Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Γιάννη Καντέλη
Για πρώτη φορά Ελλάδα και Τουρκία δεσμεύονται σε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και σε «ήρεμα νερά». Πού συμφώνησαν και πού διαφώνησαν
Η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα, αποτελεί ένα ορόσημο για την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων και ο χρόνος θα (απο)δείξει αν θα εξελιχθεί σε ιστορική. Οι δύο ηγέτες αποτύπωσαν με κάθε τρόπο την διάθεσή τους να θέσουν σε νέες ισχυρές βάσεις την συνεργασία των δύο χωρών και να οικοδομήσουν μία ειλικρινή σχέση που θα προάγει την πρόοδο και την ευημερία. Ένα εγχείρημα καθόλου εύκολο, καθώς δεν είναι η πρώτη φορά που Αθήνα και Άγκυρα επιχειρούν κάτι ανάλογο. Ανάλογες προσπάθειες έχουν γίνει και στο παρελθόν, ξεκίνησαν φιλόδοξα, όμως σκόνταψαν στην τουρκική αδιαλλαξία και η ένταση επανερχόταν ως αποτέλεσμα των προκλήσεων της Τουρκίας.
Τώρα, οι δύο πλευρές εμφανίζονται αποφασισμένες να αφήσουν πίσω τους τις δύσκολες στιγμές που σημάδεψαν την προηγούμενη τριετία και να αναδείξουν την θετική ατζέντα που επιτρέπει την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης και προώθησης αμοιβαία επωφελών συμφωνιών. Η διάθεση αυτή αποτυπώθηκε σε επίπεδο εικόνας από τις θερμές χειραψίες και τα χαμόγελα των κ. Μητσοτάκη και Ερντογάν και σε ουσία από την υπογραφή της «Διακήρυξης των Αθηνών περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας». Αυτή αποτέλεσε την κορυφαία στιγμή των επαφών που επισφράγισε την αμοιβαία διάθεση για τη διατήρηση της ηρεμίας στο Αιγαίο και του θετικού κλίματος που έχει καλλιεργηθεί.
Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σημαντικό κείμενο, καθώς είναι η πρώτη φορά που Ελλάδα και Τουρκία δεσμεύονται σε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και σε «ήρεμα νερά». Δίνεται έμφαση στην αποφυγή συγκρουσιακών καταστάσεων και δυνητικής κλιμάκωσης αξιοποιώντας τους διαύλους επικοινωνίας των δύο χωρών και καθορίζονται οι αρχές και τα ορόσημα του ελληνοτουρκικού διαλόγου. Κυβερνητικές πηγές αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στη δέσμευση της Τουρκίας στη φιλική συνεργασία μεταξύ των κρατών και δεσμεύεται για τους στόχους του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου. Το κείμενο δεν έχει νομική ισχύ, ωστόσο έχει μεγάλη διπλωματική και πολιτική σημασία στην πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, καθώς υπάρχει σαφής αναφορά στη δέσμευση αποφυγής δηλώσεων και ενεργειών που υπονομεύουν το πνεύμα και το γράμμα της Διακήρυξης, ή θέτουν σε κίνδυνο την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή.
Πηγές με γνώση του παρασκηνίου των τελευταίων εβδομάδων μετέφεραν στην ΤΡ ότι η επίσκεψη του Τούρκου προέδρου είχε σχεδιαστεί στην κάθε λεπτομέρεια από τα δύο υπουργεία Εξωτερικών και τους συνεργάτες των ηγετών, ώστε να αποφευχθεί οποιοδήποτε πισωγύρισμα στην πρόοδο που έχει γίνει τους τελευταίους δέκα μήνες. Η τήρηση των συμφωνηθέντων και η επίτευξη των στόχων που είχαν τεθεί για τα αποτελέσματα των επαφών στο Μέγαρο Μαξίμου, γέμισε ικανοποίηση την ελληνική πλευρά, ενώ ανάλογο κλίμα εισέπραξαν οι συνεργάτες του πρωθυπουργού και από την τουρκική αποστολή. «Ο πήχης είχε τεθεί ψηλά και αποδείχτηκε πως όταν υπάρχει αμοιβαία βούληση μπορούμε να τον ξεπεράσουμε και θα δώσουμε ένα θετικό μήνυμα στους δύο λαούς για την επόμενη ημέρα», ήταν το σχόλιο κυβερνητικού στελέχους μετά την αναχώρηση του κ. Ερντογάν από την Αθήνα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, εξίσου εποικοδομητικές ήταν οι συζητήσεις πίσω από την κλειστή πόρτα του πρωθυπουργικού γραφείου κατά την συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν με την παρουσία των υπουργών Εξωτερικών και των διπλωματικών συμβούλων των δύο ηγετών. «Δεν υπήρξαν προκλητικές αναφορές από την τουρκική πλευρά και ο διάλογος έγινε σε πολύ καλό κλίμα», αναφέρει αρμόδια πηγή. Είναι χαρακτηριστικό ότι ήταν προγραμματισμένη για 45 λεπτά και τελικά διήρκησε μία ώρα περισσότερο. Ανάλογη εικόνα υπάρχει και για τη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας που συνοδεύτηκε από γεύμα εργασίας. Οι κ. Μητσοτάκης και Ερντογάν, κάθισαν ο ένας απέναντι στον άλλον στη μέση του τραπεζιού και συνέχισαν να συζητούν τόσο για τις συμφωνίες που υπεγράφησαν μεταξύ των αρμοδίων υπουργών, όσο και για πιο χαλαρά θέματα. «Πιο ήπιο και χαμογελαστό Ερντογάν δεν έχουμε ξαναδεί», σχολίαζαν κυβερνητικά στελέχη που συμμετείχαν στις συναντήσεις με τον Τούρκο πρόεδρο στο Μέγαρο Μαξίμου.
