Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου
της Μάρθας Λεκκάκου
Η συνάντηση έγινε δύο μόλις 24ωρα μετά την κηδεία του τέως Βασιλιά Κωνσταντίνου. Ως ο κατεξοχήν εξειδικευμένος και πολύπειρος δημοσιογράφος στο βασιλικό ρεπορτάζ, εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων, ο Χρήστος Ζαμπούνης είχε ίσως τον μεγαλύτερο φόρτο εργασίας όλες αυτές τις ημέρες και τον ευχαριστώ θερμά που μου παραχώρησε αυτή την όμορφη συζήτηση.
Με πραότητα, ευγένεια, χαμηλό τόνο φωνής και υποδειγματικό savoir vivre καθ’ όλη τη συνέντευξη, αποσαφηνίζει εξαρχής τόσο για τον εκλιπόντα Κωνσταντίνο όσο και για τα μέλη της οικογενείας του: «Εγώ θα επιμένω να τους αποκαλώ με τους τίτλους τους διότι 8 δισεκατομμύρια άνθρωποι έτσι τους αποκαλούν εκτός από εδώ. Οι τίτλοι διατηρούνται, όπως και οι τίτλοι των υπουργών. Αυτά τα θέματα είναι ταμπού στη χώρα μας, εμένα όμως δεν με ενδιαφέρει να ομφαλοσκοπώ και να κάνω πολιτική επ’ αυτού. Διεθνώς οι βασιλείς ακόμη κι αν έχουν χάσει τον θρόνο τους, διατηρούν τους τίτλους τους και εμένα μου αρέσει και το πρωτόκολλο και ο σεβασμός στους κανόνες. Είναι τόσο απλό».
Έχετε πει ότι αυτή η κηδεία ήταν μια παγκόσμια πρωτοτυπία. Γιατί το πιστεύετε αυτό;
Διότι η απόφαση της εκλεγμένης κυβερνήσεως, η οποία είχε τους δικούς της λόγους, που δεν θέλω να σχολιάσω διότι είμαστε σε προεκλογική περίοδο και δεν αναμειγνύομαι με την πολιτική, ήταν να ταφεί ως ιδιώτης. Στην ουσία όμως ήταν μία δημόσια κηδεία υπό την έννοια ότι η Εκκλησία τον ετίμησε ως αρχηγό κράτους, όπως είδαμε, με παρούσα την Ιερά Σύνοδο η οποία ομοφώνως σε συνεδρίασή της αποφάσισε να τιμηθεί έτσι, ως αρχηγός κράτους, με τον εκπρόσωπο του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας. Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή και συνεπώς η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή ως ολυμπιονίκης που ήταν, τοποθέτησε μεσίστιες τις ελληνικές σημαίες στο Παναθηναϊκό Στάδιο, στο ΟΑΚΑ και στην Ολυμπία και το ίδιο έγινε στον Ναυτικό Όμιλο Ελλάδος. Όλο αυτό έχει δημόσιο χαρακτήρα, οπότε ήταν μια μικτή, «υβριδική» κηδεία.
Τελικά τι σας έμεινε ως απόηχος από την κηδεία του τέως βασιλιά;
Μου έμεινε μια καλή αίσθηση που αφορά σε αξίες που έχουμε ξεχάσει όπως η ευπρέπεια, η αξιοπρέπεια, το ήθος, η αρχοντιά, η ωραία αισθητική. Αυτή η γεύση μου έμεινε, η γεύση της ωραίας αισθητικής.
Πέραν της αισθητικής πιστεύετε ότι εκπέμφθηκαν και άλλα μηνύματα;
Υπενθυμίζοντας ότι είμαστε εν μέσω μια προεκλογικής περιόδου, είδα να αναμοχλεύονται πάθη του παρελθόντος. Οι πολιτικοί και τα κόμματα άλλωστε κάνουν τη δουλειά τους. Κοιτάξτε, η ιστορία τον αδίκησε τον Κωνσταντίνο και μπορεί να αδικήθηκε και μόνος του από διάφορες ενέργειες που έκανε που είχαν ως αποτέλεσμα να χάσει τον θρόνο του.
