Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Κωνσταντίνου Μπούρα
Τα πανανθρώπινα ουμανιστικά ιδεώδη τού Διαφωτισμού πηγάζουν από την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία, έτσι όπως διασώθηκε μέσα στους σκοτεινούς αιώνες τόσο μέσα από την προφορική παράδοση όσο και χάρη στους επίμονους αντιγραφείς (Άραβες, Βυζαντινούς, μορφωμένους μοναχούς και ιδιώτες που είχαν την πολυτέλεια των προ Γουτεμβέργιου βιβλιοθηκών).
Κι είναι κυκλικό το μοντέλο αυτού τού «αντιδανείου», όταν χάρη ακριβώς στον φιλελληνικό Διαφωτισμό αφυπνίστηκε η υποδουλωμένη συνείδηση, οι ελληνόφωνοι-ελληνόψυχοι εξεγέρθηκαν και ιδρύθηκε η σύγχρονη Δυτικού τύπου Ελληνική Δημοκρατία.
Η Πρώτη Βιομηχανική Επανάσταση δεν ακύρωσε κι ενδεχομένως να ενίσχυσε τις βασικές αρχές τού Διαφωτισμού. Η Τεχνολογία και ειδικά η Πληροφορική διευκόλυνε την μετάδοση τής Γνώσης και την πρόσβαση στη βιβλιογραφία. Η δημιουργικότητα μέχρι σήμερα επιτάθηκε χάρη στην ανάγκη για ευρεσιτεχνίες που ενίσχυσαν την ατομοκεντρική ελευθερία τής έκφρασης και τη συμπερίληψη ρηξικέλευθων πνευμάτων (που άλλοτε ήταν στο περιθώριο τής Μεσαιωνικής Ιστορίας, εάν δεν ποινικοποιούταν η ιδιαιτερότητα τής Σκέψης τους και δεν κινδύνευε ακόμα κι η σωματική τους ακεραιότητα). Όλα αυτά ευτυχώς τώρα είναι σκοτεινό παρελθόν και βαδίζουμε πλησίστιοι σε ένα απροσδιόριστο, αχανές, κβαντικό ενεργοπληροφοριακό πεδίο χωρίς πυξίδα και με μια πρωτόγνωση ελευθερία διάδρασης που δεν την ακυρώνει μήτε η σκοταδιστική φοβία απέναντι στα «ρομπότ», στην «Τεχνητή Νοημοσύνη» και σε άλλα προς εξερεύνησιν γνωστικά πεδία που προκαλούν φυσική ανασφάλεια στους αδύναμους νόες. Αναμενόμενο. Όμως τι έχει να φοβηθεί ένας δημιουργός από κάποια καινούργια εργαλεία που τίθενται στη διάθεσή μας; Μοιάζει με τον φόβο τού ιθαγενούς απέναντι στο πρώτο καθρεφτάκι που αντίκρυσε κι αντανακλούσε το είδωλό του, με το οποίο δεν είχε εξοικειωθεί ακόμη.
Εάν γυρίσουμε πίσω στον Χωροχρόνο κι αναζητήσουμε μια διδακτικού τύπου αναλογία, είναι σαν να δαιμονοποιούμε την πρώτη γραφομηχανή και να επιμένουμε να γράφουμε σε πάπυρο βουτώντας το φτερό σε μελάνι σουπιάς!!!
Ως διπλωματούχος μηχανολόγος μηχανικός τού Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (από το 1985) ανυπομονώ για τα καινούργια «σημεία φυγής» (όπως λέμε στο Γραμμικό Σχέδιο) που θα μας χαρίσουν πρόσβαση σε άλλα συνειδησιακά επίπεδα και σε ανεξερεύνητες «διαστάσεις» τού Επιστητού.
Ήδη από τα Σπήλαια ο πολιτισμένος άνθρωπος κονταροχτυπιέται διαρκώς με το Άρρητο, το Άγνωστο, το Άφατο, το ά-Πειρον (αυτό που δεν επαληθεύεται αμέσως με την καθημερινή εμπειρία).
