Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου
της Μάρθας Λεκκάκου
Κυρία, κοντά στα 60, τσουλάει μέσα στο μεσημεριανό λιοπύρι -ώρα που είναι άδειοι οι δρόμοι- καρέκλα γραφείου με στοίβα από σακούλες, που έχουν μέσα υλικά οικοδομής.
Αφού δεν τη βλέπει κανείς, γυρνάει στο πλάι την καρέκλα και αμολάει τα μπάζα από το σπίτι της στο κοινόχρηστο άχτιστο οικόπεδο με ελιές και πεύκα, που βρίσκεται σε απόσταση 50 μέτρων από το σπίτι της και δίπλα από παιδική χαρά.
Η πλάκα είναι ότι τα πετάει ακριβώς κάτω από την πινακίδα «Μη ρίχνετε μπάζα», που έχει τοποθετηθεί ακριβώς δίπλα στους κάδους απορριμμάτων, δύο για γενικής χρήσης απόβλητα και έναν ανακύκλωσης.
Με δυο-τρία δρομολόγια με την καρέκλα-αυτοσχέδιο καροτσάκι, η ντάνα με μπάζα μεγαλώνει. Την επόμενη ημέρα, άλλος γείτονας -προφανώς αυτός ήταν πιο προσεκτικός, καθώς βγήκε σε ώρες που όλοι κοιμούνται- αφήνει ένα πάπλωμα δίπλα στους κάδους. Συμπληρώνεται σιγά-σιγά η χωματερή την αμέσως επόμενη ημέρα, με 2 σπασμένες λευκές πλαστικές καρέκλες.
Και ο κάδος της ανακύκλωσης, δεν φτάνει που είναι ένας και μοναδικός, ξέχειλος από άσχετα προς ανακύκλωση πράγματα. Την ίδια ώρα, δημοτικός υπάλληλος ακούει στο τηλεφωνικό κέντρο του δήμου και σημειώνει τα παράπονα από διαφορετικούς δημότες για την κατάντια των κάδων της ανακύκλωσης και την εικόνα της πόλης και που γεμίσαμε παπλώματα και κυρίως τη συνηθισμένη ατάκα: «εσένα που σηκώνεις το τηλέφωνο σε πληρώνω και πρέπει να έχεις την πόλη καθαρή, όχι να είναι ξέχειλος ο κάδος και να ζέχνει ο τόπος».
Και για λέμε τα πράγματα ως έχουν, το έχει το δίκιο του ο δημότης, αλλά το νόμισμα έχει δυο όψεις. Οι απαιτήσεις μας πρέπει να απευθύνονται και στους δήμους και στους συνδημότες μας. Θα ήταν πάρα πολύ ενδιαφέρον να δει κανείς αν ο δημότης που είπε στον δημοτικό υπάλληλο «εγώ σε πληρώνω», αν θα μιλούσε με αντίστοιχο τρόπο και στην κυρία με την καρέκλα και τα μπάζα. Θα την επέπληττε; Ή ακόμη και περισσότερο, θα προέβαινε σε καταγγελία στο δήμο; Οι καταγγελίες πάντως που φτάνουν στους δήμους είναι λιγοστές και κυρίως ανώνυμες.
Και ας μην γελιόμαστε, αν ο ένας στους πέντε δημότες, ακόμη και ο ένας στους 10, κάνει του κεφαλιού του και πετάει ό,τι δεν του χρειάζεται όπου βολικά βρει μέσα στην πόλη, δεν φτάνουν ούτε τα οχήματα ούτε το προσωπικό ενός δήμου, όσο και πλούσιος να είναι.
Και κάνοντας μια βόλτα και σε εύπορους δήμους, εύκολα διαπιστώνει κανείς από τα στρώματα, τα ντιβάνια και τους απλωμένους καναπέδες στα πεζοδρόμια ότι γύρω μας υπάρχουν «πονηρούληδες τζαμπατζήδες», που δεν τους καίγεται καρφί να «στολίσουν» την περιουσία που ανήκει σε όλους με κάθε λογής απορρίμματα.
Και η περιουσία που ανήκει σε όλους είναι ο δημόσιος χώρος, οι σχολικές μονάδες, οι πλατείες, τα άχτιστα κοινόχρηστα οικόπεδα, αναξιοποίητα αγροτεμάχια, οτιδήποτε αποτελεί δημοτική περιουσία.
Μη τα βάζουμε, λοιπόν, μόνο με τους πιτσιρικάδες που «ταγκάρουν» -έτσι αποκαλούν τις «υπογραφές» τους με τους μαρκαδόρους και τις μπογιές γκράφιτι- όπου βρουν.
Ας τα βάλουμε πρώτα με τους μεγαλύτερους που περιμένουν την ώρα που η πόλη κοιμάται ή δεν βλέπει, για να πετάξουν στην περιουσία σου, στην περιουσία μου, τα απορρίμματά τους χωρίς καμία συναίσθηση ότι εκείνη τη στιγμή η απερίσκεπτη πράξη τους μειώνει το βιοτικό επίπεδο όλων μας!
Καλό είναι -έως και απαραίτητο- να σηκώνουμε το δάχτυλο και να επιπλήττουμε τις δημοτικές αρχές για την ποιότητα της καθαριότητας της πόλης μας. Ας αναρωτηθούμε όμως, παράλληλα, την ίδια στιγμή που σηκώνουμε το δάχτυλο, τι κάνουμε εμείς για την πόλη μας. Είναι ζήτημα πολιτισμού και κοινωνικής ευθύνης.
Όταν ζητούμε ο δημόσιος χώρος να είναι περιποιημένος, οφείλουμε και να περιφρουρούμε ο καθένας ξεχωριστά τη δημόσια περιουσία μας. Αυτήν που ανήκει σε όλους. Και εδώ, ας γίνουμε και δυσάρεστοι, ας τσακωθούμε κιόλας. Αν σου έριχνε ο γείτονας τον καναπέ του μέσα στο μπαλκόνι σου, τι θα έκανες; Θα έμενες απαθής; Σίγουρα όχι.