του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου*
Γίνεται τόση συζήτηση σήμερα για τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, που κανείς δεν δίνει σημασία στις όλο και σοβαρότερες «κυρώσεις» που επιβάλλει η Φύση στους ανθρώπους, παντελώς αδιάφορη για τα καμώματά τους.
Φαίνεται ότι ζούμε την αρχή όχι ενός, αλλά δύο Αρμαγεδδώνων. Ο ένας είναι η σύγκρουση Ανατολής-Δύσης, που εμπεριέχει τη δυνατότητα καταστροφής της ανθρωπότητας, αν δεν οδηγηθεί σε κάποια συμβιβαστική λύση. Κάτι που, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν μοιάζει ουδείς να το επιδιώκει ή να το προσπαθεί στα σοβαρά. Ο δεύτερος Αρμαγεδδών είναι ο πόλεμος της ανθρωπότητας κατά της φύσης που θα οδηγήσει με βεβαιότητα στην καταστροφή της πρώτης, αν δεν φροντίσει πολύ γρήγορα να υποταγεί και να προσαρμοστεί στους όρους της δεύτερης.
Αδιαφορώντας παντελώς για το τι συμβαίνει στην Ουκρανία και ποιος έχει δίκιο στην εκεί διαμάχη, η Φύση διάλεξε πρόσφατα τέσσερις εβδομάδες την ινδική υποήπειρο για να δείξει στους ανθρώπους τι τους περιμένει εν είδει «Νεμέσεως» για τη συνεχιζόμενη, άνευ ορίων και περιορισμών, «Ύβρι» που συνιστά πλέον η ανθρώπινη δραστηριότητα, δηλαδή η κατασπατάληση του φυσικού κεφαλαίου μας.
«Οι καύσωνες της Ινδίας δοκιμάζουν τα όρια της ανθρώπινης επιβίωσης», είναι ο τίτλος του άρθρου που αφιέρωσε το Bloοmberg στα «ακραία καιρικά φαινόμενα» που έπληξαν τον τελευταίο μήνα την ινδική υποήπειρο.
Πάνω από ενάμισι δισεκατομμύριο άνθρωποι, όσοι είναι οι κάτοικοι δηλαδή της ινδικής υποηπείρου, το αντελήφθησαν στο πετσί τους αυτό το νέο μάθημα της φύσης, που πρακτικά … κατήργησε την άνοιξη. Ο υπόλοιπος κόσμος δεν έδωσε βέβαια καμία ιδιαίτερη σημασία, αφού όλη την ενέργεια και της Ανατολής και της Δύσης την έχει απορροφήσει τώρα το πώς η μία θα κάνει κακό στην άλλη και οι δύο στο παγκόσμιο κλίμα. Δυστυχώς όμως τα φαινόμενα αυτά δεν αφορούν μόνο την ινδική υποήπειρο, αφορούν όλο τον πλανήτη. Και σύμφωνα με τις επιστημονικές προβλέψεις δεν είναι μια σποραδική ακρότητα, αλλά κινδυνεύουν να αποτελέσουν μια όλο και επιδεινούμενη «κανονικότητα».
50 βαθμοί Κελσίου
Στο Μπαλουχιστάν του Πακιστάν, οι κάτοικοι δεν είχαν πάντως την «πολυτέλεια» να ασχολούνται με τον πόλεμο στην Ουκρανία, καθώς η επαρχία τους έγινε μια από τις πιο ζεστές περιοχές στον πλανήτη, με τη θερμοκρασία να φτάνει σχεδόν τους 50 βαθμούς Κελσίου. Οι κάτοικοι παρέμειναν αναγκαστικά στα σπίτια τους, μην μπορώντας να εργασθούν εκτός σπιτιού, παρά μόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας που πέφτει κάπως η θερμοκρασία, ενώ αντιμετώπισαν ταυτόχρονα σοβαρές ελλείψεις νερού και ενέργειας. Πέρυσι, η ίδια περιοχή είχε επίσης πληγεί από την κλιματική αλλαγή με τη θερμοκρασία τον Μάιο να πιάνει το ρεκόρ των 54 βαθμών.
Στο Νέο Δελχί, την πρωτεύουσα της Ινδίας, ήταν σαν η πόλη να φλεγόταν. Η ζέστη ερχόταν σαν διαδοχικές πύρινες σφαίρες από τους δρόμους και το νερό της βρύσης ήταν τόσο ζεστό που δεν μπορούσες να το αγγίξεις. Την ημέρα η θερμοκρασία έφτανε τους 44 βαθμούς και τη νύχτα δεν έπεφτε συχνά κάτω από τους 30 (η πτώση της νυκτερινής θερμοκρασίας έχει κρίσιμη σημασία για τη συνολική αντοχή των ανθρώπων. Μεγάλες πόλεις πολύ άσχημα κτισμένες, όπως η Αθήνα, έχουν μεγάλη θερμοχωρητικότητα και η θερμοκρασία δεν πέφτει τη νύχτα, ενώ οι απαράδεκτα στενοί δρόμοι δεν επιτρέπουν την επαρκή μεταφορά θερμότητας από τα κτίσματα με τη ροή των ανέμων).
