Επειδή είναι σχεδόν ανύπαρκτη η ελληνική αλλά και ξένη βιβλιογραφία η σχετική με την κριτική θεάτρου, θα ήθελα εδώ να καταθέσω μερικές σκέψεις εν περιλήψει.
Υπάρχει διαφορά μεταξύ πλήρους (εκτενούς) θεατρικής κριτικής (άνω των 100 λέξεων) και κριτικού σημειώματος (από 400-500 λέξεις).
Συνήθως όμως, στην παραδοσιακή τυπογραφία και στα έντυπα μέσα μαζικής ενημέρωσης δημοσιεύονταν κριτικά άρθρα, τα οποία ενδεχομένως κυκλοφορούσαν αργότερα και σε μορφή βιβλίου, ως συλλογή. Σήμερα, με την ευκολία της άμεσης επικοινωνίας και ανάδρασης (feedback) χάρη στο Διαδίκτυο, έχουν δημιουργηθεί πολλά ενδιάμεσα υβρίδια.
Όμως παρ’ όλα αυτά μπορούμε να συναγάγουμε ορισμένους κανόνες και να επιχειρήσουμε να θέσουμε κάποια όρια.
Βασικός σκελετός ενός κριτικού άρθρου που προορίζεται να δημοσιευτεί σε έντυπο ή (και) ηλεκτρονικό μέσο μαζικής ενημέρωσης:
1. Πρόλογος-εισαγωγή-έκθεση: ξεκινάμε με το συγκεκριμένο δραματικό κείμενο και την προϊστορία του (προγενέστερες ερμηνείες-μεταφράσεις, πρόσληψή του από το κοινό – ειδικότερα στη χώρα μας).
2. Εγγενείς δυσκολίες που παρουσιάζει αυτό το κείμενο σε μια ενδεχόμενη απόπειρα δραματοποίησης.
3. Επιλογές του δραματουργού στην συγκεκριμένη παράσταση (το ίδιο ισχύει για τον διασκευαστή-μεταφραστή).
4. Σκηνοθετικές επιλογές όπως φαίνονται από τις προγραμματικές δηλώσεις (συνεντεύξεις, κείμενα στο πρόγραμμα, Δελτία Τύπου και λοιπά…)
5. “Όψις” της συγκεκριμένης παραστάσεως (κατά την “Ποιητική” του Αριστοτέλη. ΕΙΚΑΣΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ.
6. Μουσική-ρυθμός του συνόλου του παραστασιακού γεγονότος. ΗΧΗΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ.
7. Χορογραφία-κινησιολογία-σπαθογραφίες (εφ’ όσον υπάρχουν). Εδώ αναλύεται διεξοδικά η σωματική έκφραση ακόμα κι όταν δεν μιλάμε για physical theater. Η δυσκολία είναι να μεταδοθεί στον αναγνώστη της κριτικής που δεν έχει δει την παράσταση μία “παρτιτούρα” της κίνησης ηθοποιών και χορευτών μέσα στο εικαστικό και ηχητικό τοπίο.
8. Κριτική ανάλυση κι αισθητικές επισημάνσεις στις ερμηνείες των ηθοποιών (ως συνόλου κι ενός εκάστου εξ αυτών – εφ’ όσον είναι δυνατόν).
9. Συνολική κριτική της παράστασης.
10. Συμπέρασμα – προτροπές, συμβουλές προς τον σκηνοθέτη και όλους τους συντελεστές. Αν το έργο είναι πρωτότυπο κι ο συγγραφέας του ενεργός, μπορούν να δοθούν από τον έμπειρο κριτικό κατευθυντήριες συμβουλές και προς τον δραματικό ποιητή-λογοτέχνη. Αν το έργο είναι μεταφρασμένο, διασκευασμένο ή δραματουργημένο από αφήγημα που δεν προοριζόταν εξαρχής να ανεβεί στο θέατρο, οι συμβουλές-προτροπές-επισημάνσεις απευθύνονται από τον έμπειρο και έγκυρο κριτικό προς την ομάδα ή τα άτομα που απαρτίζουν την δραματουργική-μεταφραστική ομάδα και υπογράφουν (ατομικά ή συλλογικά) την σκηνοθεσία. Το τελευταίο αυτό μέρος είναι το σημαντικότερο απ’ όλα γιατί καταδεικνύει το επάγγελμα του κριτικού ως ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑ που επηρεάζει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και καθορίζει ενδεχομένως τις κατευθύνσεις που θα πάρει η δραματική παραγωγή στο μέλλον. Οι μεγάλοι κριτικοί θεάτρου, λογοτεχνίας και Τέχνης επηρεάζουν την εποχή τους σε βαθμό ασύλληπτο, που δεν μπορεί να καθοριστεί με επιστημονικά κριτήρια.
Εν κατακλείδι, η θεατρική κριτική σήμερα είναι και επιστήμη και τέχνη. Προϋποθέτει ευρύτητα γνώσεων και τριβή με όλα τα πολιτιστικά φαινόμενα και τις κοινωνικές εκδηλώσεις του ανθρώπου. Ακόμα και η πολιτική, με την ευρύτερη έννοια, υποφώσκει στο υπό-κείμενο (“sub-text” ή “sous-texte”) των μεγάλων δραματικών έργων (Ευριπίδης, Τσέχωφ, Μπρεχτ κ.ά.)
Αγαπητοί, (δυνάμει ή εν ενεργεία) συν-κριτικοί, ΚΑΛΗ ΜΑΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑ!!! Κι ο Χρόνος θα δείξει το μέγεθος της ευστοχίας ή της αστοχίας μας. Ο Χρόνος, ο μόνος κριτής. Εμείς απλώς λειτουργούμε ως “ηθμοί” (κοινώς φίλτρα) που διυλίζουμε το τώρα και παγιώνουμε κάποιες μορφές με την αισθητική που διαθέτουμε κι αναγνωρίζει η εποχή μας.
Το αν προπορευόμαστε ή προηγούμαστε από την εποχή και από τους άλλους συγχρόνους μας είναι ένα ειδικό θέμα, που θα αναπτύξουμε σε επόμενο σημείωμά μας.