Η υπόθεση που έχει προκαλέσει σοκ στην κοινή γνώμη αφορά την κατηγορία για ακραία σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων από έναν αστυνομικό της Βουλής και τη σύζυγό του.
Η γυναίκα, επίσης αστυνομικός, βαρύνεται με σοβαρότατες κατηγορίες, όπως βιασμό ανήλικου από οικείο πρόσωπο από κοινού, κατ’ εξακολούθηση και κατά συρροή, κατάχρηση ανηλίκου σε ασέλγεια από κοινού και κατ’ εξακολούθηση και γενετήσια πράξη μεταξύ συγγενών από κοινού και κατ’ εξακολούθηση.
Μετά την απολογία της, αφέθηκε ελεύθερη με την επιβολή περιοριστικών όρων, όπως η απαγόρευση επικοινωνίας με τα παιδιά της, η υποχρεωτική εμφάνιση στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής της και η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα.
Οι ανακριτικές αρχές έκριναν ότι οι πράξεις της τελέστηκαν υπό καθεστώς εξαναγκασμού, φόβου και τρόμου, σύμφωνα με δήλωση του συνηγόρου της, Ιωάννη Μπαρκαγιάννη.
Ο σύζυγός της, ο οποίος είχε κριθεί προσωρινά κρατούμενος τον Δεκέμβριο του 2024, αντιμετωπίζει σωρεία κατηγοριών για κακουργήματα, μεταξύ των οποίων σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, πορνογραφία ανηλίκων, ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη και βία κατά ανηλίκων, καθώς και παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία.
Οι κατηγορίες αυτές έχουν δημιουργήσει ένα εξαιρετικά σοβαρό νομικό και ηθικό ζήτημα, με τις εξελίξεις να βρίσκονται υπό στενή παρακολούθηση από τις αρχές και τα μέσα ενημέρωσης.