Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου
του Δημήτρη Καμπουράκη
Όλες οι διαχρονικές κακοδαιμονίες του ελληνικού κράτους, όλες οι δυσλειτουργίες της κρατικής μηχανής και όλα τα άσχημα χούγια της ελληνικής νοοτροπίας κούμπωσαν μ’ έναν σατανικό τρόπο εκείνη την βραδιά στα Τέμπη.
Και μάλιστα κούμπωσαν ακριβώς εκείνη την βραδιά που χιλιάδες νέα παιδιά επέστρεφαν στα σπίτια τους από την διασκέδαση της Αποκριάς και της Καθαράς Δευτέρας. Από την στιγμή που έγινε η μετωπική των δύο τρένων και εκατοντάδες κορμιά έγιναν ένα με τα σίδερα, η χώρα μοιάζει να έχει αλλάξει πίστα.
Από την πολιτική σταθερότητα μεταπήδησε ξάφνου στην πολιτική αβεβαιότητα. Από την συζήτηση για την τιμή της λαγάνας και για τα κρατικά επιδόματα, βρεθήκαμε να ελεεινολογούμε μαζικά την χώρα στην οποία ζούμε. Από μια πορεία εκπληκτικής οικονομικής ανάπτυξης (5,9% φέτος) και επενδύσεων, μπήκαμε μέσα σε λίγα λεπτά στην πλήρη αμφισβήτηση κάθε εθνικού επιτεύγματος. Από μια εικόνα ευμάρειας και καταναλωτισμού, είδαμε την απότομη εκτόξευση μας σ’ έναν κόσμο διαδηλώσεων, απεργιακού κλοιού και δακρυγόνων.
Λες και μαζί με τον διακόπτη που γύρισε λάθος το κλειδί στην σιδηροδρομική ράγα, γύρισε κάτι και στην πορεία της χώρας συνολικά. Ως και το χρηματιστήριο που σε μια χώρα με τόση ανάπτυξη πρέπει να πηγαίνει σφαίρα, έδειξε σημεία κατάρρευσης λόγω του πολιτικού κινδύνου δεν ως χθες δεν υπήρχε ούτε καν σαν υπόνοια. Μια χώρα που είχε βιώσει σχεδόν μια δεκαπενταετία κρίσης και περιορισμών, εκεί που ήταν διψασμένη να ανοίξει τα φτερά της και να μπει σε τροχιά κοινωνικής ηρεμίας και οικονομικής ευημερίας, αναβρέθηκε στον αστερισμό της αναταραχής και της οργής.
Πρωτόγνωρο
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρέθηκε μπροστά σε κάτι πρωτόγνωρο. Ενώ ήταν βέβαιη για την πολιτική της ηγεμονία αλλά και για την ιδεολογική της κυριαρχία, βρέθηκε ξαφνικά να αντιμετωπίζει όχι μόνο ένα πολύνεκρο δυστύχημα αλλά μια κανονική κρίση εμπιστοσύνης. Η αντιπολίτευση, λογικά αν και όχι ιδιαιτέρως ηθικά πράττοντας, συντάσσεται και τροφοδοτεί αυτό το κλίμα διάρρηξης της εμπιστοσύνης του κόσμου με το πολιτικό σύστημα, παρά το γεγονός ότι δεν είναι διόλου σίγουρη για την είσπραξη πολιτικού κέρδους. Της αρκεί να ροκανίζει την κυβέρνηση, αδιαφορώντας για τα υπόλοιπα. Τα οποία «υπόλοιπα», στην παρούσα περίεργη προεκλογική φάση που διανύει η χώρα, θα τα αναλάβει η απλή αναλογική.
Κανένας επί του παρόντος δεν ξέρει που πάει το πράγμα. Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, το πιθανότερο σενάριο ήταν η χρονική μετατόπιση των εκλογών για Μάιο. Κανένας όμως δεν μπορεί να είναι σίγουρος, το κλίμα είναι πολύ ρευστό και κανένας δεν μπορεί αυτή την στιγμή να κάνει ασφαλή πρόβλεψη. Πολύ περισσότερο να βάλει κάτω σενάρια και να τα αναλύσει. Υπάρχουν κάποιοι που λένε ότι είναι καλύτερα για τον πρωθυπουργό να πάει για εκλογές στις 9 του Απρίλη ξεφεύγοντας από τον ασφυκτικό κλοιό του δυστυχήματος, υπάρχουν κι άλλοι που επιμένουν ότι δεν καταφεύγεις στις κάλπες δίχως να έχεις αφήσει το μεγαλύτερο δυνατό χρονικό διάστημα ανάμεσα στην αρχική οργή και την τελική ψήφο. Κανένας δεν ξέρει ποια άποψη θα επικρατήσει τελικά.
Αν κάτι πιθανολογείται ως πιθανότερο είναι η εκλογική ενίσχυση των πολιτικών άκρων και η αύξηση της λεγόμενης αντισυστημικής ψήφου. Αν και κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να αντιληφθεί πως η άνοδος των φασιστικών, των ψεκασμένων ή των ακροαριστερών σχηματισμών θα βοηθήσει στην βελτίωση της ασφάλειας των τρένων ή στην γρηγορότερη και καλύτερη υλοποίηση των συμβάσεων δημοσίων έργων ή στην εξάλειψη του ρουσφετιού και των διοικητικών παραλείψεων, δεν είναι διόλου απίθανο να δούμε μια τέτοια έξαρση στην ερχόμενη εκλογική διαδικασία.
Βεβαίως, την προηγούμενη φορά που η Ελλάδα θύμωσε σύσσωμη, δεν λύσαμε κανένα θέμα αλλά τουναντίον σωρεύσαμε βάσανα και κόστος στην καμπούρα μας. Η οργή, είτε αυθόρμητη είτε κατασκευασμένη για κομματικούς λόγους, ποτέ δεν μας βγήκε σε καλό. Ούτε οι εκρήξεις της και η καταστροφική της διάθεση αντιμετωπίζει ζητήματα που χρειάζονται μεθοδικότητα, οργάνωση, μεταρρυθμιστική διάθεση και ριζοσπαστικές συνταγές.
Η χώρα μετά από δεκαπέντε χρόνια διαρκών κρίσεων θέλει μεθοδικό χτίσιμο, δεν θέλει γκρέμισμα σαν αυτό που επαγγέλλονται όσοι είναι στους δρόμους, στο όνομα της τυφλής οργής τους. Δεν αποκλείεται, αυτό το τραγικό δυστύχημα να αποτελέσει και το μέτρο του ορθολογισμού των Ελλήνων. Θέλουν κανονικότητα και ευημερία ή κάθε φορά που πάνε να την κατακτήσουν, βρίσκουν μια αφορμή για να ρίξουν μια κλωτσιά στην καρδάρα με το γάλα; Για να κλαίνε μετά πάνω του;