Ένας τεράστιος ΧΥΤΑ στα περίχωρα της ινδικής πρωτεύουσας γεμάτος εκατομμύρια τόνους σκουπιδιών πήρε φωτιά από μόνος του και συνέχισε να σιγοκαίει επί μία εβδομάδα προσθέτοντας τις αναθυμιάσεις του στον επικίνδυνα μολυσμένο αέρα του Νέου Δελχί.
Το κύμα της ζέστης ενέτεινε τις μαζικές ελλείψεις ενέργειας και στην Ινδία και στο Πακιστάν, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να μην έχουν ηλεκτρικό ρεύμα πολλές ώρες της μέρας και να μη μπορούν να δουλέψουν τα κλιματιστικά και τα ψυγεία.
Οι καλοκαιρινές ζέστες έφτασαν φέτος δύο μήνες νωρίτερα από το συνηθισμένο και πολλούς μήνες προτού φυσήξουν οι μουσώνες που αφαιρούν ένα μέρος της θερμότητας. Η βορειοδυτική και η κεντρική Ινδία πέρασαν τον πιο ζεστό Απρίλη των τελευταίων 122 χρόνων, ενώ στο Τζαλαλαμπάντ του Πακιστάν η θερμοκρασία έφτασε τους 49 βαθμούς, μία από τις υψηλότερες θερμοκρασίες που έχουν σημειωθεί Απρίλιο σε όλο τον πλανήτη.
Καταστροφή στη γεωργία
Το κύμα της ζέστης έχει ήδη καταστροφικές συνέπειες στις σοδειές, περιλαμβανομένου του σιταριού και διαφόρων φρούτων και λαχανικών. Σε μερικές περιοχές η σοδειά του σιταριού ήταν η μισή του αναμενόμενου, γεγονός που, σε συνδυασμό με την μείωση της προσφοράς σιτηρών λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, δημιουργεί φόβους για έλλειψη αυτής της βασικής τροφής.
Η διάσημη για τις μηλιές και τις ροδακινιές της επαρχία Μασούνγκ του Μπαλουχιστάν είδε να καταστρέφονται οι σοδειές της. Τα δέντρα άνθισαν ένα μήνα πριν το κανονικό και μετά οι ανθοί ξεράθηκαν από την ασυνήθιστα έντονη ξηρασία χωρίς να δώσουν καρπούς. Οι αγρότες καταστράφηκαν οικονομικά.
Η υπουργός Κλίματος του Πακιστάν Sherry Rehman, δήλωσε στον βρετανικό Guardian ότι η χώρα της αντιμετωπίζει «υπαρξιακή κρίση» εξαιτίας των έκτακτων καιρικών φαινομένων, καθώς μάλιστα το κύμα ζέστης, εκτός των άλλων, οδηγεί σε λιώσιμο των παγετώνων στα βόρεια της χώρας με πρωτοφανή ταχύτητα, απειλώντας με πλημμύρες, ενώ η υψηλή ζέστη προκαλεί ταυτόχρονα και έλλειψη υδάτινων πόρων.
Η Rehman δήλωσε ότι ο καύσωνας που έπληξε την ευρύτερη περιοχή πρέπει να αποτελέσει προειδοποίηση αφύπνισης για την παγκόσμια κοινότητα: «το κλίμα και τα καιρικά φαινόμενα ήρθαν για να μείνουν και μπορούν μόνο να εντατικοποιηθούν, αν οι ηγέτες της ανθρωπότητας δεν δράσουν τώρα».
ΠΜΟ: Υπεύθυνη η κλιματική αλλαγή
Σε ανακοίνωσή του, ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός υπογραμμίζει ότι οι παρατηρηθείσες θερμοκρασίες στην Ινδία και το Πακιστάν συνάδουν «με ό,τι περιμένουμε από την κλιματική αλλαγή. Τα κύματα ζέστης είναι πιο συχνά και έντονα και αρχίζουν πιο νωρίς σε σχέση με το παρελθόν». Σύμφωνα με τους μετεωρολογικούς ορισμούς, ένας καύσων (heat wave) υφίσταται όταν η μέγιστη θερμοκρασία υπερβαίνει τους 40 βαθμούς και είναι τουλάχιστο 4,5 πάνω από το κανονικό.
