Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
Του Γιάννη Καντέλη
Πολλοί αιφνιδιάστηκαν από τον Κυριάκο Μητσοτάκη όταν την Τρίτη από την Φλώρινα ανέβασε τον εκλογικό πήχη για τη ΝΔ δηλώνοντας πως «πάμε στις 9 Ιουνίου να εκλέξουμε 9 ευρωβουλευτές. Αυτός είναι και ο απώτερος στόχος τον οποίο θέτουμε». Σε επίπεδο ποσοστών αυτό σημαίνει ότι το κυβερνών κόμμα πρέπει να προσεγγίσει το 35%, που υπό προϋποθέσεις, μπορεί να αυξήσει την δύναμη της ΝΔ στην Ευρωβουλή, όπου το 2019 εξέλεξε 8 ευρωβουλευτές.
Αυτοί που δεν αιφνιδιάστηκαν ήταν οι στενοί συνεργάτες του Πρωθυπουργού και το εκλογικό επιτελείο που έχει στηθεί στην οδό Πειραιώς.
Λίγο νωρίτερα είχε γίνει η παρουσίαση σε στενό κύκλο των αποτελεσμάτων από την τελευταία μέτρηση που έγινε για λογαριασμό του Μεγάρου Μαξίμου και τα focus groups στα οποία αποτυπώνεται η συσπείρωση ψηφοφόρων της ΝΔ, το φρένο στις διαρροές προς τα δεξιά και η ανοδική τάση των ποσοστών της.
Το εύρος που αποτυπώνεται είναι από το 32% έως το 36% και λαμβάνοντας υπόψιν στην ανάλυση τους, δύο παράγοντες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι στις 9 Ιουνίου μπορεί να επιτευχθεί ένα ποσοστό που θα προσεγγίζει ή θα φτάνει το 35%.
Ο πρώτος παράγοντας είναι τα ποιοτικά στοιχεία στα οποία υπερισχύουν τα θέματα καθημερινότητας που αναδεικνύει η κυβέρνηση και ο δεύτερος είναι η δυναμική της καμπάνιας που ξετυλίγει το κυβερνών κόμμα καθώς απομένουν δύο εβδομάδες μέχρι τις κάλπες.
Η ΤODAY PRESS είχε μεταφέρει στους αναγνώστες της, το περασμένο Σάββατο, την αισιοδοξία για το αποτέλεσμα, όπως την εξέφραζε στους συνομιλητές του ο κ. Μητσοτάκης υποστηρίζοντας ότι «θα είμαστε πάνω από το 33%».
Τα νεότερα στοιχεία ήρθαν να επιβεβαιώσουν ακριβώς αυτό και να προσφέρουν τη σιγουριά που χρειαζόταν για να την εκφράσει και δημόσια.
«Είμαι σίγουρος ότι θα είμαστε νικητές, και με μεγάλη διαφορά, σε αυτές τις εκλογές», δήλωσε στην Καστοριά, ένα από τα προπύργια της κεντροδεξιάς, δίνοντας το σύνθημα για συστράτευση στην βάση του κόμματος.
Τα δεδομένα παλαιότερων εκλογικών αναμετρήσεων αποδεικνύουν ότι μία νίκη με ποσοστό μεγαλύτερο του 33% θα αποτελεί μία μεγάλη νίκη της ΝΔ διότι πρόκειται για αναμέτρηση με ιδιαίτερα πολιτικά χαρακτηριστικά και αντιμετωπίζεται πιο χαλαρά από τους ψηφοφόρους σε σχέση με τις εθνικές εκλογές.
Σε έξι αναμετρήσεις για το Ευρωκοινοβούλιο από το 1994 έως το 2019 η ΝΔ μόνο μία φορά ξεπέρασε το 36%.
Πρόκειται για το 2004, όταν σε ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό περιβάλλον οι ευρωεκλογές έγιναν 3 μήνες μετά τις εθνικές εκλογές του Μαρτίου, οπότε αναδείχθηκε για πρώτη φορά Πρωθυπουργός ο Κώστας Καραμανλής και η ΝΔ ανέλαβε την εξουσία ύστερα από 11 χρόνια κυριαρχίας του ΠΑΣΟΚ.
Το 1994 είχε πάρει 32,63%, το 1999 35,98%, το 2009 32,29%, το 2014 22,72% και το 2019 33,12%. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο κ. Μητσοτάκης για να δείξει τη διαφορά ευρωπαϊκών και εθνικών εκλογών είναι ότι το 1981 το ΠΑΣΟΚ που είχε πάρει 48%, την ίδια μέρα στις ευρωεκλογές πήρε 40%, είχε 8 μονάδες υστέρηση.
