του Tiejun Zhang*
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις για τις επιπτώσεις για την Ταϊβάν. Ένα από τα πολυσυζητημένα μαθήματα του πολέμου είναι ότι η Κίνα πρέπει να το σκεφτεί πολύ σοβαρά προτού εξαπολύσει έναν πόλεμο με στόχο την επανένωση με την Ταϊβάν. Κατά την άποψή μου, όμως, αυτός ο κίνδυνος ήταν εξαρχής μικρός, οπότε το «μάθημα» έχει μικρή χρησιμότητα.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται μερικές φορές, αλλά όχι πάντα. Για να καταλάβουμε τις διαφορές, θα πρέπει να κάνουμε δύο παραλληλισμούς: Κίνα έναντι Ρωσίας και Ταϊβάν έναντι Ουκρανίας.
H Kίνα και η Ρωσία έχουν πολύ διαφορετικές στρατηγικές προτεραιότητες. Πρώτον, υπάρχει μεγάλη διαφορά στις οικονομικές και στρατιωτικές τους δυνατότητες. Οικονομικά, η Κίνα έχει το δεύτερο σε μέγεθος ΑΕΠ στον κόσμο. Το 2021, έφτανε στο 76% του ΑΕΠ των ΗΠΑ, ενώ το ΑΕΠ της Ρωσίας ήταν κάτω από το 10%. Η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας είναι επίσης πιο βιώσιμη από εκείνη της Ρωσίας, καθώς η πρώτη είναι πολύ στενότερα συνδεδεμένη με την παγκόσμια οικονομία από τη δεύτερη.
Στρατιωτικά, η Ρωσία διαθέτει το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο και μια σημαντική συμβατική δύναμη. Ο στρατός της Κίνας, αν και εκσυγχρονίζεται ταχύτατα, είναι ακόμη δεκαετίες πίσω από εκείνον των ΗΠΑ. Επιπλέον, η Ταϊβάν αποτελεί έναν πολύ σύνθετο στόχο μιας εισβολής και ένας λόγος γι’ αυτό είναι τα προχωρημένα οπλικά συστήματα που το νησί εισάγει από τις ΗΠΑ.
Η σύνδεση της Κίνας με την παγκόσμια οικονομία είναι δίκοπο μαχαίρι για τη χώρα αυτή. Από τη μια πλευρά, αποτελεί έναν από τους πιο κρίσιμους παράγοντες που διασφαλίζουν εδώ και δεκαετίες την οικονομική ανάπτυξη της Κίνας. Από την άλλη, η στενή οικονομική αλληλεξάρτηση κάνει την οικονομική ανάπτυξη της Κίνας πιο ευάλωτη σε περιόδους κρίσης. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους αποτελούν τους οκτώ από τους δέκα σημαντικότερους εταίρους της Κίνας. Στην περίπτωση που η Κίνα χρησιμοποιήσει βία για να ενωθεί με την Ταϊβάν, θα της επιβληθούν αυστηρές κυρώσεις που θα επιφέρουν πλήγμα στην οικονομία της. Η Κίνα θα βυθιστεί σε οικονομική κρίση, κάτι που θα έχει βαθιές κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις.
Όσο για τις στρατηγικές προτεραιότητες της Ρωσίας και της Κίνας, η πρώτη θεώρησε ότι έπρεπε να εμποδίσει την προσέγγιση της Ουκρανίας με το ΝΑΤΟ, ενώ η δεύτερη θέλει να έχει ένα ειρηνικό περιβάλλον που βοηθά την οικονομική της ανάπτυξη. Η Κίνα δεν ενδιαφέρεται τόσο να επεκτείνει τα εδάφη της, όσο να γίνει η υπερδύναμη της ανατολικής Ασίας.
Ο δεύτερος παραλληλισμός είναι μεταξύ Ταϊβάν και Ουκρανίας. Ο πληθυσμός της πρώτης είναι ο μισός από εκείνον της δεύτερης. Από την άποψη της σύνθεσης του πληθυσμού, το 77% των κατοίκων της Ουκρανίας είναι Ουκρανοί και το 20% Ρώσοι, ενώ στην Ταϊβάν πάνω από το 90% είναι Κινέζοι Χαν. Το στοιχείο αυτό θα έκανε κάποιον να πιστέψει ότι είναι πιο εύκολο για την Κίνα να ενωθεί με την Ταϊβάν απ’ ό,τι για τη Ρωσία να αποκτήσει εδάφη της Ουκρανίας. Αλλά δεν είναι τόσο απλό.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, η κινεζική κυβέρνηση επιδιώκει να αναπτύξει πολιτισμικούς και κοινωνικούς δεσμούς με τον πληθυσμό της Ταϊβάν. Ο σκοπός ήταν να αντιληφθούν οι τελευταίοι ότι ανήκουν στη «Μητέρα Πατρίδα». Συνέβη το αντίθετο. Όσο αυξάνονταν οι επικοινωνίες, τόσο συνειδητοποιούσαν οι κάτοικοι της Ταϊβάν τις διαφορές τους με την ηπειρωτική Κίνα.
Γεωπολιτικά, η ανατολική Ασία είναι διπολική, με τις ΗΠΑ να αποτελούν την κυρίαρχη ναυτική δύναμη και την Κίνα να συνιστά την κυρίαρχη ηπειρωτική δύναμη. Η Ταϊβάν βρίσκεται ανάμεσα και όποιος την ελέγχει έχει το πλεονέκτημα. Για τις ΗΠΑ, η Ταϊβάν είναι σημαντικότερη από την Ουκρανία τόσο οικονομικά όσο και στρατηγικά. Αλλά και η Ιαπωνία δεν θέλει να δει την Ταϊβάν να ενώνεται με την Κίνα.
Συμπερασματικά, η χρήση βίας από την Κίνα για την επιστροφή της Ταϊβάν στη «Μητέρα Πατρίδα» δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή μια επιλογή. Και αυτό θα συνεχιστεί όσο παραμένει το χάσμα ανάμεσα στον αμερικανικό και τον κινεζικό στρατό.
(*) O Τιεζούν Ζανγκ είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Shanghai Global Institute