«Ήταν σκοτάδι και περπατούσα για να πάω στο ΑΤΜ και είδα έξι αστυνομικούς ντυμένους στα μαύρα να έρχονται προς το μέρος μου. Τους έλεγα μείνετε μακριά μου, και συνέχισα να περπατάω», ισχυρίζεται ο Αμερικανός ηθοποιός, Ρούντι Γιάνγκλμπλαντ περιγράφοντας την περιπέτεια που βίωσε στη χώρα μας.
Η σύλληψη, η μεταφορά του σε κέντρο κράτησης αλλοδαπών και η απελευθέρωση από το κέντρο προσωρινής κράτησης αλλοδαπών στην Αμυγδαλέζα, είνι η “προίκα” του από την επισκεψή τους στη χώρα μας με τον ίδιο να εξακολουθεί να αρνείται ότι επιτέθηκε σε αστυνομικούς:
«Δε μου ανακοίνωσαν ποτέ ότι ήταν αστυνομικοί και τότε σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι κάποιοι που θέλουν να με ληστέψουν. Δεν γνωρίζω κανέναν εδώ. Ήρθαν και με συνέλαβαν και εγώ τους έλεγα ”τι κάνετε;”. Και αυτοί προσπαθούσαν να πουν ότι εγώ είμαι μεθυσμένος. Έβαλε το χέρι του στο πιστόλι και του λέω ”τι θα κάνεις, θα με πυροβολήσεις;”. Και εκείνος μου είπε ”σκάσε”. Και εγώ έλεγα ”Θεέ μου, βάλτε με στη φυλακή”».
«Χρησιμοποιώ το μαχαίρι για να ξύνω μολύβια, αλλά ποτέ δεν το τράβηξα. Το έβγαλα και το ακούμπησα στην οροφή του αυτοκινήτου και τους είπα πάρτε το, πάρτε το, τι κάνετε; Τους λέω με συλλαμβάνετε για ποιο πράγμα; Εκείνοι μιλούσαν ελληνικά και δεν καταλάβαινα τι έλεγαν και δε μιλούσαν αγγλικά. Με έβαλαν στο κελί με κλείδωσαν και πέταξαν το κλειδί».
«Τι θα γινόταν εάν δεν ήμουν διάσημος; Θα ήμουν ακόμα μέσα. Όταν κατάλαβαν ποιος είμαι, έλεγαν ”ω, Θεέ μου, είναι ο Γιάνγκμπλαντ”, και μετά ήθελαν να βγάλουμε φωτογραφίες και να τους δώσω αυτόγραφο και εγώ έλεγα ”καλά με δουλεύετε;”».