Όλες οι θρησκείες, όλες οι ιδεολογίες, όλα τα μυθοπλαστικά αφηγήματα αυτό το κενό καλύπτουν προσωρινά. Οι αλληλοδιαδοχή συστημάτων και μορφών στην Ιστορία των Ιδεών οφείλεται ακριβώς σε αυτή την ανανέωση που επιτυγχάνεται χάρη σε «θαλασσοπόρους» «εξερευνητές» τού αχανούς Ενεργοπληροφοριακού Πεδίου, οι οποίοι / οι οποίες / τα οποία ανήσυχα πνευματικά όντα τολμούν να προβούν σε απεγνωσμένα κβαντικής φύσεως «ποιοτικά άλματα», σαν αυτά που περιγράφει ο Δανός Φιλόσοφος Σόρεν Κίρκεγκααρντ διαπραγματευόμενος την έννοια τής (ανθρώπινης) Αγωνίας.
Ο Υπαρξισμός, ως φιλοσοφικό κίνημα με κοινωνικές προεκτάσεις κι αισθητικές εφαρμογές ασχολείται ακριβώς με αυτή την επαναδιαπραγμάτευση τής σχέσης των «εγώ» με το εκάστοτε «εμείς», των ατόμων με τον ενιαίο οργανισμό στον οποίο κάθε φορά υπάγονται και συλλειτουργούν διαδρώντας αλληλέγγυα και αλληλεπιδρώντα. Η περίφημη φράση τού αρνηθέντος το Νόμπελ Λογοτεχνίας «αιρετικού» διανοούμενου Ζαν-Πωλ Σαρτρ «Η Κόλαση είναι οι άλλοι» (από το πόνημά του με τον χαρακτηριστικά συμβολικό τίτλο «Ναυτία») υπονοεί τη δυνατότητα δημιουργίας «ιδιωτικών παραδείσων» μακριά από τους μοχθηρούς, φθονερούς, επίβουλους, χειριστικούς «άλλους». Η αύξηση τής κινητικότητας των μορίων σε ένα ζέον υγρό, η άνοδος του «σημείου βρασμού» χάρη κι εξαιτίας των τεχνολογικών «καταλυτών» δημιουργεί περισσότερες εν δυνάμει «συγκρούσεις», τριβές, προστριβές, διαμάχες, ρήξεις, συρράξεις και πολέμους. Ολόκληρος ο εικοστός αιώνας έτσι κύλησε και οι τρεις πρώτες δεκαετίες δεν δείχνουν να έχει αλλάξει κάτι στον Παγκόσμιο Χάρτη. Εάν το δούμε θερμοδυναμικά το «κλειστό σύστημα» Γαία, η παγκόσμια εντροπία φαίνεται σαν να έχει εκτιναχθεί στο ζενίθ της, το Χάος πολλαπλασιάζεται κι επιτείνεται με κάθε χρήση τής λεγόμενης «ελεύθερης βούλησής» μας, όμως η μαθηματική «Θεωρία τού Χάους» έρχεται με τη σειρά της να μας καθησυχάσει διαβεβαιώνοντάς μας τινί τρόπω πως σε ορισμένο χρονικό διάστημα κάθε χαοτικό σύστημα αυτορυθμίζεται και βρίσκει τις όποιες ισορροπίες του.
Και μέσα σε όλα αυτά ο Δημιουργός, ο Ποιητής, ο Λογοτέχνης, ο Καλλιτέχνης, ο Διανοητής, ο Φιλόσοφος, ο «επαρκής αναγνώστης», ο ανήσυχος πνευματικός άνθρωπος… πώς δράττεται τής ευκαιρίας και αξιοποιεί τα τεχνολογικά εργαλεία για το Κοινό Καλό και Αγαθό αποσκοπώντας στο ανώτερο, στο απώτερο, στο βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο Καλό όλων.
