Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Δημήτρη Καμπουράκη
Η Ελλάδα μπαίνει στο φετινό καλοκαίρι με τους χειρότερους οιωνούς εδώ και πολλά χρόνια. Ο φετινός Μάιος ήταν ο πιο ξηρός των τελευταίων δύο δεκαετιών, οι θερμοκρασίες Ιουνίου θυμίζουν Ιούλιο, και οι πρώτες μικροεστίες σε Βοιωτία, Ηλεία και Κορινθία δίνουν το γνωστό σήμα συναγερμού: η αντιπυρική περίοδος ξεκίνησε πριν καν ανοίξουν οι ομπρέλες στις παραλίες.
Φυσικά, όλα αυτά τα γνωρίζουμε. Και θα τα ξαναζήσουμε. Το ερώτημα είναι τι έχουμε κάνει διαφορετικό ώστε το φετινό καλοκαίρι να μη γίνει άλλη μία συλλογική τελετή αυτομαστιγώματος, με drone που δεν πετούν, κάτοικους που δεν ειδοποιούνται και πολιτικούς που αναφωνούν «ανθρώπινες απώλειες δεν είχαμε, ευτυχώς».
Η ξηρασία ως πυροκροτητής
Η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία προειδοποιεί ήδη από τον Απρίλιο. Η έλλειψη βροχοπτώσεων, οι υψηλές θερμοκρασίες από νωρίς και οι έντονοι άνεμοι συνθέτουν ένα τρίπτυχο εκρηκτικό. Ήδη σε πολλές περιοχές της Στερεάς, της Πελοποννήσου και των νησιών, η βλάστηση έχει ξεραθεί πρόωρα. Ουσιαστικά, ο Ιούνιος ξεκινά με συνθήκες που παραπέμπουν σε τέλη Ιουλίου.
Η φετινή ξηρασία δεν είναι τυχαία: είναι προϊόν της κλιματικής αλλαγής, που δεν τη συζητούμε πια ως ενδεχόμενο, αλλά ως καθημερινότητα. Το κλίμα γίνεται θερμότερο, ξηρότερο και περισσότερο εχθρικό. Και η Ελλάδα, με την πολυδιάσπαση εδαφών και οικισμών, είναι το τέλειο πεδίο πυρός.
Μαθήματα (δεν) ελήφθησαν
Αν κάτι χαρακτηρίζει την ελληνική διαχείριση των πυρκαγιών είναι το εξής παράδοξο. Κάθε χρονιά καίγεται σαν να είναι η πρώτη φορά. Είτε πρόκειται για το 2021 με την Πάρνηθα και την Εύβοια, είτε για το 2023 με τη Ρόδο, είτε για την προπερυσινή καταστροφή στον Έβρο, η πολιτεία φτάνει πάντα αιφνιδιασμένη, λες και οι φωτιές στήνουν ενέδρα.
Ας σταθούμε για λίγο στον Έβρο. Το καλοκαίρι του 2023, καταγράφηκε η μεγαλύτερη πυρκαγιά στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με πάνω από 930.000 στρέμματα καμένα, 20 νεκρούς, ολόκληρα δάση εξαφανισμένα. Πέρασαν εβδομάδες μέχρι να τεθεί υπό έλεγχο. Οι εκκενώσεις ήταν ανοργάνωτες, τα εναέρια μέσα ανεπαρκή, η πρόληψη ανύπαρκτη.
Ή στη Ρόδο του 2022. Είχαμε 20.000 εκτοπισμένους, ξενοδοχεία που εκκενώθηκαν εν μέσω τουριστικής αιχμής, ενώ ολόκληρο το νησί μετατράπηκε σε πύρινο λαβύρινθο. Η εικόνα της κυβέρνησης, να επαναπαύεται σε «επιτυχημένες εκκενώσεις» ενώ το μισό νησί καιγόταν, έμοιαζε με φάρσα ασφαλείας.
Και φυσικά, η Πάρνηθα — καμένη ξανά και ξανά, σύμβολο κρατικής απροθυμίας να προστατεύσει έναν δασικό πνεύμονα 30 χιλιόμετρα από το Σύνταγμα. Εάν δεν μπορεί να σωθεί η Πάρνηθα, τι ελπίδα έχει η Γραμμένη Οξυά;
Μια Πυροσβεστική που παλεύει με κουβάδες
Αν πρέπει να μιλήσουμε με ειλικρίνεια, οι άνδρες και γυναίκες της Πυροσβεστικής δίνουν μάχες υπεράνθρωπες. Αλλά ο στρατός τους λιγοστεύει. Από τις περίπου 16.000 οργανικές θέσεις, καλύπτονται λιγότερες από 11.000. Πολλοί είναι εποχικοί, ελάχιστοι έχουν ειδίκευση σε δασικές πυρκαγιές, και πολλοί εξαντλούνται σε αλλότρια καθήκοντα (διασώσεις, τροχαία, πλημμύρες).
Ο στόλος των εναέριων μέσων παρουσιάζει βελτιώσεις – φέτος υπάρχουν 89 πτητικά μέσα διαθέσιμα, ανάμεσά τους και νέα drones για επιτήρηση. Το πρόγραμμα RescEU προσφέρει επιπλέον ενίσχυση από την Ε.Ε. (με αεροπλάνα από Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία), αλλά όλα αυτά λειτουργούν ως συμπληρωματικά, όχι ως βάση. Εάν η φωτιά ξεσπάσει σε τρεις ταυτόχρονες περιοχές, το πρόβλημα παραμένει: δεν επαρκούν τα μέσα για να προλάβουμε τη φωτιά πριν ξεφύγει.
