Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Ανδρέα Μαζαράκη
Μετά από 20 χρόνια οι Αμερικανοί (και οι σύμμαχοί τους) εγκατέλειψαν το Αφγανιστάν. Η επιστροφή των Ταλιμπάν στην εξουσία ήταν γεγονός. Τα τρισ. δολάρια, οι χιλιάδες νεκροί και οι περισσότεροι τραυματίες έπεσαν σε μαύρη τρύπα. Αν αυτό δεν είναι ήττα, τότε τι είναι; Το μόνο κέρδος είναι ότι ο εικοσαετής αυτός πόλεμος κατέδειξε κάποια πράγματα και οδηγεί σε κάποιες αναθεωρήσεις στο αμιγώς στρατιωτικό επίπεδο.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πολλά από τα οπλικά συστήματα που αναπτύσσονται σήμερα και εμφανίζονται ως “η τελευταία λέξη της μόδας” στην πολεμική τεχνολογία, έχουν εμφανιστεί εδώ και αρκετές δεκαετίες και οδηγήθηκαν εν συνεχεία στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Ακολούθησαν τη “χαμένη επανάσταση” της περιβόητης RMA (Revolution in Military Affairs), της οποίας αποτελούσαν μέρος. Μια “Επανάσταση στις Στρατιωτικές Υποθέσεις” που δεν έγινε ποτέ, επειδή άλλαξαν οι ιστορικές συνθήκες που τη γέννησαν.
Χαρακτηριστικά, το πρώτο δόγμα μάχης που βασίζονταν σε αυτήν, η Αεροεδαφική Μάχη (AirLand Battle), τέθηκε σε ισχύ μόλις λίγους μήνες πριν από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Βέβαια, η “Επανάσταση στις Στρατιωτικές Υποθέσεις” άρχισε να σχηματοποιείται με αυτό το όνομα στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και να διεκδικεί ξανά τον κυρίαρχο ρόλο στα πολεμικά δρώμενα του πλανήτη.
Τότε, όμως, συνέβη ένα άλλο γεγονός που την οδήγησε εκτός του ιστορικού προσκηνίου. Το γεγονός αυτό ήταν η 11η Σεπτεμβρίου 2001 και ο εγκλωβισμός των ΗΠΑ στον ασαφή, ατέρμονα και χιμαιρικό Πόλεμο ενάντια στην Τρομοκρατία. Οι Αμερικανοί, μετά τις αρχικές θεαματικές επιτυχίες τους στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, όπου εφάρμοσαν αντιλήψεις, δόγματα και τεχνολογίες της “Επανάστασης στις Στρατιωτικές Υποθέσεις”, εγκλωβίστηκαν σε παρατεταμένους φθοροποιούς πολέμους χαμηλής έντασης.
Οι αντίπαλοί τους είχαν όπλα χαμηλής τεχνολογίας, έναντι των οποίων τα μαγικά τεχνουργήματα της “Επανάστασης στις Στρατιωτικές Υποθέσεις” ελάχιστα πράγματα μπορούσαν να κάνουν. Το αμερικανικό στράτευμα ασχολήθηκε μέχρι μονομανίας με αντιαντάρτικες επιχειρήσεις και με στρατιωτικές επιχειρήσεις εκτός του πολέμου (MOOTW), όπως αποστολές διατήρησης και επιβολής της ειρήνης και οικοδόμησης εθνών (nation making).
Έτσι, παραμέλησε τις παραδοσιακές του πολεμικές ικανότητες και οι φιλοσοφίες του δικτυοκεντρικού πολέμου και τα διάφορα τεχνουργήματα και αντιλήψεις της “Επανάστασης στις Στρατιωτικές Υποθέσεις” τέθηκαν στο περιθώριο και ξεχάστηκαν. Ξεχάστηκαν, αλλά δεν χάθηκαν. Κατά κάποιον τρόπο, η επιστήμη και η τεχνολογία του πολέμου στη Δύση “πάγωσαν” για περίπου δεκαέξι χρόνια.
Αφγανιστάν και μαχητική ικανότητα
Όπως παραστατικότατα το έθεσε ο αντιστράτηγος Bruce Crawford, επικεφαλής αξιωματικός πληροφοριών του στρατού των ΗΠΑ (US Army Chief Information Officer / G6), αναφερόμενος στο κενό ικανοτήτων των ΗΠΑ σχετικά με την αντιμετώπιση ομόλογων αντιπάλων, λόγω της μονομανίας με τις αντιαντάρτικες επιχειρήσεις: «Έχουμε ένα πρόβλημα 16 ετών και χρειαζόμαστε λύση μέσα σε έναν χρόνο».
