Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Δημήτρη Καμπουράκη
Είναι τώρα τρεις βδομάδες, από το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και εντεύθεν, που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια αντιστροφή της εικόνας ανάμεσα στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Με την κυβέρνηση να διατηρεί καθαρά την πρωτοκαθεδρία και την μεγάλη απόσταση ασφαλείας, βλέπουμε μια αξιοσημείωτη καθίζηση στα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ και μια μικρή αλλά πολιτικά πολύ σοβαρή επανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό που μέχρι πριν ένα μήνα θεωρούσαμε δεδομένο, ότι δηλαδή ο Κασσελάκης έχει καταβαραθρώσει το κόμμα του στην τρίτη θέση και κάτω από το κόμμα του Ανδρουλάκη, δεν ισχύει πια.
Τα δυο κόμματα παλεύουν επί ίσοις όροις για την δεύτερη θέση, υπήρξαν μάλιστα και δύο έρευνες που έδειξαν τον Σύριζα μπροστά από το ΠΑΣΟΚ.
Τι άραγε έχει συμβεί; Σταμάτησε οριστικά ο κατήφορος του πάλαι ποτέ κραταιού Τσιπρικού Σύριζα ή πάλι βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα συγκυριακό φαινόμενο, που θα το δούμε να αλλάζει ξανά στο μέλλον; Κι από την άλλη, ξώμεινε οριστικά από πολιτικά καύσιμα το Ανδρουλακικό ΠΑΣΟΚ, άρα δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να το δούμε ως βασικό αντίπαλο απέναντι στον Μητσοτάκη;
Επίσης, αυτές οι περιβόητες κυβερνητικές απώλειες που όλες οι δημοσκοπήσεις μετρούν και στα ποσοτικά και στα ποιοτικά στοιχεία, που καταλήγουν τελικά;
Διοχετεύονται ως ψήφος δυσαρέσκειας ή διαμαρτυρίας σε κάποιο από τα κόμματα της αντιπολίτευσης ή παραμένουν μετέωρες και δίχως προορισμό, με μεγαλύτερη την πιθανότητα να επιστρέψουν εκεί απ’ όπου έφυγαν προσωρινά;
Φυσικά, η μεγαλύτερη έκπληξη που ζούμε το τελευταίο διάστημα είναι η επανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ και του Στέφανου.
Μετά το Συνέδριο τους -που οι πιο κακεντρεχείς χαρακτήρισαν ντροπιαστικό και οι πιο χιουμορίστες απλώς αστείο- ο δημοσκοπικός κατήφορος του κόμματος σταμάτησε. Ενώ είχε φθάσει σε έρευνες να φλερτάρει και με το 10% όντας καθαρά στην τρίτη θέση, ξαφνικά άρχισε να τσιμπάει προς τα πάνω και σε μερικές περιπτώσεις να ξαναβγαίνει μπροστά από το ΠΑΣΟΚ. Όσο κι αν αυτές οι μετακινήσεις ποσοστών είναι ακόμα οριακές, ο Στέφανος παίρνει μια μεγάλη πολιτική ανάσα, ο δε Νίκος αρχίζει να τσαλαβουτά στα λασπόνερα της απελπισίας. Είναι προφανές ότι το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τα παλαβά που συνέβησαν εκεί, τόνωσε αισθητά το αρχηγικό προφίλ του Κασσελάκη, ενώ το ξεκαθάρισμα στην κορυφή και οι διασπάσεις δημιούργησαν τελικά ένα κόμμα με πολιτική ομοιογένεια.
Αυτά έφεραν την ανάκαμψη των ποσοστών του. Φυσικά, κανένας πια δεν γνωρίζει τι ακριβώς είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι αριστερό ή κεντρώο κόμμα; Πρεσβεύει στην ελεύθερη αγορά ή στις κρατικίστικες συνταγές που διακινούσε πάντα η αριστερά; Η απάντηση είναι απλή. Κανένας δεν μπορεί να απαντήσει σ’ αυτά, αλλά και κανένας από τους οπαδούς του δεν ενδιαφέρεται να μάθει την ιδεολογική ταυτότητα του κόμματος του. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον ένα καθαρά αρχηγικό Κασσελακικό κόμμα, του οποίου οι ιδεολογικές συντεταγμένες είναι ταυτισμένες με τις απόψεις του αρχηγού του. Κι επειδή ο Κασσελάκης είναι πρωτίστως showman και δευτερευόντως πολιτικό ον, τα μάτια των οπαδών του είναι στραμμένα στο τι κάνει καθημερινά ως παραπολιτικό show, παρά στο τι πιστεύει.
