειρηματικές κουλτούρες στην Κίνα, μαζί και άλλους παράγοντες όπως: ταοϊσμός, βουδισμός, λατρεία των προγόνων. Ο κολεκτιβισμός είναι επίσης πολύ ισχυρός στην Κίνα. Για να διαχειριστούν τον εμπορικό πόλεμο που έχουν ξεκινήσει με τους Αμερικάνους πρέπει να γνωρίζουν τον βασικό πυρήνα των κινεζικών πεποιθήσεων και τις συνέπειές τους στις επιχειρήσεις.
Οι διαπραγματεύσεις στην Κίνα είναι σημαντικές κοινωνικές εκδηλώσεις, κατά τη διάρκεια των οποίων καλλιεργούνται οι σχέσεις και αποφασίζεται αν οι άνθρωποι στην άλλη πλευρά του τραπεζιού είναι κατάλληλοι εταίροι μακροπρόθεσμα. Οι Κινέζοι, που δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά εδώ και 4.000 χρόνια, σίγουρα είναι. H διαπραγμάτευση γίνεται βήμα προς βήμα με έναν ήρεμο γι’ αυτούς τρόπο, χωρίς όμως να ξεφεύγουν από τα συμφέροντα τους.
Προτιμούν να ανοίγουν τις διαδικασίες με μια συζήτηση γενικών αρχών αμοιβαίου ενδιαφέροντος, παρά να βιάζονται να υπογραφεί μία σύμβαση, όπως βλέπουμε να συμβαίνει αυτήν την περίοδο με τους Αμερικάνους, αυτήν τη βιασύνη που βλέπουμε να επιδεικνύει η σημερινή διακυβέρνηση Τραμπ για να δώσει «λύσεις» σε όλα τα ζητήματα. Οι προσανατολισμένοι στο «κλείσιμο της δουλειάς» Αμερικάνοι συμφωνούν να εκτελέσουν συγκεκριμένες εργασίες σε ένα συμφωνημένο χρονικό διάστημα.
Οι Κινέζοι, κοιτάζοντας πέρα από τη συμφωνία, δίνουν προτεραιότητα στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μακροπρόθεσμα. «Είναι φειδωλοί, προσεκτικοί, υπομονετικοί… Συνδυάζουν την ευελιξία με τη σταθερότητα και περιμένουν και τις δύο αυτές Ιδιότητες από εσάς… Γνωρίζουν το μέγεθος της αγοράς τους και το χρησιμοποιούν ως στρατηγική τιμολόγησης», όπως έχει πει ο Ρίτσαρντ Λιούις, πρόεδρος ενός διεθνούς ινστιτούτου επικοινωνίας, ο οποίος γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα τα κλειδιά για την αντιμετώπιση των Κινέζων και των δυσκολιών τους.