Αναφορικά με τη συγκεκριμένη τελετή, πέραν του κλίματος με τις έριδες των κομμάτων, δημιουργήθηκε μια συμπάθεια στην κοινή γνώμη.
Όπως το εισέπραξα προσωπικώς και αφορά στο ένστικτο και στην αντίληψή μου, θεωρώ ότι αρκετοί είδαν μια οικογένεια αγαπημένη, ενωμένη, δεμένη. Είδαν μια οικογένεια που αγογγύστως συνεμορφώθη προς τα υποδείξεις. Δεν βγήκαν, όπως κάνουν οι υπόλοιποι, να σηκώσουν το δάχτυλο, να κατηγορήσουν, να παραπονεθούν, να γκρινιάξουν για οτιδήποτε. Εδέχθησαν τους όρους που ετέθησαν από την Κυβέρνηση με διακριτικότητα και σεμνότητα.
Οι ίδιοι δεν έθεσαν όρους; Κανέναν;
Αυτό δεν ισχύει. Κυκλοφόρησε μια φήμη που όλοι καταλαβαίνουμε από πού προήλθε αλλά οι ίδιοι δεν απαίτησαν τίποτε και το γνωρίζω διότι το ερώτησα κι εγώ. Και θα μου έκανε εντύπωση να θέσουν όρους, διότι με την ανατροφή τους ξέρουν ποια είναι η χώρα τους, ξέρουν ποιοι είναι οι κανόνες της χώρας τους και έχουν ανατραφεί να σέβονται τους κανόνες. Εφόσον οι κανόνες ήταν να γίνει η τελετή ως ιδιώτης, δεν παρεξέκλιναν ούτε προκάλεσαν. Άκουγα ότι περίμεναν άλλοι σημαία με στέμμα, κορώνες. Τίποτε τελικά.
Η κηδεία του τέως έγινε, τελείωσε. Και τώρα τι ακολουθεί;
Ο Κωνσταντίνος αφήνει μία παρακαταθήκη, μία κληρονομιά πρώτα στην οικογένειά του, στον διάδοχό του – όσοι δεν θέλουν να τον αποκαλούν διάδοχο του θρόνου της Ελλάδος, ας ειπωθεί ότι είναι ο διάδοχος υπό την έννοια ότι είναι ο πρωτότοκος γιος. Διαδόχους έχουν όλες οι οικογένειες, με τον έναν τρόπο ή τον άλλο, ακόμη και μεταφορικά, αλλά εδώ είναι και τυπικά.
Ο πρίγκιπας Παύλος απ’ ό,τι και ο ίδιος έχει εξομολογηθεί, όχι μόνο σ΄εμένα, αλλά και στο περιβάλλον του, θα ανοίξει ένα γραφείο με γραμματεία στην Αθήνα, στο οποίο ένας από τους κυριότερους σκοπούς του – και δεν θα σας εκπλήξω λέγοντας ότι θα είναι η παλινόρθωση της δυναστείας του – θα είναι η αποκατάσταση, δεν ξέρω αν χρησιμοποιώ τις ορθές λέξεις, η διαχείριση, η αποτίμηση της κληρονομιάς, της παρακαταθήκης του πατέρα του.
Φανταστείτε, ότι αυτό θα γίνει και μέσα από έναν ιστότοπο, και για τους μελετητές της ιστορίας, αλλά και για όλους όσοι ενδιαφέρονται. Θα υπάρχει ένας ιστότοπος για παράδειγμα με τίτλο «βασιλική οικογένεια της Ελλάδος» και θα αποτελεί μια υπενθύμιση, μια παρουσίαση σε πνευματικό επίπεδο για όποιον θέλει να μάθει ποια ήταν η οικογένειά του, με φωτογραφίες, με ντοκουμέντα, με αντικείμενα, με κείμενα, με αναλύσεις.
Χρειάζεται ένα γραφείο στην Αθήνα διότι αντιπροσωπεύει έναν θεσμό, ο οποίος δεν είναι πλέον εν ενεργεία στη χώρα μας, αλλά υπάρχει μία παράδοση, την οποία ο Παύλος οφείλει και έχει καθήκον να συνεχίσει να τιμά.
H πρώτη συνάντηση στο Λονδίνο
Η πρώτη φορά που συνάντησε ο Χρήστος Ζαμπούνης τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο ήταν τη δεκαετία του ’80, στο Λονδίνο. Ο Χρήστος Ζαμπούνης, εγγονός βασιλοφρόνων, αλλά γιος κομμουνιστών, δεν γνώριζε προσωπικά τον Κωνσταντίνο και επιχείρησε να τον συναντήσει ως ένας φαντάρος από την Ελλάδα και τίποτε άλλο. Του έκανε φοβερή εντύπωση που αν και άγνωστος, χωρίς καμία προσωπική ή οικογενειακή σχέση ή γνωριμία, ο Κωνσταντίνος τον δέχθηκε στο γραφείο του και αντί για 5-10 λεπτά που ήταν συνήθως οι χρόνοι συνάντησης, μίλησαν για πάρα πολλή ώρα.
Και τι συζητήσατε σε αυτή την πρώτη συνάντηση που κράτησε περιέργως πολλή ώρα;
Γνωρίζοντας ότι είναι γιος και εγγονός βασιλέως, συγγενής της Ελισσάβετ, όλων των βασιλικών οίκων, θα έμεναν όλοι εντυπωσιασμένοι για το πόσο άνετος και ευπροσήγορος ήταν. Με ρώτησε ποιος είμαι τι κάνω, από πού είμαι και μετά άρχισα να θέτω και εγώ τα ερωτήματα που έχουμε όλοι οι Έλληνες πολίτες. Δηλαδή τι έγινε με τον Γεώργιο Παπανδρέου, τι έγινε με τη δικτατορία, πώς απέτυχε το βασιλικό αντικίνημα, ποιος τον πρόδωσε, γιατί πήγε στη Ρώμη. Και φανταστείτε είχα πάει απλώς να υποβάλλω τα σέβη μου. Πήγα να τον χαιρετίσω και δεν περίμενα κάτι παραπάνω. Αυτή η πρώτη συνάντηση μετεξελίχθη δημοσιογραφικώς σε μια σειρά συνεντεύξεων που μου έδινε κατά καιρούς για διάφορα θέματα.
Παραδέχθηκε τότε τα λάθη του;
Αυτό το έκανε το 2015 όταν συνέγραψε τα απομνημονεύματά του τα οποία κυκλοφόρησαν τότε με το ΒΗΜΑ. Εκεί υπάρχει αυτή η προσωπική τοποθέτησή του, η ματιά του στην ιστορία με την έννοια του λάθους. Τότε, όταν τον είχα πρωτοσυναντήσει, τα έλεγε αποστασιοποιημένα. Για τη λέξη «προδοσία» που χρησιμοποίησα εγώ, οφείλω να πω ότι δεν το είπε εκείνος, ποτέ δεν παραπονέθηκε, δεν γκρίνιαξε, ποτέ δεν είπε «μα είναι δυνατόν». Ακόμη και όταν πηγαινοερχόμουν στο Λονδίνο με τα δικαστήρια για τις αποφάσεις γιατί ενδιαφερόταν το περιοδικό που εργαζόμουν το Point de Vue, για τη βασιλική περιουσία, ποτέ δεν γκρίνιαξε, ούτε με τον νόμο Βενιζέλου με τον οποίον του πήραν την ιθαγένεια. Ποτέ δεν μου είπε «μα είναι δυνατόν, είμαι Έλληνας, υπηρέτησα στην Ελλάδα». Ποτέ δεν άκουσα από το στόμα του να οικτίρει, να κατηγορεί τον Καραμανλή που τον άφησε να περιμένει στο τηλέφωνο και δεν έγινε ένα ισότιμο δημοψήφισμα με τη φυσική του παρουσία. Ποτέ.
Μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση. Και για εμένα ήταν ένα πολύ μεγάλο μάθημα ζωής. Διότι αν με ρωτήσετε τι έχω μάθει από το βασιλικό ρεπορτάζ και συγκεκριμένα από αυτή την οικογένεια, θα σας απαντήσω ότι έχω μάθει την έννοια της ανωτερότητας.