Σύμφωνα με δορυφορικές παρατηρήσεις της Ευρωπαϊκής Διαστημικής Υπηρεσίας, οι επιφανειακές θερμοκρασίες σε ορισμένα τμήματα της βορειοδυτικής Ινδίας υπερέβησαν τους 60 βαθμούς, γεγονός πρωτοφανές για αυτή την εποχή, όταν οι συνήθεις θερμοκρασίες επιφανείας στις περιοχές αυτές κυμαίνονται μεταξύ 45 και 55 βαθμών.
Υγρασία: ο κρίσιμος παράγοντας
Πιο κρίσιμος από τη θερμοκρασία είναι ο σύνθετος δείκτης «wet-bulb temperature», που συνδυάζει τις τιμές θερμοκρασίας και υγρασίας για να δείξει πόση εξάτμιση μπορεί να γίνει σε δοσμένη κατάσταση και άρα πόση θερμότητα μπορεί να αποβληθεί μέσω της εφίδρωσης. Όσο πιο ψηλή είναι η θερμοκρασία, τόσο μικρότερη πρέπει να είναι η υγρασία για να διατηρείται σε ανεκτά επίπεδα η wet-bulb temperature.
Σε wet-bulb temperatures άνω των 35 βαθμών, δεν μπορούμε να αποβάλουμε τη θερμότητα και μπορεί να υποστούμε ενδεχομένως θανάσιμη καρδιακή προσβολή μετά από μερικές ώρες έκθεσης, ακόμα και αν καθόμαστε στη σκιά και ρίχνουμε νερό. Ανάλογα αποτελέσματα μπορούν να σημειωθούν σε ανθρώπους που εργάζονται εκτός κτιρίων ακόμα και με wet bulb temperatures άνω των 32 βαθμών. Είχαμε περιπτώσεις που σημειώθηκαν δεκάδες χιλιάδες θάνατοι στους ευρωπαϊκούς και ρωσικούς καύσωνες του 2003 και του 2010 αντίστοιχα, ακόμα και με wet bulb temperatures 28 βαθμών.
Όταν τα σπάνια γίνονται συχνά
Στο παρελθόν τέτοια φαινόμενα θεωρούνταν εξαιρετικά σπάνια, με δεδομένο ότι συνήθως η υγρασία πέφτει όταν ανεβαίνει η θερμοκρασία. Μια μελέτη του 2018 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, στο «υπάρχον κλίμα σχεδόν ποτέ» δεν έχουμε wet bulb temperatures άνω των 35 βαθμών. Δυστυχώς όμως το «υπάρχον κλίμα» παύει να υπάρχει. Μια προσεκτική μελέτη των παρατηρήσεων από μετεωρολογικούς σταθμούς που έγινε το 2020 υποστηρίζει ότι ήδη τέτοιες καταστάσεις σημειώνονται σχετικά συχνά, ιδιαίτερα στην πολύ πυκνοκατοικημένη περιοχή από τον Κόλπο μέχρι το Πακιστάν και τη βορειοδυτική Ινδία.
Χωρίς κλιματιστικά
Η φτώχεια επιδεινώνει τα προβλήματα. Μόνο το 12% των 1,4 δισ. κατοίκων της Ινδίας διαθέτει αιρ κοντίσιον. Οι υπόλοιποι είναι στο έλεος των αυξανόμενων θερμοκρασιών και των καρδιακών προσβολών που τις συνοδεύουν. Αντίστοιχη κατάσταση επικρατεί και στο Πακιστάν. Όσο για τους εργάτες στους αγρούς, τα εργοστάσια και τις οικοδομές, ή αυτούς που καθαρίζουν τους δρόμους, δεν έχουν κανένα τρόπο διαφυγής.
Ήδη την πρώτη βδομάδα του Μαΐου διάφορες περιοχές της Ινδίας έφτασαν κοντά σε κρίσιμα επίπεδα wet-bulb temperatures, γλύτωσαν όμως τα χειρότερα γιατί δεν συνέπεσαν τα μέγιστα θερμοκρασίας κα υγρασίας. Μια από τις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου, η Καλκούτα, γνώρισε επίπεδα υγρασίας και θερμοκρασίας που, αν συνέπιπταν, θα ανέβαζαν τη wet-bulb temperatures στους 35 βαθμούς.
