Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Ανδρέα Μαζαράκη
Μπορεί οι περισσότεροι, οι άνω των 40 τουλάχιστον, να έχουμε συνδυάσει την Αφοί Λαμπρόπουλοι ως το αντίπαλον δέος του Μινιόν ή στην καλύτερη ως μέρος της συνδυαστικής χριστουγεννιάτικης βόλτας στο κέντρο της Αθήνας όπου θα φεύγαμε με το δώρο του Αϊ Βασίλη, όμως η Αφοί Λαμπρόπουλοι έχουν για τους περισσότερους μία άγνωστη πολύ πιο μεγάλη ιστορία και ένα τεράστιο αποτύπωμα στην οικονομία του τόπου. Ένα αποτύπωμα που φτάνει τα 100 χρόνια και ανοίγεται πέραν από τα πολυκαταστήματα στην παραγωγή (όπως της Κολυνός, κάνοντας την στην συνείδηση αρκετών ελληνική), στην μουσική βιομηχανία καθώς ήταν οι δημιουργοί της Columbia ακόμη και τον αθλητισμό. Όλα αυτά συγκεντρώθηκαν και έγιναν το λεύκωμα «Αφοί Λαμπρόπουλοι 1901 – 1999» από το Φιλανθρωπικό Ίδρυμα Δημητρίου και Μπλανς Λαμπροπούλου.
Μία ιστορία που ξεκινάει από ένα κεφαλοχώρι της ορεινής Αρκαδίας, την Κοντοβάζαινα στα τέλη του 19ου αιώνα όπου ο Παναγιώτης Λαμπρόπουλος είχε ανοίξει το μοναδικό μπακάλικο στα τέλη του 19ου αιώνα και συνεχίζει όταν ο γιος του Ξενοφώντας εγκαταστάθηκε στην Αθήνα στις αρχές του περασμένου αιώνα, ξεκινώντας ως πλανόδιος πωλητής ανδρικών ειδών.
Είναι πολύ δύσκολο να περιγραφεί μέσα ένα κείμενο η πλειάδα των δραστηριοτήτων του ομίλου και των προσώπων μέσα στα 100 χρόνια του περασμένου αιώνα, όπως αυτά παρουσιάζονται στο Λεύκωμα. Το έκανε όμως σε μεγάλο βαθμό πριν από μερικά χρόνια ο αποκλειστικός φωτογράφος της Columbia, Πάνος Πανανίδης, στο δικό του λεύκωμα όπου περιγράφει τους Αφοί Λαμπρόπουλοι ως την «θρυλική δυναστεία»:
«Ξενοφών ο πρωτοπόρος, Θεμιστοκλής ο δημιουργός της ελληνικής γραμμοφωνίας, Κωνσταντίνος ο θεωρητικός, Βασίλειος ο αριστοκράτης, Μήτσος ο χωρατατζής και Θεόδωρος ο ήπιος… Οι τρεις Τάκηδες μοιράζονταν και τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Ο κ. Τάκης Ξ. (του Ξενοφώντος , ο οποίος ήταν ο μεγαλύτερος στην ηλικία και δημιουργός της Δυναστείας), οραματιστής με πληθώρα στρατηγικών εισηγήσεων και καλός οικονομολόγος, πρώτος πρόεδρος του ΣΕΛΠΕ και μέλος του ΔΣ της Εθνικής Τραπέζης, αναλαμβάνει γενικός διευθυντής όλων των εμπορικών καταστημάτων και εξεταστής στις προσλήψεις. Εκεί δεν πέρναγε ο “μπάρμπας από την Κορώνη”, ούτε από την Κοντοβάζαινα…Τα μπιλιετάκια των πρωθυπουργών, των υπουργών και των Ανακτόρων, για προσλήψεις ημετέρων, πετάγονταν στο καλάθι αν οι προσκομίζοντες τα δεν είχαν τα προσόντα! Ο Τάκης Ξ. διετέλεσε και μέλος του Παναθηναϊκού Α.Ο. με τον τότε πρόεδρο Απόστολο Νικολαϊδη (σ.σ από το 1975 έως το 1977 υπήρξε και πρόεδρος του Δ.Σ. Του Παναθηναϊκού).
Ο Τάκης Κ. είναι υπεύθυνος κουμανταδόρος όλων των αντιπροσώπων των εταιρειών Kolynos, Dual, Μάρβελ, Samsonite, κολόνια 4711 κ.α. Ο Τάκης Βήτα υπεύθυνος της Columbia και των αγορών της λιανικής. Ο Χρήστος είναι ο γενικός “δερβέναγας” των εισαγωγών και των ιδιόκτητων εργοστασίων στην Κολιάτσου και στο Μπράφι.» Τα μπιλιετάκια των πρωθυπουργών, των υπουργών και των Ανακτόρων, για προσλήψεις ημετέρων, πετάγονταν στο καλάθι αν οι προσκομίζοντες τα δεν είχαν τα προσόντα!
