Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου
του Πάνου Μπαΐλη
Από τη δεκαετία του 1980 οι ειδικοί μιλούσαν για την κλιματική κρίση που έρχεται. Μιλούσαν για το αύριο το οποίο τότε φάνταζε μακρινό. Δυστυχώς το αύριο, έγινε σήμερα, και πλέον η κλιματική κρίση απειλεί περιοχές ολόκληρες και στη χώρα μας με πλημμύρες, υψηλές θερμοκρασίες και καταστροφές στην τοπική οικονομία.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η Ελλάδα μέσα στις επόμενες δεκαετίες θα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο «καταβύθισης» σημαντικών τμημάτων της ακτογραμμής σε διάφορες περιοχές, αν δεν γίνουν αντιπλημμυρικά έργα αλλά και αν δεν ληφθούν μέτρα αντιμετώπισης για την κλιματική αλλαγή.
Οι περιοχές που είναι στη ζώνη του κινδύνου είναι η Αττική, η Θεσσαλονίκη, η Πελοπόννησος, η Κρήτη, τα Δωδεκάνησα αλλά και ακόμα περισσότερες, στις οποίες κρίνονται απαραίτητα τα αντιπλημμυρικά έργα.
Σύμφωνα με τον μετεωρολόγο κ. Μιχάλη Σιούτα (ΑΠΕ-ΜΠΕ), η Θεσσαλονίκη φαίνεται πως αντιμετωπίζει τα σοβαρότερα προβλήματα καθώς σε αυτή τριπλασιάστηκαν τα ακραία και σφοδρά καιρικά φαινόμενα σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Μάλιστα, όπως υποστηρίζει οι συνέπειες εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, αυξήθηκαν και εξαιτίας των ανθρωπογενών παρεμβάσεων καθώς και της ανυπαρξίας των αντιπλημμυρικών μέτρων. «Αν διατηρηθούν οι σημερινές συνθήκες, με βάση το πιθανότερο σενάριο προβλέπεται να εμφανισθούν από πέντε έως οκτώ πλημμυρικά επεισόδια ανά έτος στην περιοχή της Θεσσαλονίκης την προσεχή δεκαετία, 2023-33», τόνισε.
Οι προβλέψεις για τη Θεσσαλονίκη
Οι ήδη καταγεγραμμένες επιπτώσεις αλλά και οι εκτιμήσεις για τη Θεσσαλονίκη δείχνουν ότι μεγάλες εκτάσεις γύρω από το σημερινό δέλτα του Αξιού, είναι βυθισμένες από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας σε βάθος 50-100 ετών. Μάλιστα, μίλησε και για την πλατεία Αριστοτέλους στο κέντρο της Θεσσαλονίκης λέγοντας πως θα είναι βυθισμένη μέχρι και το ύψος της οδού Τσιμισκή!
Η κατάσταση προβλέπεται ακόμη χειρότερη για την επόμενη πεντηκονταετία καθώς θα έχουμε υψηλές και σε μεγάλη διάρκεια θερμοκρασίες. Όπως υποστηρίζει, ο επίκουρος καθηγητής του τμήματος πολιτικών μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ζήσης Μάλλιος, στην Ελλάδα, η θερμοκρασία θα αυξηθεί από 2οC (RCP 2.6) έως 3.4οC (RCP 8.5), οι ημέρες με καύσωνα στην Ελλάδα θα αυξηθούν κατά 15-20 ημέρες ετησίως, οι βροχοπτώσεις θα μειωθούν από 10% έως 25%, οι ημέρες υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς θα αυξηθούν από 15% έως και 70%, τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα είναι πολύ πιο συχνά και οι προβλέψεις ανόδου της στάθμης της θάλασσας θα κυμαίνονται από 0,2 έως και 2 μέτρα μέχρι το 2100.
Σε ότι αφορά τις πυρκαγιές, εξαιτίας των οποίων κάηκαν 500.000 στρέμματα η αναπληρώτρια καθηγήτρια του Τμήματος Γεωλογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Χριστίνα Αναγνωστοπούλου, μιλώντας στο ΑΠΕ τόνισε πως «αυτό που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια είναι η άνοδος της θερμοκρασίας και η αύξηση της ξηρασίας, παράλληλα με τη μείωση των βροχοπτώσεων και αυτός ο συνδυασμός οδηγεί στις ξηροθερμικές συνθήκες που παρατηρούμε.