Το θετικό είναι ότι έχουν γίνει βήματα προς τη χρήση τεχνολογίας. Δορυφορική παρακολούθηση, εφαρμογές πυρανίχνευσης, ψηφιακοί χάρτες επικινδυνότητας. Το πρόβλημα είναι ότι αυτά παραμένουν εργαλεία στα χαρτιά, αν δεν υπάρχουν άνθρωποι να τα αξιοποιήσουν και αποφάσεις να τα ενεργοποιήσουν εγκαίρως.
Καίγεται φέτος ό,τι δεν κάηκε πέρυσι
Υπάρχει όμως και μια παγίδα που δεν συζητιέται αρκετά. Όταν μια χρονιά έχουμε λιγότερες φωτιές, όπως το 2024, δεν σημαίνει ότι γλιτώσαμε – σημαίνει ότι σωρεύτηκε περισσότερη καύσιμη ύλη για το επόμενο καλοκαίρι. Τα χόρτα, τα ξερά κλαδιά, η ανεξέλεγκτη βλάστηση δεν εξαφανίζονται – μαζεύονται και περιμένουν μια σπίθα.
Το 2025 ξεκινά με ένα εκρηκτικό υπόστρωμα. Οι ειδικοί λένε ότι η φετινή χρονιά έχει περισσότερο διαθέσιμο “καύσιμο” από το 2023. Και σε πολλές περιοχές, η εκτίμηση είναι ότι ένα συμβάν που πέρυσι θα κρατούσε μία ώρα, φέτος μπορεί να μετατραπεί σε πύρινο μέτωπο μέσα σε δέκα λεπτά.
Ακόμα πιο ανησυχητική είναι η εγκατάλειψη των ιδιωτικών οικοπέδων. Οι καθαρισμοί που είναι υποχρεωμένοι οι ιδιοκτήτες να κάνουν, φέτος σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης έχουν μειωθεί σχεδόν στο μισό σε σχέση με πέρυσι. Είτε λόγω κόστους, είτε λόγω αδιαφορίας, είτε λόγω έλλειψης ελέγχου, χιλιάδες οικόπεδα σε αστικές και περιαστικές περιοχές είναι γεμάτα ξερόχορτα, σκουπίδια, ακόμη και εύφλεκτα υλικά.
Το αποτέλεσμα το είδαμε ήδη. Στις 10 Ιουνίου, την πρώτη πραγματικά ξηρή μέρα με άνεμο, πήρε φωτιά μια ρεματιά και παρακείμενο οικόπεδο μέσα στο Μαρούσι, δίπλα στο Σισμανόγλειο νοσοκομείο. Δηλαδή, μέσα στον αστικό ιστό, και όχι στην άκρη κάποιου δάσους. Αν τέτοια επεισόδια συμβαίνουν στην καρδιά της πρωτεύουσας, τι ακριβώς περιμένουμε να γίνει στα δασικά μας, στα νησιά, στην ενδοχώρα, στους τουριστικούς προορισμούς που θα γεμίσουν τον Ιούλιο;
Και τώρα τι;
Το φετινό καλοκαίρι είναι μπροστά. Οι συνθήκες είναι κακές. Αλλά δεν είμαστε ούτε αφελείς ούτε καταδικασμένοι. Υπάρχουν πλέον μοντέλα διεθνώς που δείχνουν πώς συνδυάζονται πρόληψη, τεχνολογία και κοινότητες. Στην Πορτογαλία, στη Γαλλία, στο Ισραήλ.
Αυτό που χρειάζεται είναι ένα σοβαρό εθνικό σχέδιο, μακριά από το δόγμα της έκτακτης ανάγκης. Με ευθύνη όλων, της πολιτείας, της αυτοδιοίκησης, των πολιτών. Αν υπάρχει κάτι το θετικό σ’ όλο αυτό που ζούμε κάθε χρόνο, είναι ότι επιτέλους έχει σταματήσει η χρόνια διαμάχη ανάμεσα στην Πυροσβεστική και την Δασική Υπηρεσία. Επίσης στα θετικά καταγράφουμε την συστηματική λειτουργία του 112, που παρά τις υπερβολές στην χρήση του προειδοποιεί τον πληθυσμό όταν υπάρχει κίνδυνος. Επίσης, πολύ σημαντική είναι η συμβολή των εθελοντών, που συχνά κάνουν πολύ σοβαρή προληπτική δουλειά.
Όσο εμείς συνεχίζουμε να στηριζόμαστε σε ανεμοδείκτες, προσευχές και έκτακτες προσλήψεις εποχικών πυροσβεστών, θα βλέπουμε τον ίδιο εφιάλτη με άλλες φλόγες κάθε χρόνο. Γιατί, όπως είπε κάποτε και ένας σοφός Καλιφορνέζος δασάρχης: «Οι φωτιές δεν τις σβήνεις όταν ξεσπάσουν. Τις έχεις σβήσει πριν ξεκινήσουν.»