Η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Fitch, ήταν το πρώτο θέμα στη συνέντευξη του υπουργού Επικρατείας Μάκη Βορίδη, στον τηλεοπτικό σταθμό «Σκάι». Και μαζί με αυτήν, η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης εν γένει, και η εφαρμογή κοινωνικών δράσεων. Η συνέντευξη έκλεισε με το θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα – και τη γραβάτα του Βασιλιά του Ηνωμένου Βασιλείου Καρόλου – αλλά και την επιστολική ψήφο.
Ξεκινώντας από την εξέλιξη των τελευταίων ωρών στο οικονομικό πεδίο, «έρχεται ο οίκος Fitch τώρα, είναι ο τρίτος από τους τέσσερις μεγάλους – οι άλλοι δυο μας έχουν ήδη αναβαθμίσει – αλλά αυτός ήταν ένας αυστηρός οίκος στην αναβάθμιση», ήταν το εισαγωγικό σχόλιο του υπουργού Επικρατείας, ο οποίος επικέντρωσε συγχρόνως όμως, και στην αιτιολογία της αναβάθμισης.
Εκεί γίνεται λόγος για «θεαματική, μοναδική στον κόσμο, μείωση χρέους. Καμιά άλλη χώρα, μετά τον κορωνοϊό, δεν έχει καταφέρει να επιτύχει αυτό το ρυθμό μειώσεως χρέους. Τη μείωση του χρέους μπορείς να την πετύχεις και με περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα […] (αντιθέτως) αυτό έχει γίνει με το 2ο μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, έγινε με τη συνεχή μείωση της ανεργίας. Η ανεργία έφθασε για πρώτη φορά, τον προηγούμενο μήνα, στα επίπεδα προ κρίσης. Είμαστε στο 9,6%. Για πρώτη φορά δεν έχουμε πια διψήφιο νούμερο ανεργίας», επεσήμανε και προσέθεσε:
«Ο οίκος βάζει το ζήτημα της πολιτικής σταθερότητας. Έχει εκλεγεί μια κυβέρνηση […] η οποία έχει μια άνετη πλειοψηφία στη Βουλή, δεν υπάρχει κίνδυνος πολιτικών αναταράξεων». Επιπροσθέτως, η αναβάθμιση επιτρέπει να υπάρξει αύξηση της ροής επενδύσεων […] Η ροή κεφαλαίων επιτρέπει και την αποκλιμάκωση των επιτοκίων. Η αποκλιμάκωση των επιτοκίων επιτρέπει το δανεισμό της οικονομίας. Ο δανεισμός επιτρέπει την επίτευξη αυξημένων ρυθμών ανάπτυξης. Οι αυξημένοι ρυθμοί ανάπτυξης φέρνουν φορολογικά έσοδα χωρίς να αυξάνεις τους φορολογικούς συντελεστές, μειώνουν την ανεργία, δημιουργούν εισόδημα, δημιουργούν ανταγωνισμό στις θέσεις εργασίας. Ο ανταγωνισμός στις θέσεις εργασίας αυξάνει τους μισθούς -και αυτό είναι όλο αυτό που βλέπετε το τελευταίο χρονικό διάστημα».
Ο Μ. Βορίδης έφερε, στο σημείο αυτό, και άλλα παραδείγματα: «Το γεγονός ότι την 1η Ιανουαρίου οι δημόσιοι υπάλληλοι θα πάρουν αύξηση μετά από 15 χρόνια συνεχών μειώσεων δεν λέει κάτι;», διερωτήθηκε, ενώ, όπως σημείωσε, «94% είναι η αύξηση των δαπανών για την υγεία στην τελευταία τετραετία, έχουμε διπλασιάσει τη δαπάνη για την υγεία». Όμως, συμπλήρωσε, «τώρα όλο το σύστημα υγείας πρέπει να δουλέψει […] αυτήν την αυξημένη δαπάνη θέλουμε να δούμε […] να την παίρνει ως βελτιωμένη παροχή υπηρεσίας υγείας ο πολίτης».
Κλείνοντας τη σχετική απάντηση, έκανε και ένα σχόλιο για τους πολιτικούς αντιπάλους της κυβέρνησης: «Η αντιπολίτευση δεν μπορεί να βρει έναν εναλλακτικό λόγο […] ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβηκε την εποχή των μνημονίων», σε μία εποχή που «οι εύκολες κουβέντες ήταν πολύ εύκολες και δεν οδήγησαν πουθενά».