Ο Κασσελάκης τροφοδοτεί καθημερινά το κοινό του με άφθονο περιεχόμενο. Εικόνα και πάλι εικόνα. Σκαρφαλώνει πάνω σε τρακτέρ, καβαλάει άλογα που του χαρίζουν, κάνει γενέθλια στην σκυλίτσα του, πάει στο κουρείο και κόβει τα μαλλιά του σύριζα για να παρουσιαστεί στον στρατό, χαρίζει ρομαντικά ένα λουλούδι στον άντρα του, γεμίζει την βαλίτσα του για το πυροβολικό με χαρτιά υγείας, αποχαιρετά από την πύλη του στρατοπέδου λες και φεύγει για τον πόλεμο της Κορέας, γενικά παράγει εικόνα. Ακόμα και την (νομικά προβληματική) σχέση του με τα αστακοκάραβα την αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο. Αντί να δώσει στέρεες εξηγήσεις για τους λόγους που τον έκαναν να παραβιάσει έναν (τσιπρικό) νόμο, αυτός «καθαρίζει» επιδεικνύοντας στην τηλεόραση τις κάλτσες του που έχουν ζωγραφισμένους αστακούς.
Κι όμως, αυτή η αμετροέπεια, αυτή η αντικατάσταση της πολιτικής από την παραπολιτική εικόνα, αποδίδει. Ενώ το παλιό αριστερό κοινό του ΣΥΡΙΖΑ αποχωρεί από τις δεξαμενές των ψηφοφόρων του, μια καινούρια φουρνιά απολίτικων καταναλωτών εικόνας και φορέων ενός ασυνάρτητου αντισυστημισμού φαίνεται να συσπειρώνονται γύρω του. Στην εν γένει παρουσία Κασσελάκη είναι ολοφάνερες οι επιρροές του Τραμπισμού, απλώς ο δικός μας τον πασπαλίζει πότε-πότε και με κάποια αριστερή κορώνα λόγω Συριζαϊκής προϊστορίας. Έτσι κι αλλιώς, μισό χρόνο μετά την εκλογή του στην αρχηγία του Σύριζα, εξακολουθεί να διακινεί τα ίδια κλισέ που του χάρισαν ένα κόμμα. Είναι ο μόνος που μπορεί να κερδίσει τον Μητσοτάκη γιατί ξέρει καλύτερα αγγλικά απ’ αυτόν.
Στον αντίποδα, ο Νίκος Ανδρουλάκης δείχνει να συνθλίβεται ανάμεσα στην πολιτική ηγεμονία Μητσοτάκη και στην επικοινωνιακή υπεροπλία Κασσελάκη. Ούτε αξιοπρόσεκτη πολιτική έχει να προτείνει, ούτε δείχνει ικανός να αντιμετωπίσει το σαρωτικό περιεχόμενο εικόνας του αρχηγού του Σύριζα. Η καθήλωση των ποσοστών του το τελευταίο διάστημα, σε προεκλογική μάλιστα περίοδο, καταδεικνύει μια βαθύτερη αδυναμία και του ίδιου ως αρχηγού να εμπνεύσει, αλλά και του κόμματος του να προσαρμοστεί στις ανάγκες των καιρών. Ενδεχομένως μάλιστα, ενώ όλοι νόμιζαν ότι μετά τις Ευρωεκλογές θα ήταν ο Κασσελάκης που θα αντιμετώπιζε πρόβλημα αμφισβήτησης στο εσωτερικό του κόμματος του, τελικά μάλλον αναδεικνύεται ως αδύναμος κρίκος ο Νίκος Ανδρουλάκης. Όχι ότι επί του παρόντος κινδυνεύει η θέση του, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών, όμως ένα καθηλωμένο σε γλίσχρα εκλογικά ποσοστά ΠΑΣΟΚ δεν είναι το καλύτερο για τον αρχηγό του. Υπάρχει πίσω του κόσμος που μακροπρόθεσμα είναι διατεθειμένος να δοκιμάσει την τύχη του στην θέση του αρχηγού.
Ο Μητσοτάκης συνεχίζει να δείχνει μια εξωπραγματική πολιτική αντοχή, παράταιρη με τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει στην διακυβέρνηση του. Από την ακρίβεια μέχρι την γενική αμφισβήτηση της διαχείρισης του θέματος των Τεμπών και από την δημόσια τάξη μέχρι την διαρροή των e-mails και την παραίτηση Ασημακοπούλου, θεωρητικώς θα έπρεπε να μετρά σοβαρές απώλειες. Δεν φαίνεται κάτι τέτοιο. Κάποιοι φεύγουν για λίγο από τις τάξεις του διαμαρτυρόμενοι κι έπειτα επιστρέφουν ελλείψει εναλλακτικής πρότασης και αξιόπιστου αντιπάλου απέναντι του. Ακόμα και το προσωρινό ξεπέταγμα των ακροδεξιών κομματιδίων, λόγω του γάμου των ομόφυλων, δείχνει να υποχωρεί, ενώ από τον νόμο για τα μη κρατικά ΑΕΙ και τις αναταραχές που έφερε, μάλλον βγαίνει τελικά ενισχυμένη η κυβέρνηση.
Εν τέλει, οδεύουμε προς τις Ευρωεκλογές δίχως θεμελιώδη αλλαγή του πολιτικού μας σκηνικού.
Εκτός απροόπτου, αυτό θα αποτυπωθεί και στην κάλπη. Το μοντέλο του ενός μεγάλου και δυο μικρών κομμάτων που έχει παγιωθεί από το 2019 και εντεύθεν, δεν δείχνει να αμφισβητείται. Ίσως στις βουλευτικές του 2027. Ως τότε, όλα μοιάζουν δεδομένα και μάλλον ακίνητα. Οψόμεθα…