Ή θα παίζουμε επαναλήψεις του «ευρωπαικού ιδεώδους» ή θα προσπαθούμε να συγκινήσουμε τους ψηφοφόρους.
Παράγουμε περισσότερη συγκίνηση από αυτή που μπορούμε να καταναλώσουμε στις ευρωεκλογές; Η ανακυκλώνουμε τις ίδιες κοινοτοπίες προκαλώντας χασμουρητά στο ακροατήριο. Και ακόμα χειρότερα, μήπως, σε ορισμένες περιπτώσεις, βγάζουμε πολλαπλάσιο γέλιο από όσο η ίδια η τέχνη μπορεί να δώσει στο κοινό της;
To βέβαιο είναι ότι όλοι –δοθείσης της «σοσιαλμιντιακής» ευκαιρίας– προσπαθούμε να γίνουμε «καλλιτέχνες». Υποδυόμενοι ρόλους που θα ξεπερνούσαν και τον πιο δεινό συγκινησιακό αφηγητή.
Ανοίγεται μπροστά μας ένας κόσμος όπου οι πάντες προσπαθούν να συγκινήσουν τους πάντες. Στην τηλεόραση, στα social media, στο πολιτικό αφήγημα αλλά και στην κοινωνικότητα που επιδεικνύουμε μεταξύ μας.
Εκεί βέβαια, που δημιουργούνται πάντα οι μεγαλύτερες αντιφάσεις είναι στην πολιτική και στην δημοσιογραφία. Στους δύο χώρους που το αφήγημα θα έπρεπε να στηρίζεται περισσότερο στην εκλογίκευση της πειθούς και της ενημέρωσης. Αλλά, τελικά καταλήγει σε απέλπιδα προσπάθεια εντυπωσιασμού του διψασμένου για δραματοποίηση κοινού.
Πόσες φορές μπορεί ένας άνθρωπος να συγκινηθεί σε μία μέρα; Και πόσες ευκαιρίες μπορούν να του δοθούν για να συγκινήσει τους άλλους; Άραγε τα δικά του πολιτικά δρώμενα είναι αρκετά για να κρατούν σε διέγερση το κοινό του;
Κι αν δεν είναι, μπορεί η αναμετάδοση των αφηγημάτων άλλων ανθρώπων να υποκαταστήσει την ένδεια της προσωπικής δραματοποίησης. Αρκεί η συγκινησιακή δυναμική τους να εξασφαλίσει την προσδοκώμενη αποδοχή.
Το νέο στην δημόσια επικοινωνία είναι ότι ο μιντιακός «πολίτης» έχει πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες για την δημιουργία κοινού από ό,τι η αγορά εξασφάλιζε στον παραδοσιακό άνθρωπο. Και ταυτόχρονα, οι περιπτώσεις «συγκινησιακής απόλαυσης» είναι πολλαπλάσιες έναντι της μικρής γειτονιάς, του αστικού σαλονιού, της ταπεινής πλατείας ή του μίζερου καφενείου.
Φράσεις όπως «συγκλονίζει η δήλωση του τάδε» ή «συγκινούν τα λόγια του δείνα» κυριαρχούν πλέον στην μαζική αναμετάδοση άρθρων και ειδήσεων, ιδιαιτέρως σε μία προεκλογική εκστρατεία. Αλλά και ο πολιτικός λόγος δίνει όλο και μεγαλύτερες δόσεις τοξικότητας προκαλώντας φόβο, μίσος, αγωνία ή εμπάθεια στο οπαδικό θυμικό.
Η αισθητική του σοκ αναζητά περισσότερα like ή τηλεθέαση. Επενδύοντας στην πιο διεισδυτική απήχηση στο ανώριμο ηθικά και αισθητικά κοινό. Που πάντα ενθουσιάζεται με την ίντριγκα, το μεγάλο ψέμα ή την λαικότροπη δραματοποιημένη αφήγηση. Ειδικά αν πρόκειται για πρωτογενές υλικό, βγαλμένο απευθείας από τις αναρτήσεις ανθρώπων της διπλανής πόρτας.
Και τι πειράζει που η συγκίνηση είναι ζητούμενο στον δημόσιο λόγο; Δεν θα πείραζε αν περιοριζόταν μόνο σε επίπεδο κοινότητας ή αν αποτελούσε κλασική επιδίωξη της τέχνης, όπως συνέβαινε πάντα. Σήμερα όμως, ο ψηφιακός κόσμος προσφέρει ασύλληπτες δυνατότητες ταχέος πολλαπλασιασμού της ποσότητας που μπορεί να δεχτεί κάποιος.
Σε κάθε περίπτωση, οι βαρετές ευρωεκλογές δεν προσφέρονται τόσο για συγκίνηση και ενθουσιασμό. Για αυτό, καλό θα ήταν οι ψηφοφόροι να επιλέξουν σοβαρούς εκπροσώπους που ξέρουν να κάνουν πολιτική και να διεκδικούν το καλύτερο για τα συμφέροντα των πολιτών.
O υποψήφιος Ευρωβουλευτής Ανδρέας Ζαμπούκας έχει συμμετάσχει σε πολλές δημοσιογραφικές αποστολές στις Βρυξέλλες και στο Στρασβούργο, όπως και σε σεμινάρια που διοργάνωσε η Ευρωπαική Επιτροπή και το Ευρωπαικό Κοινοβούλιο. Είναι καλός γνώστης της λειτουργίας των ευρωπαικών θεσμών και των μηχανισμών αποφάσεων της Ευρωπαικής Ένωσης.
Από το 2019 έως σήμερα, διατέλεσε συνεργάτης του πρώην Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Παναγιώτη Πικραμμένου, του Γενικού Γραμματέα Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας Ευάγγελου Κυριαζόπουλου και του Υπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης Δημήτρη Παπαστεργίου. Επιπλέον έχει συνεργαστεί για κρίσιμα θέματα με πολλούς υπουργούς της κυβέρνησης αλλά και με ανώτατα στελέχη της Ευρωπαικής Ένωσης