Είναι όλα αυτά αρκετά για να ξεπεραστούν οι μεγάλες διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των δύο χωρών; «Όχι» απαντούν ξεκάθαρα κυβερνητικές πηγές, όμως συμπληρώνουν ότι «είναι σημαντικό να μπορούν να συζητούν και οι διαφορές αυτές να μην παράγουν κρίσεις που μπορούν να γίνουν ανεξέλεγκτες». Το δόγμα πάνω στο οποίο οικοδομείται η νέα περίοδος των ελληνοτουρκικών, περιέχει την παραδοχή ότι οι μεγάλες διαφορές μπορεί να μένουν άλυτες, αλλά αυτό να μην αποτελεί εμπόδιο για την ομαλή διμερή συνεργασία, ούτε να οδηγεί σε κρίσεις που απειλούν την ασφάλεια και την σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή.
Άλλωστε, στις δημόσιες τοποθετήσεις τους οι δύο ηγέτες εξέθεσαν τις πάγιες διαφωνίες των δύο πλευρών, αλλά με προσεκτικές δηλώσεις και ήπια ρητορική. Ο κ. Μητσοτάκης φρόντισε να κάνει ξεκάθαρες τις ελληνικές κόκκινες γραμμές. Πρώτον, δήλωσε ότι η μόνη διαφορά μεταξύ των δύο χωρών που αναγνωρίζει η Αθήνα και μπορεί να οδηγηθεί για επίλυση στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αφορά τον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Δεύτερον, έκανε ειδική αναφορά στο Κυπριακό, τονίζοντας ότι για την Ελλάδα «δεν υπάρχει άλλη λύση πέραν των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Θα πρέπει να επανεκκινήσει ο διάλογος από εκεί που διακόπηκε το 2017». Και τρίτον, στη μόνη στιγμή που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αντιπαράθεση, πήρε το λόγο μετά την ολοκλήρωση των δηλώσεων για να απευθυνθεί στον κ. Ερντογάν και να του απαντήσει αυστηρά, αλλά με διπλωματικό τρόπο, ότι η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη, την οποία νωρίτερα ο Τούρκος πρόεδρος είχε χαρακτηρίσει «τουρκική», έχει προσδιοριστεί από την Συνθήκη της Λωζάνης ως μουσουλμανική και «χρέος δικό μας είναι αυτό το κλίμα της αρμονικής συνύπαρξης – είναι χρέος της ελληνικής έννομης τάξης – να το διασφαλίσουμε και να το ενισχύσουμε».
Είναι σαφές ότι υπάρχει η πρόθεση σταδιακά οι δύο πλευρές να προχωρήσουν τη συζήτηση πιο βαθιά στο ακανθώδες θέμα που είναι ο καθορισμός των θαλασσίων ζωνών. «Δεν είμαστε ακόμα εκεί» διευκρινίζουν διπλωματικές πηγές και συμπληρώνουν ότι «θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο όταν έχει εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο πλευρών και ωριμάσουν οι συνθήκες».
Την Πέμπτη έγινε ένα ακόμα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, διότι υπεγράφησαν 15 συμφωνίες και κοινές διακηρύξεις, με επίκεντρο την οικονομία, τις εμπορικές συναλλαγές, τον τουρισμό, την ανταλλαγή φοιτητών και την αναγνώριση τεχνικών προσόντων. Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει η συμφωνία για το μεταναστευτικό, με τις δύο χώρες να εγκαθιστούν 24ωρη επικοινωνία των αρχηγείων του Ελληνικού Λιμενικού και της Τουρκικής Ακτοφυλακής, στο πλαίσιο της οποίας θα επιλαμβάνονται τα δυο Αρχηγεία για παρεμβάσεις επί του πεδίου, αναλόγως των αναγκών που θα προκύπτουν. Επίσης, η ελληνική πλευρά διαπραγματεύθηκε με την Κομισιόν και εξασφάλισε την χορήγηση επταήμερης βίζας για τους τούρκους πολίτες που επισκέπτονται 10 ελληνικά νησιά (Λήμνο, Λέσβο, Χίο, Ρόδο, Καστελόριζο, Λήμνο, Σάμο, Λέρο, Κω και Κάλυμνο) και υποδέχθηκαν με θέρμη οι κάτοικοι και στις δύο πλευρές του Αιγαίου.
Ήδη, έχουν συμφωνηθεί μεταξύ των δύο πλευρών τα επόμενα βήματα του διαλόγου στη βάση των τριών πυλώνων, δηλαδή τον Πολιτικό Διάλογο, τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και την Θετική Ατζέντα. Την μπαγκέτα των επαφών κρατούν οι δύο υπουργοί Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης και Χακάν