Η 6η Ιουνίου αποτελεί καθοριστική ημερομηνία για τη δυνατότητα επιστροφής του 13ου και 14ου μισθού στους δημόσιους υπαλλήλους. Η απόφαση που αναμένεται να εκδοθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας θα κρίνει αν θα επανέλθουν τα δώρα στους δημοσίους υπαλλήλους, θέμα που έχει προκαλέσει έντονη ανησυχία και προσδοκία στους εργαζομένους του δημόσιου τομέα.
Το αίτημα για την επαναφορά των Δώρων είχε κατατεθεί στην κυβέρνηση το φθινόπωρο του 2024 από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, ενώ ακολούθησε αγωγή της ΑΔΕΔΥ, η οποία εκκρεμεί να εκδικαστεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας στις 6 Ιουνίου. Η συγκεκριμένη δίκη έχει κεντρική σημασία για την ενδεχόμενη αποκατάσταση των Δώρων, καθώς το αποτέλεσμα θα μπορούσε να επηρεάσει όλους τους δημόσιους υπαλλήλους και όχι μόνο τους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς.
Πριν από τη δίκη στο ΣτΕ, τον Μάρτιο του 2025, εξετάστηκε από το Μισθοδικείο η επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού για τους δικαστικούς λειτουργούς. Στην ακροαματική διαδικασία, η οποία πραγματοποιήθηκε υπό την προεδρία του αντιπροέδρου του ΣτΕ, Κωνσταντίνου Κουσούλη, συζητήθηκαν 11 ομαδικές και ατομικές προσφυγές, οι οποίες αφορούσαν 49 δικαστές και αφορούσαν την επαναφορά των δώρων, που καταργήθηκαν κατά τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου.
Στην ακροαματική διαδικασία δεν παρουσιάστηκαν νέες θέσεις, καθώς οι προσφεύγοντες και το Δημόσιο κατέθεσαν υπομνήματα με τις θέσεις τους πριν την εκδίκαση. Τα υπόλοιπα μέλη του 9μελούς Μισθοδικείου ήταν οι Χρήστος Λιάκουρας (σύμβουλος του ΣτΕ), Ελένη Σκορδά (σύμβουλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου), οι καθηγητές Νομικής Χαρίκλεια Απαλαγάκη, Γεώργιος Λέκκας και Θεόδωρος Παπακυριακού, καθώς και οι δικηγόροι Χριστίνα Κουντούρη, Γεώργιος Μπούρας και Θεόδωρος Γεωργάκης.
Η απόφαση του Μισθοδικείου αναμένεται σύντομα, με το δημοσιονομικό κόστος της επαναφοράς των Δώρων να εκτιμάται ότι θα κυμανθεί από 700 εκατομμύρια έως και 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ σε μόνιμη βάση.