Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου

της Μάρθας Λεκκάκου

Γνωστός με προσέγγισε πρόσφατα για να με ρωτήσει αν έχω κάποια «άκρη» να σβήσω την κλήση του ανιψιού του, που οδηγούσε χωρίς δίπλωμα… Προσπάθησα να είμαι ευγενική, υπερβατικά ψύχραιμη, λέγοντάς του ότι αυτό που προσπαθεί να κάνει για τον ανιψιό του σήμερα μπορεί να του στοιχίσει τη ζωή του, αύριο να τον κλαίνε οικογενειακώς όλοι στο μνήμα ή να σκοτώσει στον δρόμο όποιον περνά, το παιδί του καθενός, τη μάνα της γειτόνισσας κ.ο.κ. Του είπα ότι το καλύτερο δώρο για τον ανιψιό του είναι να του βάλει μια πολύ μεγάλη κατσάδα, να πληρώσει από το χαρτζιλίκι του το πρόστιμο, να μην ξανατολμήσει να πιάσει τιμόνι χωρίς δίπλωμα και να μην κλαίγεται για να βρει μια «άκρη» να τον ξελασπώσει! Και από την άλλη να έχει και το πάτημα με κάθε ευκαιρία να βρίζει κάθε μορφής «εξουσία» που είναι «πουλημένη», αφού κάνει τέτοιου είδους χάρες! Να μη ζητάει ρουσφέτι! Σε τίποτε! Και αν μάθει να μην ζητάει τέτοιες «χάρες» αυτός ο πιτσιρικάς που είναι 18χρονος και το κάνουν και οι άλλοι συνομήλικοί του, ίσως σε 10-20 χρόνια, ίσως και αργότερα ίσως και ποτέ, το rüşvet, αυτή η τούρκικη λέξη, αλλά βαθιά ελληνική ριζωμένη νοοτροπία, το ρουσφέτι, μπορεί και να εκλείψει ή τουλάχιστον να αποδυναμωθεί, να θεωρείται πράξη κατάντιας ολίγων και όχι των πολλών.

Διότι είναι ντροπή να ζητάς να σου χαρίσουν την παράβαση. Και είναι εξευτελιστικό και για το πολιτικό πρόσωπο ή τον οποιονδήποτε έχει την παραμικρή εξουσία ή τις γνωριμίες για να κάνει τέτοιου είδους χάρες. Όσα ψηφιακά άλματα και να κάνουμε, όσα ΕΣΠΑ και κοινοτικούς πόρους και να απορροφήσουμε, όση πρόοδο και να κάνουμε σε έργα και υποδομές, αν δεν πετάξουμε από πάνω μας το καταραμένο το… rüşvet, θα είναι σαν να κάνουμε μια τρύπα στο νερό. Γιατί το ρουσφέτι είναι η επιτομή του ραγιαδισμού και της ανισότητας των πολιτών, αυτή η γάγγραινα που διαχωρίζει τους πολίτες αυτής της χώρας στους έχοντες «δόντι» και στους υπόλοιπους τους… ξεδοντιασμένους, αυτούς δηλαδή που δεν έχουν το γνωστό στην κατάλληλη θέση, για να τους ξελασπώνει για το κόκκινο φανάρι που πέρασαν, για το αυθαίρετο μέσα στο δάσος που έχτισαν, για να κάνουν την καλύτερη «λούφα» στη δουλειά, για να μετατεθεί το παιδί στο Πεντάγωνο. Και εν τέλει, όλοι αυτοί που θέλουν μια χάρη, μικρή ή μεγάλη, θρέφουν, ανατρέφουν και μεγαλώνουν ό,τι πιο παλιακό, παρακμιακό, διεφθαρμένο ως νοοτροπία επικρατεί ακόμη στην ελληνική κοινωνία: Το φαινόμενο του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;». Και ταυτόχρονα, όλοι αυτοί που ζητάνε χάρες, απλά αποθεώνουν αυτόν που μπορεί να τις εκπληρώσει. Και κάνουν και ένα μεγαλύτερο κακό. Εμποδίζουν άθελά τους τους ίδιους τους υπαλλήλους της δημόσιας διοίκησης, της γενικής και της κεντρικής κυβέρνησης, από τα υπουργεία ως και τους ΟΤΑ Α΄ και Β΄ βαθμού, να λειτουργήσουν αποτελεσματικά. Όταν οι υπάλληλοι, χαμηλόβαθμοι και υψηλόβαθμοι καταπιάνονται με 30 υποθέσεις και «εμβόλιμα» τρυπώνουν άλλες 20 με εντολές «άνωθεν», τότε με μαθηματική ακρίβεια ξεκινούν οι καθυστερήσεις και αρχίζει ένας νέος κύκλος αναζήτησης ρουσφετιού, για τις 30 πρώτες υποθέσεις που λιμνάζουν!

Φαύλος κύκλος, κακό σπυρί που για να σπάει θέλει δουλειά πολλή. Αν δεν γίνει αυτή η δουλειά, θα συνεχίσει η ατέρμονη δουλεία… Ένας τόνος η διαφορά. Και ως σημείο στίξης και ως μέτρο βάρους.