Μια νέα μελέτη, κατέληξε στο συμπέρασμα πως όσοι κοιμούνται πολλές ώρες τη μία νύχτα και πολύ λίγες την επόμενη, κινδυνεύουν περισσότερο να εμφανίσουν διαβήτη τύπου 2.
Τα ευρήματα «υπογραμμίζουν τη σημασία των σταθερών μοτίβων ύπνου ως στρατηγική για τη μείωση του διαβήτη τύπου 2», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Sina Kianersi, ερευνητής στο Νοσοκομείο Brigham and Women’s στη Βοστώνη. Η νέα μελέτη περιελάμβανε δεδομένα για τον ύπνο και την υγεία 84.000 ατόμων που συμμετείχαν στη συνεχιζόμενη μελέτη UK Biobank Study.
Οι Βρετανοί που συμμετείχαν στη μελέτη ήταν κατά μέσο όρο 62 ετών και κανείς δεν είχε διαβήτη όταν ξεκίνησε η μελέτη.
Οι συμμετέχοντες φόρεσαν επιταχυνσιόμετρο, μια συσκευή που παρακολουθεί και καταγράφει την κίνηση ενώ κάποιος κοιμάται, για επτά συνεχόμενες νύχτες.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν επίσης αν οι άνθρωποι ανέπτυξαν ή όχι διαβήτη τύπου 2 κατά τα επόμενα 7,5 χρόνια.
Αφού έλαβαν υπόψιν μια σειρά παραγόντων κινδύνου, διαπίστωσαν μια σαφή συσχέτιση μεταξύ ακανόνιστων προτύπων ύπνου και αυξημένου κινδύνου για διαβήτη τύπου 2.
Ως «ακανόνιστος» ύπνος ορίστηκε η διάρκεια του ύπνου που άλλαζε κατά 60 λεπτά ή περισσότερο από νύχτα σε νύχτα.
Τα άτομα με ακανόνιστο μοτίβο ύπνου είχαν 34% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2 σε σύγκριση με άτομα των οποίων ο νυχτερινός ύπνος δεν διέφερε τόσο πολύ από βράδυ σε βράδυ.
Γιατί η κυμαινόμενη διάρκεια του ύπνου αυξάνει τον κίνδυνο διαβήτη;
Η μελέτη δεν μπόρεσε να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα, αλλά οι ερευνητές θεωρούν ότι «οι διαταραχές του κιρκάδιου κύκλου και του ύπνου» θα μπορούσαν να διαδραματίσουν κάποιο ρόλο.