Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Ανδρέα Μαζαράκη
Το 1921 η Βουλή της Σουηδίας ψήφισε ομόφωνα την πρόταση για την ίδρυση ενός κρατικού ινστιτούτου για τη μελέτη φυλετικού, βιολογικού και γενετικού υλικού όσον αφορά τη μίξη των φυλών. Ο πρωταρχικός στόχος ήταν να εξαλείψουν τα ελαττωματικά γονίδια που θα έφερναν απογόνους με κάποια πάθηση, όπως επίσης να πειραματιστούν πάνω σε αυτούς τους «ελαττωματικούς» ανθρώπους, έτσι ώστε οι επόμενες γενιές να είναι πιο καθαρές και δυνατές.
Το 1934 η Σουηδία έβγαλε νόμο περί υποχρεωτικής στείρωσης και ανάγκασαν τους υποψήφιους να συμμετέχουν στο πρόγραμμα, ειδάλλως υπήρχαν απειλές, όπως ότι θα τους κλείσουν σε ψυχιατρικά ιδρύματα, σε φυλακές, θα τους έπαιρναν την κηδεμονία των παιδιών τους, ή ακόμα ότι θα έχαναν όλα τα δικαιώματά τους ως πολίτες.
Το 1997 αυτές τις πληροφορίες τις έφερε στο φως η Μαρία Νορντίν, ένα από τα θύματα, η οποία προσπάθησε να διεκδικήσει αποζημίωση για τα εγκλήματα που ασκήθηκαν πάνω της, χωρίς όμως να καταφέρει να δικαιωθεί. Παρόλα αυτά, με τη βοήθεια της εφημερίδας Dagens Nyheter, κατάφερε να πει την ιστορία της και να ηχήσει μέχρι την άκρη του κόσμου, έτσι ώστε να ξεκινήσει η υπόθεση της να ερευνάται. Η Σουηδία ισχυρίστηκε ότι τα μέτρα που είχαν πάρει ήταν αναγκαία για την εξάλειψη των κληρονομικά μεταδιδόμενων νοσημάτων και ότι ήταν και αποτελεσματικά. Μέχρι το 2012 η Σουηδία είχε ακόμα ενεργό τον νόμο, αλλά απευθυνόταν μόνο σε ομοφυλόφιλους. Το 2020 αυτός ο νόμος αποσύρθηκε ως αντισυνταγματικός. Να σημειωθεί ότι τέτοιες πρακτικές ήταν καταγεγραμμένες και από τους Ναζί της Γερμανίας κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πολλοί, μάλιστα, από τους γιατρούς που διέπρατταν ευθανασία ή στείρωση είχαν σπουδάσει στη Σουηδία.
Τα «σχολεία»
Έτσι τα ονόμασαν αυτοί που γνώριζαν τι γινόταν εκεί μέσα, ποιανού παιδιά φιλοξενούσαν, αλλά και για ποιον λόγο είχαν δημιουργηθεί. Το 1876 στον Καναδά ξεκίνησε ένα επιμορφωτικό πρόγραμμα ή, όπως τολμούσαν να το αποκαλέσουν, «σχολείο», το οποίο είχε ως στόχο να διδάξει στα παιδιά των Ivδιάνων πώς να είναι Καναδοί πολίτες. Τα σχολεία αυτά, όμως, ήταν χτισμένα σε απόμακρες περιοχές και ήταν αναγκαστικό τα παιδιά των Ινδιάνων να πάνε εκεί να φοιτήσουν, με αποτέλεσμα να είναι μακριά από τους γονείς και να τους στερείται η δυνατότητα να τα ξαναδούνε. Ένας άλλος λόγος που ιδρύθηκαν τέτοια «σχολεία» είναι επειδή δεν ήθελαν οι Καναδοί να πηγαίνουν τα παιδιά τους στο ίδιο σχολείο με τα παιδιά των Ινδιάνων.
Σε αυτά τα επιμορφωτικά κέντρα, λοιπόν, η κοινωνική μετατροπή των Ινδιάνων σε Καναδούς γινόταν βίαια και χωρίς τη συναίνεση κανενός. Καθολικοί ιεραπόστολοι και άνθρωποι της Εκκλησίας κάθε μέρα ήταν εκεί, για να τους μάθουν το Πάτερ Ημών, τον εθνικό ύμνο και να τους κάνουν τη ζωή μαρτύριο. Το κάθε παιδάκι έπαυε να έχει το όνομα του, και αντί αυτού είχε έναν αριθμό με τον οποίο το φώναζαν, κι αυτό στις καλές περιπτώσεις, διότι άλλα θύματα στις μαρτυρίες τους αποκαλύπτουν ότι τους φώναζαν με ονόματα όπως «σκυλί». Ακόμα, απαγορευόταν να μιλάνε στη μητρική τους γλώσσα, με μεγάλα αντίποινα εάν δεν υπάκουαν.
Σωματικά τους βασάνιζαν, κάνοντάς τους μπάνιο με κρύο νερό, με βιασμούς, ξυλοδαρμούς, τους τάιζαν σάπια λαχανικά ή τους άφηναν νηστικούς και τους κρατούσαν στους ίδιους θαλάμους ακόμα και με άτομα που είχαν φυματίωση. Οι εγκαταστάσεις δεν διατηρούνταν καθαρές και δεν συντηρούνταν ποτέ, ήταν πάντα υπερπλήρεις και κάποιες αίθουσες φιλοξενούσαν και μη θανατηφόρες ηλεκτρικές καρέκλες, σε περίπτωση που όλα αυτά δεν ήταν αρκετά για να σωφρονισθούν οι μαθητές. Η θνησιμότητα των παιδιών σ’ αυτά τα σχολεία υπολογίζεται στο 35% με 60%, αλλά σπάνια ένας γονιός ενημερωνόταν ότι το παιδί του απεβίωσε. «Τα ρούχα που φορούσαμε εκεί ήταν τόσο βρώμικα, πολυφορεμένα και μπαλωμένα τις καθημερινές μέρες, αλλά τα σαββατοκύριακα που έπρεπε να πάμε εκκλησία και να μας δούνε στους δρόμους οι άνθρωποι, μας έντυναν με φανταχτερές ενδυμασίες, δίνοντας την εντύπωση ότι μας φρόντιζαν», είπε ο Τζορτζ Γκεράν, μαθητής / θύμα σε σχολείο ινδιάνων που βρισκόταν στο μικρό νησί Κούπερ, που αποτελεί μέρος των Βρετανικών Παρθένων Νήσων στην Καραϊβική.