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι η εμπλοκή σε πολύχρονους πολέμους εναντίον αντιπάλων χαμηλής τεχνολογίας δεν μείωσε μόνο τις ικανότητες έναντι ομόλογων αντιπάλων, αλλά αύξησε υπερβολικά την επιφυλακτικότητα των Αμερικανών στρατιωτών και μείωσε γενικώς τη μαχητική τους ικανότητα. Πράγματι, το 2014 ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και Δόγματος του Στρατού των ΗΠΑ (TRADOC), στρατηγός Robert Gone, υποστήριξε ότι ο Στρατός είχε χάσει τα τελευταία χρόνια μεγάλο μέρος των ικανοτήτων του για διεξαγωγή ελιγμών, αλλά και της φονικότητας προς όφελος της προστασίας των στρατιωτών (force protection).
Ανέφερε δε ότι στο Αφγανιστάν μάχες μικρής κλίμακας εναντίον φτωχά εξοπλισμένων ανταρτών έφθαναν να διαρκούν ακόμη και οκτώ ώρες, έως ότου φθάσουν μαχητικά ελικόπτερα Apache ή μαχητικά αεροσκάφη της Αεροπορίας. Με άλλα λόγια, οι Αμερικανοί στρατιώτες στο σημείο περιορίζονταν να προστατεύουν τους εαυτούς τους, δεν προσπαθούσαν να κατανικήσουν τους αντιπάλους με δικά τους μέσα και περίμεναν την αεροπορική ισχύ για να δώσουν λύση.
Αυτή η τάση αναφέρεται σκωπτικά από τους Αμερικανούς ιθύνοντες “goes from M16 to an F-16” και ο Gone δήλωσε ότι «αν χρειαζόμαστε ένα Apache για κάθε μικροσυμπλοκή τότε έχουμε πρόβλημα». Αυτό, όμως, είναι μια σχεδόν αναπόφευκτη συνέπεια παρατεταμένων πολεμικών αναμετρήσεων χαμηλής έντασης. Πράγματι, αν ο πόλεμος καταστεί ο κανόνας και όχι η εξαίρεση, τότε οι πολεμιστές οδηγούνται αναπόφευκτα σε μια λογική μειωμένου ρίσκου, έτσι ώστε να ζήσεις για να πολεμήσεις και την επόμενη μέρα.
Κινεζική επαναφορά της RMA
Στην Ανατολή, όμως, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Η Κίνα, εκμεταλλευόμενη την ανάπαυλα αυτή, μελετώντας λεπτομερώς την αμερικανική “Επανάσταση στις Στρατιωτικές Υποθέσεις” και τις αντιλήψεις του πληροφοριοκεντρικού και δικτυοκεντρικού πολέμου, έκανε αθόρυβα τη δική της “Επανάσταση στις Στρατιωτικές Υποθέσεις με κινεζικά χαρακτηριστικά”. Δημιούργησε ένα υπερσύγχρονο στράτευμα, με πολλά όμως ασύμμετρα στοιχεία, έναντι του οποίου η αντιαντάρτικη αμερικανική πολεμική δύναμη δεν διέθετε τις κατάλληλες ικανότητες αντιμετώπισης.
Έτσι, ο νέος Ψυχρός Πόλεμος αλλάζει τα δεδομένα. Η “Επανάσταση στις Στρατιωτικές Υποθέσεις” και οι αντιλήψεις του πληροφοριοκεντρικού-δικτυοκεντρικού πολέμου έρχονται ξανά δυναμικά στο προσκήνιο. Και έρχονται σε μια εποχή που έχουν ωριμάσει περισσότερο οι συνθήκες για την εφαρμογή τους σε σχέση με αυτήν που πρωτοεμφανίστηκαν. Συγκεκριμένα, έχουν πλέον αναπτυχθεί σε σημαντικό βαθμό τεχνολογίες που επιτρέπουν τη δημιουργία των πολεμικών τεχνουργημάτων και δομών, όπως ρομποτικά συστήματα και διευρυμένες αρχιτεκτονικές αισθητήρων για συλλογή πληροφοριών. Επίσης, το διαρκώς αυξανόμενο κόστος των πλατφορμών μάχης έχει αυξηθεί κατά πολύ σε σχέση με τότε.