Για να επιτευχθεί ο στόχος εκλογής 9 ευρωβουλευτών, όμως, δεν εξαρτάται μόνο από το ποσοστό που θα λάβει η ΝΔ, αλλά και από τον αριθμό των κομμάτων που θα εισέλθουν στην Ευρωβουλή και τον τρόπο κατανομής των αδιάθετων εδρών. Έτσι, η ΝΔ με 34% και συνολικά 6 κόμματα πάνω από το 3% παίρνει 9 έδρες, ενώ με το ίδιο ποσοστό και 8 κόμματα άνω του 3% πέφτει στις 7.
Ο τελικός αριθμός θα είναι από τα θρίλερ της βραδιάς για όλα τα κόμματα καθώς αναλόγως επηρεάζεται η δύναμη όλων. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εκλέξει 3 – 4, το ΠΑΣΟΚ 2 – 4, ΚΚΕ και Ελληνική Λύση 1 – 3, από έναν Νίκη και Πλεύση Ελευθερίας και από εκεί και όλα θα κριθούν από το θα πιάσουν το όριο του 3% η Νέα Αριστερά, οι Δημοκράτες, το ΜέΡΑ25 και η Φωνή Λογικής.
Βέβαια, ο δρόμος μέχρι την 9η Ιουνίου δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα για τη ΝΔ.
«Οι κάλπες είναι άδειες», όπως επαναλαμβάνει συχνά ο κ. Μητσοτάκης και σε καμία περίπτωση δεν θέλει να επικρατήσει εφησυχασμός.
«Πρέπει να δώσουμε τη μάχη μέχρι την τελευταία ώρα προκειμένου να παραμείνει η ΝΔ κυρίαρχη δύναμη», τονίζει προς τους συνεργάτες του και δίνει ο ίδιος το παράδειγμα «οργώνοντας» όλη τη χώρα.
Περιοδείες που φαίνεται να φέρνουν αποτελέσματα, καθώς, σύμφωνα με πηγές της Πειραιώς, έχει αντιστραφεί το κλίμα και αυτό αποτυπώθηκε πολύ έντονα στις πολλαπλές επισκέψεις του Πρωθυπουργού στη Βόρεια Ελλάδα.
Μία περιοχή όπου είναι δεδομένη η πίεση από τα κόμματα στα δεξιά.
Οι διαρροές εντοπίζονται προς την Ελληνική Λύση και το κόμμα της Αφροδίτης Λατινοπούλου, ωστόσο, σύμφωνα με συνεργάτες του κ. Μητσοτάκη το τελευταίο διάστημα αυτές έχουν περιοριστεί με τη ΝΔ να ανεβάζει την συσπείρωση της. Σε αυτό έχουν συμβάλει η εξόρμηση του ίδιου του κ. Μητσοτάκη αλλά και κορυφαίων υπουργών στη Βόρεια Ελλάδα, η υποψηφιότητα του κ. Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο αλλά και η «σκληρή» στάση στο Μακεδονικό μετά και τις προκλητικές δηλώσεις της νέας ηγεσίας της Βόρειας Μακεδονίας.
Ανέφελη δεν είναι η κατάσταση και σε άλλες δύο περιφέρειες της χώρας. Η πρώτη είναι η Θεσσαλία, όπου οι συνέπειες των καταστροφών από τα ακραία καιρικά φαινόμενα του Σεπτεμβρίου έχουν κοστίσει στην κυβέρνηση και οι πληγές δεν έχουν επουλωθεί. Τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών του Οκτωβρίου ήταν προάγγελος των δυσκολιών που παρουσιάζονται και τώρα και δίνεται αγώνας δρόμου για να αντιστραφεί η κατάσταση. Δυσκολίες, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, εντοπίζονται και στην Πελοπόννησο, όπου επίσης θα εστιάσει η Πειραιώς το επόμενο διάστημα και ο κ. Μητσοτάκη θα επισκεφθεί την Πέμπτη την Πάτρα.
«Το πιο σημαντικό είναι να μην γίνει κανένα λάθος τις επόμενες δεκαπέντε ημέρες», τονίζει στην ΤΡ στενός συνεργάτης του κ. Μητσοτάκη, ιεραρχώντας τις προτεραιότητες για το διάστημα που απομένει μέχρι την 9η Ιουνίου.
Από συνομιλίες με στελέχη που «τρέχουν» την εκστρατεία είναι φανερό ότι η ήρεμη προεκλογική περίοδος που διανύουμε και η αποφυγή εντάσεων σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο βολεύει τον σχεδιασμό της ΝΔ.
Η καμπάνια του κόμματος στην τελική ευθεία θα εστιάσει στην κινητοποίηση των δεξιών ψηφοφόρων, εξ ου και το νέο σποτ με έμφαση τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης που οδήγησαν στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος και την αμυντική θωράκιση της χώρας, την αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινότητας με προμετωπίδα την οικονομία και την υγεία και την προβολή του κυβερνητικού έργου ώστε «να πείσουμε ότι οι αλλαγές που υποσχεθήκαμε έχουν υλοποιηθεί στον πρώτο χρόνο της νέας κυβέρνησης».