Με τρένο θα πραγματοποιείται στο σύνολό του από τις 15 Δεκεμβρίου το επιβατικό σιδηροδρομικό δρομολόγιο Αθήνας- Θεσσαλονίκης, τμήμα του οποίου γίνεται σήμερα με λεωφορείο, έπειτα από τις καταστροφές που υπέστη το δίκτυο, εξαιτίας της κακοκαιρίας «Daniel». Παράλληλα, από τις 10 Δεκεμβρίου αρχίζει η επαναλειτουργία του σιδηροδρομικού άξονα από την Αθήνα μέχρι τα σύνορα και σε ό,τι αφορά τις επιβατικές μεταφορές. Στόχος είναι στις αρχές του 2025 να έχει ολοκληρωθεί η πλήρης αποκατάσταση του σιδηροδρομικού δικτύου, μαζί με τα συστήματα τηλεδιοίκησης και σηματοδότησης, αφού νωρίτερα προκηρυχθούν οι σχετικοί διαγωνισμοί, κάτι που αναμένεται να γίνει στις αρχές του 2024.
Τα παραπάνω γνωστοποίησε σήμερα ο Υπουργός Μεταφορών και Υποδομών, Χρήστος Σταϊκούρας, μιλώντας από το βήμα του 7ου Thessaloniki Summit, που διοργανώνουν στη Θεσσαλονίκη ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ) και το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Ο Υπουργός υπενθύμισε ακόμα ότι το ύψος των ζημιών στο σιδηροδρομικό δίκτυο (στην υποδομή, την επιδομή, τους σταθμούς και τα συστήματα τηλεδιοίκησης και σηματοδότησης) ανέρχεται σε 200 εκατ. ευρώ, τα οποία καλύπτονται με ανακατανομή πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανασυγκρότησης. Ήδη «τρέχουν» έργα ύψους 14 εκατ. ευρώ, με τα οποία θα γίνει η προσωρινή αποκατάσταση του δικτύου, ώστε στη συνέχεια, στις αρχές του 2024, να προκηρυχθούν οι διαγωνισμοί για την πλήρη αποκατάστασή του.
Για το Μετρό, το fly over και τον ΟΑΣΘ
Αναφερόμενος ειδικά στη Θεσσαλονίκη, ο υπουργός παραδέχτηκε ότι οι Θεσσαλονικείς έχουν δίκιο να αισθάνονται ανασφάλεια ως προς την έγκαιρη υλοποίηση των έργων από την ελληνική Πολιτεία και «απολύτως δίκαιο να είναι καχύποπτοι απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Αυτό οφείλουμε να το αλλάξουμε και εγώ δεσμεύομαι να αναλάβω μερίδιο ευθύνης που μου αναλογεί».
Επανέλαβε ότι το Μετρό Θεσσαλονίκης θα λειτουργήσει κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2024, δεδομένου ιδίως ότι τις τελευταίες ημέρες υπήρξε επιτάχυνση των διαδικασιών έπειτα από αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού (σ.σ. προφανώς η αναφορά του αφορούσε στην εξαγορά της ΑΚΤΩΡ από την ΙΝΤΡΑΚΑΤ), ενώ για τις επεκτάσεις του έργου προς τις δυτικές συνοικίες είπε ότι «με τον πρωθυπουργό το συζητήσαμε αρκετά διεξοδικά κι αυτό θα είναι το επόμενο μεγάλο έργο για τη Θεσσαλονίκη».
Όσον αφορά το έργο του fly over, αναφέρθηκε σε τρία επιχειρήματα που ακούει συχνά γύρω από το έργο (ως προς τη σκοπιμότητά του, την έγκαιρη υλοποίησή του και την επίδρασή του στην καθημερινότητα των Θεσσαλονικέων), τα οποία σχολίασε το εξής: για τη σκοπιμότητα είπε ότι στις διαδοχικές συναντήσεις του με τους φορείς της πόλης, ουδείς είπε ότι το έργο δεν είναι σωστό. Παρότι διατυπώθηκαν προβληματισμοί γύρω από τη χρονική συγκυρία, ωστόσο ουδείς υποστήριξε ότι το έργο δεν είναι αναγκαίο. Ως προς τα χρονοδιαγράμματα, σημείωσε ότι το έργο θα αποπληρωθεί με πληρωμές διαθεσιμότητας, κάτι που εξασφαλίζει την έγκαιρη ολοκλήρωση του. Κι όσον αφορά την ταλαιπωρία των κατοίκων της πόλης, σημείωσε ότι η ανησυχία είναι εύλογη, αλλά «θαύματα δεν γίνονται». Πρόσθεσε πως, προκειμένου η ταλαιπωρία να περιοριστεί, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου έχει εβδομαδιαία παρουσία στη Θεσσαλονίκη, ήδη από τη δεύτερη εβδομάδα της ανάληψης των καθηκόντων της.