Για το φορολογικό νομοσχέδιο, αφού παρατήρησε ότι έχουν γίνει σημαντικές, όπως είπε, βελτιώσεις, ανέφερε ότι την άλλη εβδομάδα θα ψηφισθεί το νομοσχέδιο. Ειδικότερα, «τα pos στα ταξί αλλά και η διευρυμένη χρήση αυτών των μηχανημάτων μάς επιτρέπει να έχουμε έναν αποτελεσματικότερο έλεγχο των εισοδημάτων» και όλο αυτό σημαίνει δικαιότερη φορολόγηση, σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας. «Τα φορολογικά βάρη να ισοκατανέμονται σε όλους, όλοι να εισφέρουν κάτι και το πιο σημαντικό […] και αυτό οδηγεί σε βελτίωση των φορολογικών εσόδων χωρίς αύξηση των φορολογικών συντελεστών».
Και, εν κατακλείδι, όλο αυτό «μας επιτρέπει είτε να μειώνουμε τους φορολογικούς συντελεστές – που έχουμε μειώσει 50 από αυτούς – είτε να μεταφέρω κοινωνικό μέρισμα – δώσαμε 350 εκατ. τώρα σε ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη, σε πολύτεκνες οικογένειες. Αυτό μου επιτρέπει να στηρίξω συμπολίτες μου και να ενισχύσω την κοινωνική συνοχή, μου επιτρέπει να διπλασιάσω τη δαπάνη στην υγεία».
Στο θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα, ρωτήθηκε εν πρώτοις πώς του φάνηκε η γραβάτα, με τις ελληνικές σημαίες, που φόρεσε ο Βασιλιάς Κάρολος στη Σύνοδο Κορυφής COP28, στο Ντουμπάι, και ο Μ. Βορίδης σχολίασε: «Έστειλε το μήνυμα που έπρεπε να στείλει».
Επί της ουσίας της υπόθεσης, «εμείς τα αφήνουμε πίσω αυτά, έγινε το περιστατικό. Η σχέση μας με τη Μεγάλη Βρετανία είναι μια βαθιά σχέση, είπαμε αυτά που είχαμε να πούμε». Σε κάθε περίπτωση, συνέχισε, «καλύτερη δημοσιοποίηση στον κόσμο δεν μπορούσε να γίνει, έπρεπε να πληρώσουμε πάρα πολλά εκατομμύρια για να κάνουμε τέτοια εκστρατεία δημοσιοποίησης του θέματος. Δεν ξέρω τι ήθελε να κάνει ο Βρετανός πρωθυπουργός…».
Εξ άλλου, κατέληξε, «οι συνομιλίες που κάνει η Ελλάδα και το Υπουργείο Πολιτισμού δεν τις κάνει με το Βρετανό πρωθυπουργό, τις κάνει με το Βρετανικό Μουσείο». Και το οποίο είπε ότι «συνεχίζουμε τις εποικοδομητικές συζητήσεις μας στην κατεύθυνση να βρούμε μια λύση».
Στο θέμα της επιστολικής ψήφου, αφού διαπίστωσε ότι η σχετική πρόταση είναι εξαιρετική – απονέμοντας τα εύσημα στην υπουργό Εσωτερικών Νίκη Κεραμέως και τον αναπληρωτή υπουργό Θοδωρή Λιβάνιο – και λύθηκαν μια σειρά από τεχνικά ζητήματα, ο υπουργός Επικρατείας κατηγόρησε την Αριστερά. Η συγκεκριμένη δυνατότητα «δεν είχε γίνει στην Ελλάδα νωρίτερα, διότι το μπλόκαρε η Αριστερά πάντοτε», ανέφερε. Και, διευρύνοντας την κριτική του, δήλωσε: «Μάς καθυστερούν σε αυτό, μάς καθυστερούν στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, μάς καθυστερούν στην οικονομία. Ευτυχώς δεν μπορούν πια…».
Επανερχόμενος δε, στο θέμα της επιστολικής ψήφου, συμπέρανε ότι η πρακτική σημασία της έγκειται στο γεγονός ότι θα μπορούν να συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία κάτοικοι του εξωτερικού, άνθρωποι με κινητικά προβλήματα, ηλικιωμένοι, ακόμη και οι εποχιακά εργαζόμενοι. Για τους τελευταίους ειδικότερα, υπενθύμισε τη διαμαρτυρία του ΣΥΡΙΖΑ κ.α κομμάτων στις πρόσφατες εθνικές εκλογές. Στο «δια ταύτα», μέσω της επιστολής ψήφου «αυξάνεται η συμμετοχή, μειώνεται η αποχή, διασφαλίζεται το δημοκρατικό δικαίωμα», υποστήριξε κλείνοντας ο Μ. Βορίδης.