Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου
του Δημήτρη Καμπουράκη
Το ερώτημα είναι απλό και σαφές. «Ο Μητσοτάκης θα αποφασίσει εκλογές για τον Σεπτέμβριο ή για τον Απρίλιο;». Αυτές οι δύο εναλλακτικές απόμειναν πια. Τα υπέρ και τα κατά της κάθε επιλογής είναι γνωστά και χιλιοειπωμένα, όμως το θέμα συζητείται διαρκώς, από τα καφενεία ως τα ανώτατα κλιμάκια πολιτικών γραφείων και μεγάλων εταιρειών. Επισήμως, η κυβέρνηση επιμένει ότι θα γίνουν στο τέλος της άνοιξης του 2023, αν και την πιο ενδιαφέρουσα δήλωση των ημερών, έκανε η πολύπειρη (και ειλικρινής) Ντόρα Μπακογιάννη, που είπε σε κάποιο κανάλι ότι «ούτε ο ίδιος ο Μητσοτάκης δεν ξέρει πότε θα γίνουν». Εννοούσε ότι και οι δυο εναλλακτικές είναι ανοιχτές. Λογικό.
Αυτοί που επιμένουν το φθινόπωρο
Πολλοί μέσα στο πρωθυπουργικό επιτελείο επιμένουν να λένε στον Μητσοτάκη, «κάνε εκλογές το φθινόπωρο να ξεμπλέξουμε». Δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται, αλλά πάντως οι φθινοπωρινοί οιωνοί αναμένονται (θεωρητικώς) ευνοϊκοί για το κυβερνητικό στρατόπεδο. Θα έχουμε βγει από ένα καλοκαίρι με αυξημένο τουρισμό και οι κάλπες θα προηγηθούν ενός χειμώνα με ακριβά καύσιμα, τσουχτερό πετρέλαιο θέρμανσης και απλησίαστο ρεύμα (παρά την κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής). Αν δεν έχει επισυμβεί κάποια φυσική καταστροφή, σαν αυτή της Εύβοιας ή κάποια ελληνοτουρκική κρίση, τότε ο πειρασμός για τον Μητσοτάκη, να πατήσει το κουμπί των εκλογών, θα είναι μεγάλος.
Η ελληνική οικονομία δείχνει αξιοθαύμαστη αντοχή
Η δεύτερη εναλλακτική, η πλήρης εξάντληση, δηλαδή, της τετραετίας, δεν εδράζεται μόνο στη μανία του πρωθυπουργού να λειτουργεί θεσμικά. Το οικονομικό επιτελείο επιμένει ότι οι πρόωρες (έστω και για λίγους μήνες) εκλογές, θα είναι κακό σήμα προς τους μεγάλους επενδυτές και θα λειτουργήσουν επιβραδυντικά στον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Στο γενικό λογιστήριο του κράτους περιμένουν υπεραπόδοση εσόδων μέχρι το τέλος του 2022, καθώς η Ελληνική οικονομία δείχνει αξιοθαύμαστη αντοχή μέσα στο σημερινό ασταθές διεθνές περιβάλλον. Υπεραπόδοση σημαίνει ότι θα υπάρχει αρκετό χρήμα και για να διαμοιραστεί, αλλά και για να συγκροτηθεί ένα αξιόπιστο και πλουσιοπάροχο κυβερνητικό πρόγραμμα για την επόμενη τετραετία. Κοντολογίς, θα έχει και να δώσει και να υποσχεθεί.
Φυσικά, στην πολιτική δεν υπάρχουν βεβαιότητες, μόνο αντιξοότητες. «Αν δούμε τι μας βρήκε τα τρία προηγούμενα χρόνια, ένας Θεός γνωρίζει τι μπορεί να σκάσει στα μούτρα μας ως τα μέσα του 2023», επιμένουν οι οπαδοί των φθινοπωρινών εκλογών. «Οι κρίσεις δυναμώνουν τον πρωθυπουργό, γι’ αυτό συνεχίζει να είναι δέκα μονάδες μπροστά», απαντούν οι θιασώτες των ανοιξιάτικων εκλογών. Η αλήθεια είναι ότι παρά τα τεράστια προβλήματα που αντιμετώπισε, ο Μητσοτάκης διαθέτει πλήρη πολιτική κυριαρχία. Μπορεί να μην θεωρείται δεδομένη πια η αυτοδυναμία του (όπως πέρυσι ή πρόπερσι), όμως πάλι δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα κόμμα ικανό να αμφισβητήσει την πρωτιά της Ν.Δ., ούτε ηγέτης με πιθανότητες να εκθρονίσει τον Κυριάκο από την πρωθυπουργική καρέκλα.