Το τελευταίο σχολείο των Ινδιάνων
«Ένα καλό ρητό λέει “Καλός Ινδιάνος είναι μόνο ο νεκρός Ινδιάνος” και υπό μια έννοια συμφωνώ. Η ινδιάνικη φυλή πρέπει να εξαλειφθεί. Σκότωσε λοιπόν τον Ινδιάνο που έχει μέσα του και σώσε τον άνθρωπο», είπε ο Ρίτσαρντ Πρατ, ιδρυτής ενός από τα πρώτα σχολεία Ivδιάνων στην Πενσυλβάνια. Το 1990 έκλεισε και το τελευταίο σχολείο για Ινδιάνους. Από αυτά τα σχολεία περάσανε 150.000 παιδιά Ινδιάνων και δίπλα τους ανακαλύφθηκαν νεκροταφεία για τα παιδιά που απεβίωσαν μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία. Μάλλον o Ρίτσαρντ Πρατ τελικά εννοούσε κυριολεκτικά να σκοτώσει τον Ινδιάνο, καθώς δεν μπόρεσε ποτέ να δει τον άνθρωπο μέσα τους.
Οι ΗΠΑ δεν αποτελούν εξαίρεση σε ότι αφορά τη γενοκτονία των πάνω από εκατό εκατομμύρια Αφροαμερικανών και ινδιάνων. Μέχρι και το 1970 γινόταν απάνθρωπες επεμβάσεις με σκοπό τη στείρωση τον μαύρων γυναικών μέσα από τις φυλακές της Καλιφόρνιας και άλλες όταν λειτουργούσε ακόμα το πρόγραμμα του Μισισιπή. Χιλιάδες τέτοιες επεμβάσεις γίνονταν την ημέρα και αποτελούσαν πλέον μία καλή εξάσκηση πάνω σε ανήμπορες γυναίκες από τους φοιτητές της ιατρικής. Δεν θα τα είχαμε μάθει, αν δεν έβγαιναν μπροστά 150 γυναίκες κρατούμενες στις αμερικάνικες φυλακές να δηλώσουν ότι επί χρόνια τούς επέβαλαν ορμονική θεραπεία με φάρμακα, χωρίς να υπάρχει λόγος, με συνέπεια να μην μπορούν να κάνουν παιδιά. Είχαν μείνει στείρες. Μέσα σε 6 χρόνια κατάφεραν να στειρώσουν το 25% των Αφροαμερικανών γυναικών.
Η «τρανή» Γερμανία
Να μην ξεχάσουμε και τη μεγάλη και τρανή Γερμανία, με τον καθαρόαιμο ιππότη της, που έπαιζε στα δάχτυλά του τις ζωές των ανθρώπων. Φαίνεται πως είχε καλούς δασκάλους και μάλλον είχε διαβάσει τα βιβλία του αυτοαποκαλούμενου ανθρωπολόγου και υποστηρικτή της ευγονικής, Μάντισον Γκραντ, που υποστήριζε τη θεωρία της σκανδιναβικής ανωτερότητας και εγκωμιάστηκε από τον Αδόλφο Χίτλερ και άλλους Ναζί. Σκότωσε περίπου 86% των Ελλήνων Εβραίων και μερικά εκατομμύρια Εβραίων παγκοσμίως στο Ολοκαύτωμα. Μόνο σε ένα από τα στρατόπεδα, το Άουσβιτς 1, θανάτωσαν 70.000 Πολωνούς και Σοβιετικούς. Στο Άουσβιτς 2 Μπιρκενάου σκότωσαν Εβραίους, Ρομά, Σίντι, Πολωνούς, Σοβιετικούς, από τους οποίους 200.000 ήτανε παιδιά.
Αν ενώσουμε το νούμερο θυμάτων και μόνο από τα 3 κύρια στρατόπεδα συγκέντρωσης που ξέρουμε, διότι υπήρχαν και άλλα πιο μικρά με λιγότερη ιστορία, τότε τα θύματα τους ήταν γύρω στα 1,1 εκατομμύριο ανθρώπους και τα πιο πολλά ήταν παιδιά. Παιδιά που βασανίστηκαν, βιάστηκαν, στειρώθηκαν, πουλήθηκαν για όργανά, έγιναν οι βολικοί υποψήφιοι των φρικιαστικών πειραμάτων σαν ζώα σε διάφορες μελέτες τον ατρόμητων ιατρών και επιστημόνων, που προσπαθούσαν με όλες τους τις δυνάμεις να φτιάξουν μία καθαρή κοινωνία, που θα ζούσαν μόνο αυτοί, χωρίς όλους εμάς. Πολλοί από τους νέους που έχουν γεννηθεί μεταξύ της περιόδου 1980-2000 δεν γνωρίζουν τι είναι το Άουσβιτς. Και, δυστυχώς, δεν μπορούν να μάθουν από την ιστορία, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ξεχωρίσουν τις σύγχρονες γενοκτονίες που έχουν βάλει μπροστά.