Τα σημερινά αεροπλάνα, ελικόπτερα, άρματα μάχης και πολεμικά πλοία στοιχίζουν τόσο πολύ στην κατασκευή και στη συντήρησή τους, που πλέον η απόκτησή τους σε επαρκείς αριθμούς είναι πολύ δύσκολη ακόμη και για πλούσια κράτη. Άρα, έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την επαναφορά της “Επανάστασης στις Στρατιωτικές Υποθέσεις” στο ιστορικό προσκήνιο, συνδυασμένης αυτή τη φορά με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις της Πυραυλικής Επανάστασης και τις τεχνολογίες της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης.
Η επιστροφή του Κλαούζεβιτς
Θα είναι όμως μια “Επανάσταση στις Στρατιωτικές Υποθέσεις” πιο μετριοπαθής από αυτήν της πρώιμης εποχής, χωρίς τις αφέλειες και την αλαζονεία της. Μεταξύ των άλλων, οι εμπλοκές με ασύμμετρους αντιπάλους στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ επέφεραν σκληρό πλήγμα στα υπερφίαλα οράματα περί ενός “διάφανου” πεδίου μάχης, όπου η “ομίχλη του πολέμου” θα είχε κατανικηθεί και οι ανώτατοι διοικητές θα έβλεπαν τα πάντα, θα επικοινωνούσαν με τους πάντες και οι διαταγές τους θα εκτελούνταν αστραπιαία, ωσάν να ήταν διοικητές-θεοί.
Η ασύμμετρη επιχειρησιακή λογική των αντιπάλων των ΗΠΑ στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν κατέδειξε ότι η πολεμική πραγματικότητα είναι εξαιρετικά πολύπλοκη για να καθυποταχθεί από αισθητήρες, ζεύξεις δεδομένων και ηλεκτρονικούς υπολογιστές, και η “ομίχλη της μάχης” (fog of war), η “τριβή” (friction) και η “ευκαιρία” (chance), κατά Κλαούζεβιτς, είναι οργανικά στοιχεία της πολεμικής διαδικασίας και όχι κάποιες ατέλειες που θα μπορούσαν να κατανικηθούν διά της τεχνολογίας. Αντιθέτως, η τεχνολογία δημιουργεί νέες αχίλλειες πτέρνες.
Για παράδειγμα, μια απειλή για τις “νοικοκυρεμένες” δικτυοκεντρικές δομές είναι τα όπλα κυβερνοπολέμου. Έτσι, τα ιεραρχικά μοντέλα διοίκησης, που έφθασαν στο απόγειό τους στις πρώιμες αντιλήψεις περί πληροφοριοκεντρικού πολέμου, τείνουν να τεθούν στο περιθώριο. Οι Αμερικανοί θεωρούν πλέον ότι μπορεί να χρειαστεί να πολεμήσουν εναντίον ομόλογων αντιπάλων εφοδιασμένων με συστήματα υψηλής τεχνολογίας υπό συνθήκες όπου όχι μόνο δεν θα υπάρχουν τα τακτοποιημένα πολύπλοκα δίκτυα που προέβλεπε ο δικτυοκεντρικός πόλεμος πρώτης γενεάς, αλλά ούτε καν επικοινωνίες της εποχής του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Έτσι, για πρώτη φορά στην ιστορία τους, δείχνουν να αποδέχονται την ανάγκη για εφαρμογή αποκεντρωτικών μοντέλων διοίκησης εν πολέμω, τα οποία θα βασίζονται στην πρωτοβουλία, στον αυτοσχεδιασμό και γενικότερα στην κυριαρχία του τοπικού ηγήτορα έναντι των ανώτερων αλλά απομακρυσμένων από το πεδίο κλιμακίων. Αυτή είναι σε πολύ γενικές γραμμές η γερμανική φιλοσοφία της Auftragstaktik, η οποία στα αγγλικά αποδίδεται ως Mission Command και στα ελληνικά ως “Διοίκηση δια της Αποστολής”.
Εν κατακλείδι, λοιπόν, αυτή που έρχεται είναι μια “χαοτική”, εύπλαστη και ευέλικτη “Επανάσταση στις Στρατιωτικές Υποθέσεις”, η οποία δίνει έμφαση στην προσαρμοστικότητα και δεν θα επιδιώκει να καθυποτάξει τη χαοτική πραγματικότητα της μάχης στη βούληση των ανώτατων κλιμακίων, όπως προέβλεπε ο πληροφοριοκεντρικός-δικτυοκεντρικός πόλεμος πρώτης γενεάς.