Σε σχέση με τον ΟΑΣΘ υπενθύμισε ότι πρόκειται για έναν οργανισμό που βρίσκεται σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης ήδη από το 2017, στα δρομολόγια του οποίου προστέθηκαν ήδη 20 οδηγοί με εσωτερικές μετακινήσεις, ενώ προκηρύχθηκαν άλλες 150 θέσεις με οκτάμηνες συμβάσεις, για τις οποίες όμως εξέφρασε τον προβληματισμό του ως προς το αν θα καλυφθούν (αφού όπως είπε, όταν τα ΚΤΕΛ εκκίνησαν αντίστοιχη διαδικασία, δεν μπόρεσαν να βρουν οδηγούς). Πρόσθεσε ότι στο πλαίσιο της συνεργασίας με τα ΚΤΕΛ ήδη δρομολογήθηκαν δύο νέες λεωφορειακές γραμμές και άλλες δύο θα δρομολογηθούν από τις αρχές Δεκεμβρίου, ενώ δήλωσε ανοιχτός στο να ακούσει περισσότερες προτάσεις για νέα δρομολόγια. Για τα 110 ηλεκτρικά λεωφορεία που αναμένονται στη Θεσσαλονίκη είπε ότι πρόκειται για μια διαδικασία που απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό και συνεργασία με τον ΔΕΔΔΗΕ για τις εγκαταστάσεις φόρτισης.
Στα 180 δισ. ευρώ η σωρευτική εισφορά των υποδομών στη δημιουργία εθνικού εισοδήματος από το 2000
Κατά τον κ. Σταϊκούρα, η επένδυση στην κατασκευή έργων υποδομής δημιουργεί πάγιο εθνικό κεφάλαιο, με πολλαπλάσια απόδοση στην οικονομική ανάπτυξη. Αποδεδειγμένα, εξήγησε, η συνεισφορά των υποδομών στη δημιουργία εθνικού εισοδήματος έχει ανέλθει σωρευτικά στα 180 δισ. ευρώ από το 2000 ώς σήμερα, ενώ για κάθε ένα ευρώ που επενδύεται στις κατασκευές 1,7 ευρώ προκύπτει για τη συνολική οικοδομική δραστηριότητα. Πρόσθεσε δε ότι οι υποδομές που δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες αποτέλεσαν την «ισχυρότερη μεταβλητή εκσυγχρονισμού της χώρας». Κατά τον κ. Σταϊκούρα, από το 2019 έχουν προγραμματιστεί έργα (υποδομών) άνω των 15 δισ. ευρώ, τα οποία βρίσκονται σε διάφορα στάδια, αφού είτε έχουν ήδη παραδοθεί είτε δημοπρατηθεί είτε συμβασιοποιηθεί κτλ, τόσο με εθνικούς, όσο και με ευρωπαϊκούς πόρους και με τη συμβολή του ιδιωτικού τομέα.
Οι δε πηγές χρηματοδότησης των έργων αυτών είναι επτά: πρώτον, οι πόροι, από το εθνικό και συγχρηματοδοτούμενο σκέλος, της νέας προγραμματικής περιόδου. Δεύτερον, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, μέσα από την υφιστάμενη κατανομή πόρων και την ανακατανομή ποσών. Τρίτον, το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την αποκατάσταση ζημιών που υπέστησαν οι πληγείσες περιοχές των Περιφερειών Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας. Τέταρτον, η δανειοδότηση – με καλούς όρους – από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και από την Αναπτυξιακή Τράπεζα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Πέμπτον, η χρηματοδότηση των έργων μέσα από ένα πιο υγιές και σταθερό – σήμερα – τραπεζικό σύστημα. Έκτον, η αξιοποίηση πόρων μέσα από τον υφιστάμενο και τον μελλοντικό Μηχανισμό υπό τον τίτλο «Συνδέοντας την Ευρώπη» (Connecting Europe Facility). Και, έβδομον, η άντληση πόρων από τον ίδιο τον Κρατικό Προϋπολογισμό, μέσα από την αξιοποίηση δημοσιονομικού χώρου, που σταθερά δημιουργείται τα τελευταία χρόνια.