Ακόμα κι αποφεύχθηκε -τουλάχιστο μέχρι τώρα γιατί για να είμαστε βέβαιοι πρέπει να περιμένουμε την έναρξη των μουσσώνων τον Ιούνιο- ο κίνδυνος θα επαναλαμβάνεται σε κάθε εποχή και θα γίνεται μεγαλύτερος. Ο πλανήτης είναι άλλωστε τώρα στον κλιματικό κύκλο La Nina, που προκαλεί συνήθως ψυχρότερα καλοκαίρια στην Ινδία. Όταν περάσει στον El Nino, τα πράγματα θα αντιστραφούν και ο κίνδυνος θα μεγαλώσει.
Τα πράγματα χειροτερεύουν από την ανικανότητα της ινδικής κυβέρνησης και του κράτους να αντιμετωπίσουν μείζονες απειλές, όπως φάνηκε στην περίπτωση του κορονοϊού που οδήγησε σε πρωτοφανείς εκατόμβες θανάτων. Η χώρα διαθέτει ένα «Εθνικό πρόγραμμα δράσης για τις ασθένειες που συνδέονται με τη θερμοκρασία», που δεν φαίνεται όμως ιδιαίτερα επαρκές για να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Συστάσεις όπως το βρέξιμο των ταρατσών για να παραμένουν δροσερά τα κτίρια δεν φτάνουν για να αντιμετωπίσουν μεγάλο καύσωνα. Κι αν η ζέστη και η αυξημένη κατανάλωση για τα κλιματιστικά οδηγήσει σε παρατεταμένες διακοπές ηλεκτρικού, θα απειληθούν τα κέντρα υγείας και οι πιο ευάλωτοι πολίτες.
Πέρυσι, με τον κορονοϊό, οι πολίτες κατέφευγαν στα social media, ζητώντας απεγνωσμένα οξυγόνο και τα νοσοκομεία έδιωχναν ανθρώπους σε κρίσιμη κατάσταση, καθώς το υποχρηματοδοτούμενο σύστημα υγείας κατέρρεε υπό το βάρος δεκαετιών παραμέλησης. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι τουλάχιστο τέσσερα εκατομμύρια Ινδοί πέθαναν από την πανδημία και όχι οι 524.000 fatalities που ανακοίνωσε η κυβέρνηση.
Στην πραγματικότητα οι ινδικές αρχές δεν μέτρησαν ως όφειλαν τους νεκρούς από τον κορονοϊό, όπως δεν μετράνε και τους νεκρούς από τη ζέστη. Μη μετρώντας, υφίστανται και μικρότερη πίεση να λάβουν μέτρα.
Η περίπτωση της Ινδίας είναι χαρακτηριστική της βαθιάς αλληλεπίδρασης ανάμεσα σε οικονομικά, κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα, που δυσχεραίνει την αντιμετώπιση κάθε προβλήματος ξεχωριστά, όπως και την αντιμετώπισή τους σε εθνική ή περιφερειακή κλίμακα. Η σοβαρότητα και η περιπλοκότητα των προβλημάτων μοιάζει να υποδεικνύει την ανάγκη ενός σχεδιασμού σε παγκόσμια κλίματα.
Πίεση στα συστήματα ενέργειας
Οι υψηλές θερμοκρασίες άσκησαν πίεση στη ζήτηση ενέργειας στην Ινδία και στο Πακιστάν οδηγώντας σε πολύωρες διακοπές του ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ η Ινδία αντιμετωπίζει τη σοβαρότερη έλλειψη ενέργειας εδώ και έξι δεκαετίες.
Τα αποθέματα άνθρακα, το καύσιμο από το οποίο παράγεται το 70% της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας, είναι σε πολύ χαμηλό επίπεδο με κίνδυνο η χώρα να αντιμετωπίσει και νέα κρίση ενέργειας (κάτι που δεν εμπόδισε τις ΗΠΑ να της ζητήσουν να διακόψει τις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία, κάτι που το Νέο Δελχί αρνήθηκε να κάνει).
ΥΓ. Είχαμε τελειώσει τη σύνταξη αυτού του άρθρου όταν πληροφορηθήκαμε την καταιγίδα σκόνης που έπληξε το Ιράκ και έστειλε 1.000 κατοίκους στα νοσοκομεία και τις πλημμύρες στο Κριγιζστάν. Και οι δύο χώρες είναι ιδιαίτερα τρωτές στην κλιματική αλλαγή.
Να υπενθυμίσουμε με την ευκαιρία και δια τα καθ’ ημάς, ότι η μεν Κύπρος ανήκει στην ευρύτερη γεωγραφική ζώνη της Μέσης Ανατολής, που κινδυνεύει να «αναφλεγεί» και η Ελλάδα στη νοτιοανατολική Ευρώπη, την πλέον απειλούμενη από την κλιματική αλλαγή σε όλη την ήπειρο.
(*) Ο Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος είναι δημοσιογράφος