Οι πυρκαγιές είναι αποτέλεσμα αυτής της ξηροθερμικής κατάστασης καθώς όσο μεγαλύτερη ξηρασία υπάρχει, τόσο ευκολότερο είναι να εξαπλωθούν οι φωτιές. Αν οι συνθήκες αυτές συνεχιστούν, τότε θα μπορούσαν να υπάρχουν περιοχές στην Ελλάδα που θα αντιμετωπίζουν προβλήματα, όπως οι Κυκλάδες και η ανατολική Κρήτη, που ήδη δέχονται μικρά ποσοστά βροχής.
Στη δυτική ηπειρωτική Ελλάδα, το Ιόνιο, την Ήπειρο και τη δυτική Πελοπόννησο σημειώνονται βροχές γιατί από εκεί έρχονται όλα τα συστήματα που φέρνουν βροχοπτώσεις. Ακολουθεί η ομβροσκιά της Πίνδου και καθώς τα συστήματα αυτά έχουν δώσει όλη την υγρασία δυτικά, περνώντας την Πίνδο δεν έχουν τόσο βροχή, γι’ αυτό και καταγράφονται λιγότερες βροχοπτώσεις σε ηπειρωτικές περιοχές που βρίσκονται πιο ανατολικά. Όσο περνούν πάλι, πάνω από το Αιγαίο οι αέριες μάζες εμπλουτίζονται με υδρατμούς, με αποτέλεσμα να υπάρχουν βροχοπτώσεις στη Σάμο, τη Χίο, τα Δωδεκάνησα, όπου τελικά υπάρχει υγρασία και γι’ αυτό η βιοποικιλότητα σε αυτές τις περιοχές είναι πιο πλούσια από ό,τι στις Κυκλάδες» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Καμπανάκι κινδύνου από τον ΟΗΕ
Η IPCC ( όργανο του ΟΗΕ για την αξιολόγηση της επιστήμης που σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή) στην τελευταία της έκθεση εκτιμά ότι οι θερμοκρασίες στην γειτονική Ιταλία μπορεί να ξεπεράσουν το ευρωπαϊκό ρεκόρ των 48,8°C.
Η εκτίμηση έρχεται να επιβεβαιώσει τη μελέτη του 2010 του Πανεπιστημίου της Βέρνης είχε υπολογίσει ότι η ένταση, η διάρκεια και ο αριθμός των κυμάτων καύσωνα στην ανατολική Μεσόγειο έχουν πολλαπλασιασθεί κατά 6 ή 7 φορές σε σχέση με την δεκαετία του 1960.
Οι αλλαγές αυτές, σύμφωνα με ερευνητές του Πανεπιστημίου του Stanford ανέδειξαν το γεγονός ότι «το μεγαλύτερο μέρος των καλλιεργειών της Μεσογείου ελιές και σιτηρά υφίσταται ήδη σημαντικές αρνητικές συνέπειες εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Από την κρίση δεν εξαιρείται το νερό. Σύμφωνα με την έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής έχει προειδοποιήσει ότι η κλιματική αλλαγή θα επιδείνωνε τις ελλείψεις νερού στις περισσότερες περιοχές της Μεσογείου.
Προβλέπει μείωση μέχρι και κατά 45% των αποθεμάτων νερού στις λίμνες και τους ταμιευτήρες κατά την διάρκεια του αιώνα και μέχρι και κατά 55% μείωση της διαθεσιμότητας των υδάτων επιφανείας στην βόρεια Αφρική. Ταυτόχρονα, «τα χερσαία οικοσυστήματα καθώς και τα οικοσυστήματα γλυκού νερού πλήττονται από την κλιματική αλλαγή στη Μεσόγειο προκαλώντας απώλεια οικοτόπων και βιοποικιλότητας».
Χαμήλωσε πολύ ο υδροφόρος ορίζοντας
Ανάλογη είναι η διαπίστωση του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Ξηρασίας, το οποίο εκτιμά ότι υδροφόρος ορίζοντας στο ήμισυ των περιοχών της Μεσογείου βρίσκονταν ήδη σε χαμηλά επίπεδα τον Ιούνιο.
Στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και άνοδος της στάθμης της θάλασσας στην περιοχή της η οποία πλήττει ήδη τα παράκτια ύδατα της μεσογειακής περιμέτρου και αναμένεται να αυξήσει τον κίνδυνο πλημμυρών, αποσάθρωσης του εδάφους, και αλάτωσης των ακτών επηρεάζοντας αρνητικά τη γεωργία, τν αλιεία και τις υδατοκαλλιέργειες, την αστική ανάπτυξη, τις λιμενικές λειτουργίες, τον τουρισμό, τους αρχαιολογικούς χώρους και πλήθος παράκτιων οικοσυστημάτων.
Ειδικά για την αλιεία ο κίνδυνος είναι αυξημένος Από την δεκαετία του 1980, δραστική αλλαγή συντελέστηκε εντός των μεσογειακών οικοσυστημάτων, με την μείωση της βιοποικιλότητας σε συνδυασμό με την άφιξη χωροκατακτητικών ξένων ειδών.
Ανάμεσά τους, το λαγόψαρο, τροπικής προέλευσης, που καταβροχθίζει τα φύκια και θαλάσσια χόρτα των βυθών της Μεσογείου, στερώντας από άλλα θαλάσσια είδη πολύτιμους πόρους.
Εάν η υπερθέρμανσης του πλανήτη άνω των +1,5°C σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, περισσότερου του 20% των ψαριών και των οστρακοειδών που αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης στην ανατολική Μεσόγειο μπορεί να εξαφανισθούν κατά περιοχές έως το 2060 και τα εισοδήματα από την αλιεία να μειωθούν κατά μέχρι 30% μέχρι το 2050, προειδοποιούν οι επιστήμονες.
Το φαινόμενο του θερμοκηπίου που αγνοήσαμε
Ο κλιματολογος της ΝΑSA , ο οποίος ήταν από τους πρώτους επιστήμονες , που είχε προβλέψει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής Τζέιμς Χάνσεν σε πρόσφατες δηλώσεις του ανέφερε ότι η φετινή χρονιά φαίνεται ότι θα είναι η θερμότερη που έχει καταγραφεί ποτέ σε παγκόσμιο επίπεδο, με το καλοκαίρι να έχει ήδη δει τον θερμότερο Ιούνιο και Ιούλιο.
Τρόμο προκαλεί η πρόβλεψη του Χάνσεν πως, με τον καιρό, το 2023 μπορεί να θεωρηθεί μια «μέση ή και ήπια χρονιά», καθώς οι θερμοκρασίες συνεχίζουν να ανεβαίνουν. «Τα πράγματα θα χειροτερέψουν, προτού βελτιωθούν», όπως είπε.
Όπως εξήγησε, πάντως, «αυτό δεν σημαίνει ότι η ακραία ζέστη σε ένα συγκεκριμένο μέρος φέτος θα επαναληφθεί και θα αυξάνεται κάθε χρόνο. Οι καιρικές διακυμάνσεις μετακινούν τα πράγματα. Αλλά η παγκόσμια μέση θερμοκρασία θα αυξηθεί και ο κλιματικός κύβος θα είναι όλο και πιο φορτισμένος, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων ακραίων φαινομένων».
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή τα τελευταία 50 χρόνια, στοίχισαν τη ζωή σε δύο εκατ. ανθρώπους κι έχουν προξενήσει ζημιές 4,3 τρισ. δολ. την περίοδο 1976-21. Στην περίοδο 1976-21 σημειώθηκαν 11.778 μεγάλες καταστροφές εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Στη διετία 2020-21 οι θάνατοι που προκλήθηκαν από ακραία καιρικά φαινόμενα ήταν 22.607 σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά θα ήταν γύρω στις 50.000 αν δεν υπήρχαν οι έγκαιρες προειδοποιήσεις, που σώζουν ζωές.
Το 90% των θανάτων από τα φαινόμενα αυτά συνέβησαν στις φτωχότερες, αναπτυσσόμενες χώρες. Οι πλούσιες χώρες έχουν πληγεί περισσότερο σε οικονομικές, νομισματικές ζημιές. Οι θάνατοι μειώνονται, αλλά οι οικονομικές επιπτώσεις από καταστροφές που σχετίζονται με τις καιρικές συνθήκες έχουν εκτοξευθεί στα ύψη. Οι οικονομικές απώλειες είχαν 7πλασιαστεί από το 1970 έως το 2019, αυξανόμενες από 49 εκατ. δολ. την ημέρα στη δεκαετία 1970-80 σε 383 εκατ. δολ. την ημέρα στην τελευταία δεκαετία 2010-20.