Και ο Τσίπρας με τον Ανδρουλάκη;
Τόσο ο Τσίπρας με την τζούφια αντιπολιτευτική του εξαλλοσύνη όσο και ο Ανδρουλάκης με τη συνεχιζόμενη αμφίσημη στάση του, το μόνο που καταφέρνουν είναι να καλλιεργούν μια γενικευμένη ανασφάλεια για την κυβερνησιμότητα του τόπου. Ο Αλέξης «πουλάει» ως εφικτό το σενάριο της «προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας» με το ΠΑΣΟΚ, αφού πρώτα ο ΣΥΡΙΖΑ βγει πρώτος. Μια απλή ματιά στις δημοσκοπήσεις ,αρκεί για να το κονιορτοποιήσει. Ο Ανδρουλάκης, πάλι, διακινεί το σενάριο μιας «σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης» που δεν θα έχει για πρωθυπουργό ούτε τον αρχηγό ούτε του πρώτου ούτε του δεύτερου κόμματος. Κατά το ΠΑΣΟΚικό σενάριο, ο τρίτος των εκλογών θα ορίσει και την κυβερνητική ατζέντα και το πρόσωπο του ηγέτη της χώρας. Πόσο εξωφρενικό ακούγεται και αυτό, ώστε να τύχει της λαϊκής επιδοκιμασίας;
Στις δημοκρατίες κυβερνά αυτός που βγαίνει πρώτος σε ψήφους. Είναι η πιο απλή αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Αυτό θα γίνει και τώρα, απλώς ο Μητσοτάκης θα έχει μία παραπάνω δυσκολία με την απλή αναλογική, που φύτεψε πονηρά ο ΣΥΡΙΖΑ, λίγο πριν αποχωρήσει από την εξουσία. Εφόσον ο Κυριάκος κερδίσει στην πρώτη αναμέτρηση, είτε θα ακούσει το «ναι» του Ανδρουλάκη για συνεργασία (πράγμα δύσκολο) είτε θα καταφύγει υποχρεωτικά σε δεύτερες κάλπες εντός τριάντα ημερών. Σε εκείνο το μεσοδιάστημα, κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί, σίγουρα πάντως έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να συνθλιβεί ο μικρός, παρά να πάθουν ζημιά οι μεγάλοι.
Οι ανατροπές δεν είναι πάντα εναντίον των κυβερνήσεων
Αν, βέβαια, ληφθεί τελικά η απόφαση για εξάντληση τετραετίας και μεσολαβήσει ένας σκληρός οικονομικός χειμώνας με πληθωρισμό, όλα αυτά ενδέχεται να ανατραπούν. Είναι μια υπαρκτή πιθανότητα ασφαλώς, απλώς επισημαίνω ότι οι ανατροπές δεν είναι πάντα εναντίον των κυβερνήσεων και υπέρ των αντιπολιτεύσεων -καμιά φορά συμβαίνει και το ανάποδο. Μία Ελληνοτουρκική κρίση, ας πούμε (που δεν πρέπει διόλου να αποκλείεται), θα αποβεί υπέρ ή εναντίον του Μητσοτάκη; Η κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής που θα φανεί στους λογαριασμούς ρεύματος από τον Αύγουστο, θα λειτουργήσει υποβοηθητικά για τον πρωθυπουργό ή όχι; Και αν η παγκόσμια αναταραχή με τον πόλεμο και την επισιτιστική κρίση συνεχιστεί, αυτό λειτουργεί υπέρ της σιγουριάς που εκπέμπει ο σημερινός ηγέτης ή υπέρ των πολιτικών πειραματισμών με άδηλο αποτέλεσμα; Μάλλον το πρώτο.
Για να επιστρέψουμε στο ερώτημα του προλόγου, τόσο ο Σεπτέμβρης όσο και ο Απρίλης είναι ανοιχτοί για εκλογές -μόνο ο ίδιος ο Μητσοτάκης ξέρει τι θα κάνει, αν ξέρει κι αυτός. Κατά την ταπεινή γνώμη του γράφοντος, οι πιθανότητες συνεχίζουν να γέρνουν υπέρ της εξάντλησης της τετραετίας, καθότι ως τώρα, η θεσμική πλευρά του χαρακτήρα Μητσοτάκη πάντα κυριάρχησε στις επιλογές του. Εξάλλου, μετά από μια μικρή κάμψη της δημοτικότητάς του τον χειμώνα που πέρασε, η εικόνα του ενισχύθηκε και πάλι σημαντικά τους δύο τελευταίους μήνες. Στην πραγματικότητα, ο Αλέξης ποτέ δεν τον πλησίασε με αξιώσεις. Αυτό, όμως, το «αβάντζο» των δέκα μονάδων που διατηρεί ο Μητσοτάκης σήμερα, λειτουργεί υπέρ ή εναντίον της εξάντλησης του συνταγματικού χρόνου; Να η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου.