Σε μια προσπάθεια να διατηρήσει την ισορροπία στην αγορά ακινήτων, η κυβέρνηση αποφασίζει να παρατείνει την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών έως το 2027. Παρά την αυξανόμενη πίεση από τις ανοδικές τάσεις των εμπορικών τιμών σε περιοχές υψηλής ζήτησης, όπως το Κολωνάκι, η Γλυφάδα και τα βόρεια προάστια, η τελευταία επικαιροποίηση παραμένει αυτή του Ιουνίου 2021. Από τότε, η απόκλιση μεταξύ φορολογικών και εμπορικών αξιών έχει διευρυνθεί αισθητά.
Η απόφαση εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική ενίσχυσης της επενδυτικής ελκυστικότητας του real estate, αποφεύγοντας ταυτόχρονα πρόσθετες οικονομικές επιβαρύνσεις για τους ιδιοκτήτες ακινήτων.
Τι θα σήμαινε μια νέα αναπροσαρμογή
Ενδεχόμενη αύξηση των αντικειμενικών αξιών θα σήμαινε ευρεία αναπροσαρμογή στη φορολογία των ακινήτων. Καθώς οι αντικειμενικές αποτελούν τη βάση για τον υπολογισμό φόρων και εξόδων μεταβίβασης (συμβολαιογραφικά, μεσιτικά, τεκμαρτά κ.λπ.), μια αναθεώρησή τους θα οδηγούσε σε αύξηση του συνολικού κόστους, ακόμη και για ακίνητα που σήμερα απαλλάσσονται από φόρους.
Παράλληλα, θα επηρεαζόταν άμεσα και ο ΕΝΦΙΑ, προσθέτοντας βάρος στους ιδιοκτήτες. Σε μια περίοδο κατά την οποία η κυβέρνηση στοχεύει στη φορολογική ελάφρυνση της μεσαίας τάξης και στην ενίσχυση της πρόσβασης στην πρώτη κατοικία, η επιλογή της σταθερότητας λειτουργεί κατευναστικά.
Η διεύρυνση του χάσματος τιμών στην πράξη
Η απόσταση ανάμεσα σε εμπορικές και αντικειμενικές τιμές αποτυπώνεται καθαρά στην αγορά. Στο Κολωνάκι, για παράδειγμα, πολυτελές διαμέρισμα 180 τ.μ. πωλήθηκε έναντι 1,2 εκατ. ευρώ (6.640 €/τ.μ.), ενώ η αντικειμενική τιμή ζώνης παραμένει στα 4.150 €/τ.μ. – απόκλιση σχεδόν 60%.
Αντίστοιχα, στη Γλυφάδα, κατοικία 246 τ.μ. άλλαξε χέρια έναντι 1,6 εκατ. ευρώ (6.550 €/τ.μ.), με την επίσημη τιμή ζώνης στα 4.250 €/τ.μ. Η φορολογική βάση, επομένως, υπολείπεται σημαντικά των πραγματικών συνθηκών της αγοράς.
Διεύρυνση του αντικειμενικού συστήματος
Το υπουργείο Οικονομικών προχωρά παράλληλα στην ένταξη περίπου 2.167 ζωνών που παραμένουν εκτός αντικειμενικού συστήματος. Η πρώτη φάση προβλέπει την ένταξη 500 περιοχών, προκειμένου να περιοριστούν ανισότητες και στρεβλώσεις στη φορολόγηση. Σήμερα, η αποτίμηση των αξιών σε αυτές γίνεται με συγκριτικά στοιχεία, οδηγώντας συχνά είτε σε ευνοϊκές είτε σε υπερβολικές εκτιμήσεις.
Η πλήρης ένταξη αναμένεται να ενισχύσει τη διαφάνεια και να διασφαλίσει δίκαιη φορολόγηση για όλους τους ιδιοκτήτες.
Σε εκκρεμότητα 36 ζώνες σε 12 δήμους
Εκκρεμεί, επίσης, η επαναξιολόγηση των τιμών ζώνης σε 36 περιοχές, εντός 12 δήμων – μεταξύ αυτών, οι Άγιοι Ανάργυροι-Καματερό, Χαλάνδρι, Βριλήσσια, Πειραιάς και Γλυφάδα, καθώς και νησιά όπως η Ιθάκη, η Ρόδος και η Κάρπαθος. Παρότι έχουν υποβληθεί ενστάσεις από πολίτες και τοπικές αρχές, οι αρμόδιοι εκτιμητές δεν έχουν ακόμη καταθέσει τις απαραίτητες εισηγήσεις.
Η καθυστέρηση αυτή παρατείνει την αβεβαιότητα για ιδιοκτήτες και επενδυτές που αναμένουν καθοριστικές τιμές για μεταβιβάσεις ή εργασίες σε ακίνητα.
Επιλογή σταθερότητας και προσβασιμότητας
Η επιλογή της μη αναπροσαρμογής μέχρι το 2027 εκλαμβάνεται ως προσπάθεια διατήρησης της ηρεμίας σε μια αγορά που έχει ήδη υποστεί σημαντικές αλλαγές την τελευταία δεκαετία. Οι τιμές ανεβαίνουν σταθερά, ιδιαίτερα λόγω ξένου ενδιαφέροντος, και μια νέα αύξηση στη φορολογική βάση θα μπορούσε να ανακόψει την επενδυτική δυναμική και να οξύνει κοινωνικές αντιδράσεις.
Η στρατηγική του οικονομικού επιτελείου εστιάζει στην ενίσχυση της σταθερότητας και της πρόσβασης, ακόμη και αν παραμένει η ανάγκη ευθυγράμμισης αντικειμενικών και εμπορικών αξιών. Ο στόχος είναι ξεκάθαρος: συνέχιση της θετικής πορείας της αγοράς χωρίς νέες φορολογικές ή κοινωνικές εντάσεις.