Όπως λέει ο Κορεάτικης καταγωγής Φυσικός Επιστήμων και Διανοητής Trinh Xuan Thuan στο μνημειώδες-εμβληματικό έργο του «Η Μυστική Μελωδία» (“The Secret Melody: And Man Created the Universe”) «ζούμε τόσο λίγο – ως Ανθρωπότητα, αλλά και ως μεμονωμένα ανθρώπινα όντα – που δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ούτε μία νότα από την περίφημη πυθαγόρεια μουσική των σφαιρών, από το Υπερσυμπαντικό Αρμόνιο». Αυτό το βρίσκω αρκετά ακριβές, αφού φαίνεται πως μόνον οι εκστατικοί, οι ενορατικοί, οι διαισθητικοί Στοχαστές μπορούν να ενωθούν για μια στιγμή με το ά-Παν και χωρίς να νιώσουν πανικό να βιώσουν το λεγόμενο «ωκεάνιο συναίσθημα», τόσο οικείο σε όσους έχουν παρακολουθήσει κι επεξεργαστεί τα κινήματα τής (Ατομικής τε και Συλλογικής) Ψυχής, όπως γράφει ο Σολωμός, ο Γκαίτε, ο Σαίξπηρ και οι μεγάλοι, διαχρονικοί, «αθάνατοι» Κλασικοί.
Όμως, το εγγενές πρόβλημα και η προσωρινή δυσχέρεια τού Σύγχρονου Υλιστικού Δυτικού Πολιτισμού μας είναι ότι έχει «σκοτώσει» κάθε έννοια «Θείου». Χωρίς την παραδοχή κάποιου/κάποιας Αγνώστου Θεού/Θέας, δίχως την παραδοχή τής περιορισμένης ανθρώπινης νόησης, καμία σοβαρή πνευματική-ιδεολογική-αισθητική-επιστημονική αναζήτηση δεν μπορεί να έχει γερά θεμέλια. Όλοι/όλες/όλα αντλούμε από τον «υδροφόρο ορίζοντα» τής διαχρονικής Παγκόσμιας Συλλογικής Πανανθρώπινης Συνείδησης (που συμπεριλαμβάνει τόσο το Λογικό όσο και το ά-Λογο μέρος) κι εκτείνεται μέχρι τα δυσθεώρητα και δυσεξερεύνητα βάθη τού Συλλογικού Ασυνειδήτου, εκεί όπου κολυμπούν ανενόχλητοι οι θηριώδεις, οι δυνάμει απειλητικοί, οι μυστήριοι, οι άγνωστοι καβαφικοί «Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες».
Εμείς σήμερα, βιώνουμε, χάρη κι εξ αιτίας ακριβώς τής Πληροφορικής Τεχνολογίας την ψηφιακή παγκοσμιοποίηση, την γλωσσική αμαλγαματοποίηση, τον πολιτιστικό υβριδισμό, τον πολιτισμικό «υπερτροφισμό». Είμαστε ήδη τόσο πολύγλωσσοι που χρειάζεται ειδική πολύχρονη μελέτη για να τιθασεύσουμε εμπλουτίζοντάς την μία και μόνη μακραίωνη γλώσσα, όπως η ελληνική.
Έχουμε ήδη υποστεί τις παράπλευρες απώλειες τού Παγκόσμιου Ψηφιακού Χωριού και δεν έχουμε ακόμη επεξεργαστεί στο έπακρο τις προσφερόμενες ωφέλειες. Η διαρκώς επιταχυνόμενη Τεχνολογική Πρόοδος δεν επιφέρει αυτόματη αναπροσαρμογή ή αναβάθμιση των ατομικών νευρωνικών μας συνάψεων. Εκεί ακριβώς υπεισέρχεται η ανασφάλεια, η έννοια τής αγωνίας που τροφοδοτεί πανάρχαιες φοβίες και αναδημιουργεί αρχετυπικά Φόβητρα. Με αυτά πρέπει να παλέψουμε όσες, όσοι, όσα νοήμονα όντα παλεύουμε για την Ελευθερία τής Έκφρασης και μαχόμαστε αυτοθυσιαστικά για το Κοινό Καλό κι Αγαθό. Η Πληροφορία είναι Φως, α-Λήθεια, Χαρά που ευνοεί τους δημιουργικούς και τρομάζει τούς απαισιόδοξους, πεισιθάνατους, οπισθοδρομικούς. Όμως το ρεύμα τού Ηράκλειτου δεν γυρίζει πίσω, όσο κι αν κάποτε, στο απώτερο μέλλον ενωθούν οι εκβολές με την πηγή, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν ευθείες γραμμές στο Σύμπαν, όπως η ανασφαλής καχεκτική ανθρώπινη Νόηση θα ήθελε να πιστεύει. Ακόμα και οι παράλληλες κάπου συναντώνται στις μη-Ευκλείδειες Γεωμετρίες.