Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου
του Γιάννη Καντέλη
Τον Ιανουάριο του 2022 η κακοκαιρία «Ελπίδα» πλήττει την Αττική, οδηγοί εγκλωβίζονται στην Αττική Οδό και η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη για πρώτη φορά με την δυσαρέσκεια των πολιτών για τους χειρισμούς της σε μια κρίση, με αυτό να καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις εκείνων των ημερών, όπου η ΝΔ συγκεντρώνει το χαμηλότερο ποσοστό της πέριξ του 32%.
Ο Αλέξης Τσίπρας πιστεύει ότι είναι η στιγμή να κεφαλαιοποιήσει αυτό το κλίμα και υποβάλει πρόταση δυσπιστίας για την διαχείριση της κακοκαιρίας «Ελπίς» και της πανδημίας Covid-19, καθώς και για το κύμα ακρίβειας στην αγορά. Η συνέχεια λίγο πολύ γνωστή, καθώς επιβεβαιώνεται το συμπαγές της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ και η κυβέρνηση σταδιακά τους επόμενους μήνες επανακτά το χαμένο δημοσκοπικό έδαφος αυξάνοντας εκ νέου την ψαλίδα με τον ΣΥΡΙΖΑ που επενδύει σε μια στείρα αντιπολίτευση χωρίς να διατυπώνει εναλλακτική κυβερνητική πρόταση.
Μάλιστα, παρά τη νέα κρίση που ακολούθησε τον Αύγουστο με την υπόθεση των παρακολουθήσεων, η κυβέρνηση αποδεικνύεται εξαιρετικά ανθεκτική και διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ αναλώνεται σε φωνές και ανεξέλεγκτες καταγγελίες.
«H ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα»
Ενθυμούμενο τις τότε εξελίξεις έμπειρο κοινοβουλευτικό στέλεχος σχολίαζε στην «ΤΡ» ότι «η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα» με αφορμή τη νέα πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε την Τετάρτη ο Αλέξης Τσίπρας. Διότι, έναν χρόνο αργότερα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επανήλθε στο ίδιο σημείο που βρισκόταν τον Ιανουάριο του2022, χωρίς να έχει καταφέρει να κάνει «μισό βήμα μπροστά», όπως σχολίαζε το ίδιο στέλεχος. Το πολιτικό σκηνικό παραμένει αμετάβλητο, με την κυβερνητική παράταξη να είναι ο κυρίαρχος του πολιτικού σκηνικού και τον ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίζει την αναζήτηση πειστικού πολιτικού αφηγήματος επενδύοντας στην τοξικότητα.
Η τριήμερη συζήτηση στη Βουλή, η οποία ολοκληρώθηκε το απόγευμα της Παρασκευής, λειτούργησε ως έναν επιπλέον κίνητρο για την συσπείρωση της κεντροδεξιάς παράταξης και «γύρισε ως μπούμερανγκ στον κ. Τσίπρα», όπως σχολίαζαν συνεργάτες του κ. Μητσοτάκη.
Στο φως οι υπόγειες διαδρομές
Ο πρωθυπουργός εκμεταλλεύτηκε «το δώρο», όπως χαρακτήρισαν από την πρώτη στιγμή στο Μέγαρο Μαξίμου την πρόταση δυσπιστίας, για να αναδείξει τα ρυπαρά δίκτυα τα οποία αποτελούνται από αυτούς που έχουν στην κατοχή τους το υλικό των επισυνδέσεων, υποτιθέμενο ή πραγματικό, και μπορούν να το δημοσιεύουν κόβοντας και ράβοντας κατά το δοκούν, αυτούς που είχαν στην κατοχή τους αυτό το υλικό και από τους πραματευτάδες, εκείνους που το διακίνησαν ανάμεσα σε αυτούς που το είχαν στην κατοχή τους κι αυτούς που το δημοσιεύουν. Επίσης, όπως εκτιμούν στο κυβερνητικό στρατόπεδο, ο κ. Τσίπρας «κάρφωσε» τις διασυνδέσεις του κ. Ράμμου και της κας Παπανικολάου από την ΑΔΑΕ τον ΣΥΡΙΖΑ με την εργαλειοποίηση της ανεξάρτητης αρχής, καθώς από την συζήτηση στη Βουλή βγήκαν στην επιφάνεια οι υπόγειες διαδρομές.