H περίοδος της Κατοχής και το τέλος του εμφυλίου
Την περίοδο της Κατοχής η εταιρεία αποφασίζει την στήριξη της δημοσιοϋπαλληλικής της πελατείας με πωλήσεις προϊόντων σε προπολεμικές τιμές και την στήριξη των υπαλλήλων της με επισιτιστικές διευκολύνσεις. Στις 28 Φεβρουαρίου 1942, επιτάχθηκαν από τις δυνάμεις Κατοχής τα καταστήματα της εταιρείας επί της οδού Σταδίου και στη συμβολή των οδών Αιόλου και Σοφοκλέους. Υπό τον φόβο των βομβαρδισμών αποθήκευσε τα εμπορεύματα σε αποθήκη στην πλατεία Κολιάτσου, η οποία λεηλατήθηκε στα επεισόδια των Δεκεμβριανών.
Έτσι, μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου βρέθηκε χωρίς κεφάλαια και εμπόρευμα προς διακίνηση. Με εμπορεύματα που προμηθεύονταν από Έλληνες προμηθευτές, καθώς υπήρχαν περιοριστικά μέτρα που είχαν επιβληθεί στο συνάλλαγμα, ξεκίνησε δειλά την επιστροφή στην κανονικότητα. Το 1951 που θα γιόρταζε τα 50 χρόνια λειτουργίας της θα την έβρισκαν να βρίσκεται σε ραγδαία ανάπτυξη η οποία είχε να κάνει και με την εντατικοποίηση της αστικοποίησης των Ελλήνων.
Η δεκαετία του ’60 ήταν αυτή που απογείωσε την Αφοί Λαμπρόπουλοι, καθώς ο πληθυσμός της Αθήνας από 1,4 εκατ., που ήταν στα μέσα της δεκαετίας του ’50, έφτασε στα 2,5 εκατομμύρια. Το 1960, η εταιρεία εστιάζει την καμπάνια της στην γυναίκα, καθώς θεωρεί ότι εκείνη είναι που αγοράζει για όλη την οικογένεια, ενώ το εμπορικό της πρόγραμμα στηρίζεται στο: «Τιμαί απολύτως ορισμέναι – Μικρόν Κέρδος – Μεγάλη Κατανάλωσις».
Η μεγάλη αλλαγή ήρθε τον Δεκέμβριο του 1965, όταν εγκαινιάζεται το νέο κτήριο στην οδό Λυκούργου 6, με ωφέλιμη έκταση 6,500 τ.μ. σε σχεδιασμό και αρχιτεκτονική μελέτη του Σόλωνα Κυδωνιάτη. Πρόκειται για ένα κτίριο που έφερε αρκετές καινοτομίες στην Ελλάδα όπως το φράγμα θερμού ή ψυχρού αέρα που αντικατέστησε τις πόρτες εισόδου, κλιματισμό και αυτόματη πυρόσβεση.
Ένα από τα θέματα που απασχολεί ακόμη και σήμερα έντονα, αυτό της ώρας λειτουργίας των καταστημάτων, ήταν πρωταγωνιστής και στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’70. Όπως αναφέρεται στα πρακτικά της Γενικής Συνέλευσης της εταιρείας «το ζήτημα του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων, πολύ σημαντικό για την ανάπτυξη του εμπορίου, δεν έχει επιλυθεί: τον προηγούμενο χειμώνα τα καταστήματα λειτούργησαν 48 ώρες ενώ τον χειμώνα του 1977, 45 ώρες».
Οι κλοπές και οι «χρυσές εφεδρίες»
Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα λύθηκε με την επιστροφή των «χρυσών εφεδριών»: Καθώς στα καταστήματα της εταιρείας παρατηρήθηκε αύξηση των κλοπών το 1978, προσλήφθηκαν παλαιές και έμπειρες πωλήτριες, που είχαν αποχωρήσει από την εταιρεία, οι οποίες κατά την ώρα αιχμής της εργασίας περιφέρονταν ως πελάτισσες προκειμένου να εντοπίσουν κλέφτες.
