Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Κωνσταντίνου Μπούρα
Σκέψεις για την απαξίωση και την υπερτίμηση τής σύγχρονης “Τέχνης” με αφορμή το «υπό-κείμενο» (“sub-text”, “sous-texte”) τής κινηματογραφικής προσωμοίωσης «Ασυνήθιστες Φίλες».
Τα καλογραμμένα σενάρια είναι πολυεπίπεδα και πολυδιαστασιακά διευρύνοντας έτσι το εν δυνάμει κινηματογραφόφιλο κοινό που θα ελκυσθεί από το έργο τής Έβδομης Τέχνης που βασίζεται πάνω τους, αφού λειτουργούν ως παρτιτούρα πάνω στην οποία θα επενδύσουν οι διονυσιακοί τεχνίτες τις ερμηνείες τους και οι παντοειδείς συνεργούντες συνδημιουργικοί συντελεστές τον δικό τους γλωσσικό ή παραγλωσσικό κώδικα καταλλήλως επεξεργασμένον ως προς την καλλιτεχνική στοχοθεσία.
Η στοχοπροσήλωση όλων των συμμετεχόντων σε μια συγκεκριμένη κινηματογραφική παραγωγή που θέλει να είναι και «ποιοτική» και ευπώλητη είναι απαραίτητη, ικανή και αναγκαία συνθήκη στο συγκεκριμένο «επιχειρηματικό σχέδιο» ακολουθώντας τους κανόνες, τους όρους, τις τεχνικές τού Project Management, χρησιμοποιώντας παλαιά αφηγηματικά εργαλεία ή επινοώντας καινούργια.
Στο συγκεκριμένο αριστουργηματικό σενάριο, επειδή βασίζεται στην «πραγματικότητα», παρεισφρέουν αναγκαστικά λαογραφικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, καλλιτεχνικά στοιχεία, που απαιτούν την αληθοφανή έκθεση μέσα από μια ελαφρώς ειρωνική, αποστασιοποιητική πρόθεση και υπό το πρίσμα μιας ευρύτερης προοπτικής με τις ανώδυνες τάσεις φυγής να βρίσκουν ένα ελεγχόμενο πλαίσιο.
Στην προοπτική τού γραμμικού σχεδίου τα λεγόμενα «σημεία φυγής» είναι απαραίτητο να οριστούν προκειμένου να παγιωθεί ο νοητικός αλγόριθμος τής οπτικής-εγκεφαλικής παραμόρφωσης που θα παράγει αισθητική ηδονή μέσα από είδωλα ευθέως αποκωδικοποιήσιμα.
Έτσι λοιπόν, σε όλη τη διάρκεια αυτής τής δραματικής κωμωδίας (δραμεντί) τα αμφίβολης αξίας και εκπάγλου προχειρότητας «έργα Τέχνης» γίνονται «νόμισμα» για παράνομες, ανοίκειες, καταχρηστικές συναλλαγές και συμπεριφορές. Ένα άτεχνο κολλάζ από κακοκολλημένες παλαιές αφίσες αποκτά υπεραξία τρομακτική απλώς και μόνον επειδή εκτίθεται μαζί με άλλα παρόμοια κακοτεχνήματα σε περιώνυμη γκαλερί που συμμετέχει στο άτυπο Χρηματιστήριο Καλλιτεχνικών Αξιών. Η ονομαστική αξία τής «μετοχής» εξαρτάται κάθε στιγμή από τους κανόνες τού ελευθέρου εμπορίου: προσφορά και ζήτηση.
Επίδοξοι διαρρήκτες βάζουν στο μάτι αυτό το υπερτιμημένο ανοσιούργημα, ενόσω η απατημένη σύζυγος που αμείβεται σε είδος, αφού λαμβάνει κάθε φορά έναν επώνυμο πίνακα για το εκάστοτε ερωτικό παραστράτημα τού συμβίου της, αποφασίζει τελικά να τον εκδικηθεί, όχι μόνον εγκαταλείποντάς τον κι απαρνούμενη τον μητρικό ρόλο τής ανεκτικής συντρόφου, αλλά παίρνοντας όλα αυτά τα κακαίσθητα καλλιτεχνήματα μαζί της προκειμένου να τα πουλήσει στη μαύρη αγορά εξασφαλίζοντας έτσι το υπόλοιπον τής μεσοαστικής ζωής της σε πλήρη ευμάρεια. Χαρίζει μάλιστα (δίκην γαλαντόμου σπιτονοικοκυράς) ένα από αυτά τα αμπαλαρισμένα εργάκια στην οικονόμο της συμβουλεύοντάς την φιλικά να μην βιαστεί να το σκοτώσει πριν ανέβει κι άλλο η ονομαστική αξία τού ζωγράφου που το υπογράφει!!! Πιο σαφές δεν γίνεται. Η καυστική ειρωνεία σε όλο της το μεγαλείο.
Ειρήσθω εν παρόδω ότι παρ’ όλο που ο τζίρος των διακινούμενων (σε επίσημους πλειστηριασμούς) έργων Τέχνης πέφτει διεθνώς τους τελευταίους μήνες στη Γαλλία και στη Βρετανία παρουσιάζει χαμηλότερους μειωτικούς ρυθμούς. Και τι γίνεται με τη μαύρη αγορά ή το “dark web”; Κακά τα ψέματα, η υπερτιμημένη «Τέχνη» είναι το κρυπτονόμισμα με την μεγαλύτερη απόδοση, όσο κι αν η επισφάλεια είναι συζητήσιμη. Εξάλλου κάθε επένδυση προϋποθέτει την ανάλογη “risk analysis”. Σημεία των καιρών…
Απομένει η ατομική επαναξιολόγηση και ιεράρχηση των πραγματικών ανθρώπινων αναγκών κατά Maslow. Η Τέχνη ήταν πάντοτε πολυτέλεια.
Σε λίγο η Τεχνητή Νοημοσύνη (AI) θα μπορεί να διεκδικήσει τη θέση τού σύγχρονου Λεονάρντο ντα Βίντσι. Δεν ξέρω εάν αυτή η Ρομποτική-Κβαντομηχανική «Αναγέννηση» θα μοιάζει με την προηγούμενη, είναι όμως σαφές ότι εάν θέλουμε να επιβιώσουμε ως εργαζόμενοι θα πρέπει να αναπτύξουμε τις δημιουργικές εκείνες και κοινωνικές “soft skills” που δεν κατέχουν τα μηχανήματα.
Κι εδώ πιστεύω ότι έγκειται η έμμεση απάντηση για το πού βαδίζει η Τέχνη στον εικοστό πρώτο αιώνα. Ανάμεσα στη Σκύλλα και στη Χάρυβδη ο πολυμήχανος Οδυσσέας περνάει, απαντώντας ως άλλος Οιδίπους στο αίνιγμα τής μυθικής συμβολικής Σφίγγας: ο Άνθρωπος είναι το κλειδί, ο μόνος που μπορεί να βιώσει Ενσυναίσθηση, Συμπάθεια, Φιλότητα, Αγάπη, Έρωτα ορφικό… Όλα τα άλλα είναι «προφάσεις εν αμαρτίαις».
Όμως, εμείς οι δημιουργοί, ας μην παρασυρόμαστε από τις παντοειδείς Σειρήνες, από τις καταστροφολογικές Κασσάνδρες… κι ας συμβάλλουμε σοβαρά, ως εχέφρονες, στην Αναγέννηση τού Παγκόσμιου Πολιτισμού βασιζόμενοι στην Παράδοση.