Το μαύρο χρήμα προς τον ΣΥΡΙΖΑ
Όσον αφορά την κυβέρνηση το θέμα των υποκλοπών έκλεισε σε πολιτικό επίπεδο με την συζήτηση στη Βουλή και πλέον το χειρίζεται η δικαιοσύνη που είναι η μόνη αρμόδια να αναδείξει την αλήθεια για την υπόθεση και να αποδώσει ευθύνες. Αντιθέτως, αυτό που μένει ανοιχτό και θα καλείται καθημερινά να απαντήσει ο κ. Τσίπρας, στον δρόμο προς τις κάλπες, είναι «τι ξέρει για το μαύρο χρήμα που πήγαινε στα ταμεία του ΣΥΡΙΖΑ», σύμφωνα με τα όσα ειπώθηκαν στο Ειδικό Δικαστήριο από την πλευρά Καλογρίτσα. «Ποιος ήταν τελικά ο καθοδηγητής πίσω από αυτό το ιδιότυπο αρχηγείο διανομής «μαύρου» χρήματος, που, όπως καταγγέλλεται, κατευθύνονταν στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, κομματικά στελέχη, κομματικά ΜΜΕ και κομματικούς μηχανισμούς προπαγάνδας» όπως το έθεσε ο κ. Μητσοτάκης στη Βουλή. Μια υπόθεση που αποκτά ξεχωριστή σημασία, ειδικά αν ο εισαγγελέας, μετά τις καταγγελίες, ξεκινήσει νέα, ανεξάρτητη έρευνα για μαύρο χρήμα προς τον ΣΥΡΙΖΑ. «Ο κ. Τσίπρας από κατήγορος βρέθηκε κατηγορούμενος», όπως σημείωναν συνομιλητές του πρωθυπουργού, που τονίζουν ότι η σύγκριση σε όλα τα πεδία πολιτικής ανάμεσα στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και την κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι καταλυτική, ακόμα και σε ότι αφορά το κράτος δικαίου, όπου ο κ. Τσίπρας «επιχειρεί ανεπιτυχώς να εμφανιστεί ως τιμητής».
Ο σχεδιασμός του Μεγάρου Μαξίμου δεν επηρεάζεται ούτε αλλάζει από την προσπάθεια της Κουμουνδούρου να βουλιάξει την πολιτική ζωή στην τοξικότητα. Ενδεικτική της φιλοσοφίας αυτής είναι η απόφαση του κ. Μητσοτάκη να πραγματοποιήσει κανονικά την περιοδεία στην Κρήτη την Τετάρτη όταν ο κ. Τσίπρας πήγε στη Βουλή για να καταθέσει την πρόταση δυσπιστίας με μια εμπρηστική ομιλία.
Ενώ, λίγη ώρα μετά την απόρριψη της αναχώρησε για την επίσημη επίσκεψη στην Ιαπωνία, όπως ήταν προγραμματισμένο. Το μήνυμα που εκπέμπεται από το κυβερνητικό επιτελείο είναι ότι η κυβέρνηση συνεχίζει το έργο της, δίνοντας λύσεις στα προβλήματα που απασχολούν την κοινωνία, ενισχύοντας τα εισοδήματα των πολιτών για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και εδραιώνοντας την θέση της χώρας σε διεθνές επίπεδο. Ο κ. Τσίπρας, εκτιμούν οι ίδιες πηγές, θα συνεχίσει στον δρόμο της πόλωσης και του διχασμού από την μία και την ακατάσχετη παραχολογία από την άλλη. Αυτό, όμως, που παρατηρούν στο κυβερνητικό στρατόπεδο ως βασικό στοιχείο είναι η αναξιοπιστία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η αδυναμία του να πείσει τους πολίτες, κάτι που καταγράφεται και στις έρευνες που έχουν στη διάθεση του. Αντιθέτως, όπως συμπληρώνουν, ο κ. Μητσοτάκης χαρακτηρίζεται για την συνέπεια λόγων και πράξεων και την ικανότητα να διαχειρίζεται τις κρίσεις που αντιμετωπίζει η χώρα. Για αυτό και η σύγκριση των πεπραγμένων των δύο κυβερνήσεων θα βρεθεί στο επίκεντρο του προεκλογικού λόγου του πρωθυπουργού με κεντρικό σύνθημα «το είπαμε το κάναμε».