Τα προβλήματα δεν φαίνεται να λύθηκαν, καθώς το 1979 τα προβλήματα που απασχολούσαν την εταιρεία κατά την χρήση εκείνου του έτους ήταν ότι ο καταναλωτής δαπανούσε λιγότερα στα εμπορικά καταστήματα και περισσότερα για την ψυχαγωγία του, το ωράριο εξακολουθούσε να μένει εκτός ευρωπαϊκής και παγκόσμιας πραγματικότητας και δεν εξυπηρετούσε το καταναλωτικό κοινό, οι ζημίες από τις κλοπές εξακολουθούν να είναι υψηλές και η δικονομία να αποτελεί τροχοπέδη στην αντιμετώπιση των κλεπτών. Καθώς παρατηρήθηκε αύξηση των κλοπών, προσλήφθηκαν παλαιές και έμπειρες πωλήτριες, οι οποίες κατά την ώρα αιχμής της εργασίας περιφέρονταν ως πελάτισσες προκειμένου να εντοπίσουν κλέφτες.
Έπιασε… λιμάνι
Τον Οκτώβριο του 1979 λειτούργησε το νέο κατάστημα στον Πειραιά με 100 υπαλλήλους. Ένα χρόνο και κάτι μετά θα ήταν το μερτικό της Αφοί Λαμπρόπουλοι στο σκηνικό τρόμου που είχαν δημιουργήσει οι απανωτοί εμπρησμοί στα πολυκαταστήματα της Αθήνας. Στις 19 Δεκεμβρίου 1980 είχαν παραδοθεί στις φλόγες το Μινιόν και ο Κατράτζος ενώ στις 3 και Ιουλίου του 1981 πυρπολήθηκαν τα πολυκαταστήματα Κλαουδάτος, Δραγώνα και ΑΤΕΝΕ. Η Αφοί Λαμπρόπουλοι μπορεί να είχε προχωρήσει σε αυξημένες δαπάνες πυρασφάλειας και ασφάλισης κατά εμπρησμού όμως στις 7 Ιουλίου είδε το δικό της κατάστημα στον Πειραιά να γίνεται παρανάλωμα του πυρός.
Οι 100 υπάλληλοι του Πειραιά μεταφέρθηκαν και εργάζονταν πλέον στο κατάστημα της Αθήνας στο οποίο τοποθετήθηκαν φύλακες και στις ώρες που παρέμενε κλειστό. Η ζημιά όμως είχε γίνει καθώς ο φοβισμένος κόσμος απέφευγε να κατεβαίνει πλέον στο κέντρο για τις αγορές του. Τζίροι καθοδικοί και ζημίες ήταν το αποτέλεσμα που κατέγραφαν για αρκετά χρόνια οι ισολογισμοί.
Τα επόμενα χρόνια η Λαμπρόπουλοι είχαν να ανταγωνιστούν το κρατικοποιημένο ΜΙΝΙΟΝ που λειτουργούσε εκτός ιδιωτικοοικονομικών όρων (σ.σ. υπερβολική διαφημιστική δαπάνη και ανορθόδοξη εμπορική πολιτική), την επιβολή του ΦΠΑ και την συνεχιζόμενη αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Παρόλα αυτά συνέχισε να επεκτείνεται με νέα καταστήματα τα οποία αποτέλεσαν την μαγιά για τα Notos Galleries την αλυσίδα λιανικής της Notos Com, της εταιρείας που δημιούργησαν ισχυροί όμιλοι του λιανεμπόριου και της εισαγωγής ενδυμάτων και καλλυντικών. Από το όμιλο αυτό αποχώρησε λίγα χρόνια αργότερα, λόγω επιχειρηματικών διαφωνιών η οικογένεια Λαμπρόπουλου η οποία ουσιαστικά αποσύρθηκε και από τον χώρο.
Ο τελευταίος που παραμένει ενεργός, ο Κωνσταντίνος Λαμπρόπουλος ο νεότερος έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο ανταγωνιστικό Attica. Όπως και να έχει, ακόμη και με άλλο όνομα και ιδιοκτήτες, το κατάστημα στα Χαυτεία είναι το μακροβιότερο μεγάλο πολυκατάστημα στην ιστορία της χώρας.
Το πνεύμα της οικογένειας Λαμπρόπουλου παραμένει σήμερα ακόμη ζωντανό και χάρη στο Φιλανθρωπικό Ίδρυμα Δημητρίου & Μπλανς Λαμπροπούλου, το οποίο από το 1977 έχει να παρουσιάσει έντονο έργο βοηθώντας χιλιάδες συνανθρώπους μας και ιδρύματα και συλλόγους με διαπιστωμένη ευεργετική δράση σε στοχευμένους τομείς σωματικής και ψυχικής υγείας, τοπικής η πανελλήνιας εμβέλειας. Μέχρι σήμερα έχει προσφερθεί -για φιλανθρωπικούς σκοπούς- ποσό αρκετών εκατομμυρίων ευρώ και έχει παρασχεθεί βοήθεια σε πάνω από 3.500 οικογένειες και 100 φιλανθρωπικά ιδρύματα.