Ο Νεομάρτυρας Κωνσταντίνος γεννήθηκε στο ξακουστό νησί της Ύδρας το 1770 μ.Χ από τους γονείς του Μιχαλάκη και Μαρίνα Δημαρά.. Σε ηλικία δεκαεπτά ετών o Κωνσταντίνος φεύγει στην Ρόδο για να βρει δουλειά να στείλει χρήματα στην οικογένειά του. Εκεί γνώρισε ένα τούρκο τον Χασάν. Ο κακός φίλος τον οδήγησε στην αλλαξοπιστία. -Αρνήθηκε την Χριστιανική πίστη και ασπάσθηκε τον Μωαμεθανισμό. Δεν εκτίμησε το θησαυρό που λέγεται αληθινή πίστη Ορθοδοξία.
Η μάνα του η Κυρα-Μαρίνα τα έχασε. Το παιδί της έγινε Τούρκος και ονομάστηκε Χασάν. Για αυτό και του παρήγγειλε παις δεν έχει γιο. Εγώ γέννησα Κωνσταντίνο, δεν γνωρίζω κανένα Χασάν. Όταν κατέβηκε σαν πλούσιος και λαμπερός άρχοντας τυλιγμένος το τούρκικο σαρίκι στο νησί του στην Ύδρα περίμενε υποδοχή ήρωα. Οι κάτοικοι του νησιού όμως κρύφτηκαν όλοι στα σπίτια τους. Όταν βρήκε την νονά του του είπε: Τι ήτανε αυτό που έκανες παιδί μου και κόλασες και μένα τη δυστυχισμένη, εμένα που σου έβαλα το λάδι;
Ύστερα λοιπόν από αυτά ο Κωνσταντίνος συνήλθε. Σκεπτόταν ότι πρόδωσε την πίστη του. Το βράδυ από νωρίς κλείνονταν στο δωμάτιο του όχι για να ξεκουραστεί, αλλά για να συνεχίσει και εδώ την προσευχή. Γονατισμένος στο εικόνισμα κάθε βράδυ ζητούσε από τι θεό να τον συγχωρήσει για το βαρύ του αμάρτημα. Συγχώρεσε με Κύριε. Συγχώρησε με κι συ δυστυχισμένη πατρίδα, επαναλάμβανε συχνά με δάκρυα στα μάτια. Πήρε για αυτό από¬φαση να επανορθώσει το κακό που έπαθε. Πως όμως; Έκανε για αυτό ελεημοσύνες. Όσο χρήματα έπαιρνε τα μοίραζε στους φτωχούς. Πήγε στο Άγιο Όρος όπου έμαθε την υπομονή στην άσκηση και στις δοκιμασίες.
Ήρθε κάποτε η ώρα. Αποφάσισε να ομολογήσει μπροστά σε όλους την πίστη του και να μαρτυρήσει για τη δόξα του Χριστού. Στην Ρόδο πάει και βρίσκει το παλιό αφεντικό τον ηγεμόνα της Ρόδου. Εκείνος δεν τον αναγνωρίζει, γιατί τώρα δεν είναι πια ο λαϊκός Κωνσταντίνος, αλλά ο αγιορείτης καλόγερος με ράσο και αγιορείτικο σκούφο. Καλημέρα σου Χασάν Καπιτάν πασά. Το πράγμα που μου έδωσες είναι κάλπικο και δι αυτό ήλθα να το πάρεις πίσω και να μου δώσεις το ιδικό μου, το αληθινό, του λέει. Δεν είμαι πια αρνητής του Κυρίου μου. Τον πρόδωσα τότε, μα μεταμελήθηκα. Ζήτησα την συγνώμη Του, ελπίζω στην μακροθυμία Του. Ομολογώ ολόψυχα τον Χριστό.
Ο Τούρκος ηγεμόνας διατάζει την σύλληψη του και τη φυλάκιση του. Ο άγιος υπέμεινε πολλά μαρτύρια.
Τον κτυπούσαν και τον έσερναν από τα πόδια και τα χέρια πάνω στις πέ¬τρες και στο χώμα, τον κορόιδευαν, τον βασάνισαν με 500 ραβδισμούς, χωρίς καμιά συμπόνια. Ο Χριστός όμως τον επισκέφθηκε μέσα στη φυλακή και γιάτρεψε όλες τις πληγές του σώματος του, και τον έκαμε τελείως γερό, όπως ήταν προηγουμένως.
Για τελευταία φορά ο πασάς καλεί τον άγιο και τον ρώτησε αν μετανοεί. Η απάντηση ήταν όπως και οι προηγούμενες. -Τον Χριστό μου ποτέ δεν θα αρνηθώ και αν σε μύρια κομμάτια με κόψεις. Ήταν ημέρα Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 1800 στις 5 το πρωί όταν τον οδήγησαν στην μουριά εκεί κοντά στην παραλία όπου σήμερα βρίσκεται το παλιό εργοστάσιο της Δ.Ε.Η και απαγχονίστηκε από δύο δήμιους σε ηλικία τριάντα ετών. Οι άγγελοι πήραν την ψυχή του και την ανέβασαν στο θρόνο του Θεού. Τα μεσάνυκτα ένας φωτεινός σταυρός εμφανίστηκε στην μουριά και με λάμψη φώτιζε το σώμα το Νεομάρτυρα Κωνσταντίνου το οποίο κρέμονταν από την αγχόνη. Το πρωί πήγαν υ Μητροπολίτης Ρόδου Αγάπιος, Ιερείς, πρόκριτοι, πήραν το μαρτυρικό σώμα και το θάψανε με τιμές στον Ιερό Ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου στο Νεοχώριο πίσω από το Ιερό Βήμα. Ο άγιος Κωνσταντίνος ο Νεομάρτυρας είναι το καμάρι μας, είναι ο άγιος που έχυσε το αίμα του σε αυτή την γη, τη γη της Ρόδου. Είναι της «Ρόδου το καύχημα».