To κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press που κυκλοφόρησε το Σάββατο
της Ελένης Μπότα
Σε εφαρμογή θέτει ξανά η κυβέρνηση τη στεγαστική κοινωνική πολιτική για νέα ζευγάρια, χαμηλόμισθους και άνεργους με τη χορήγηση φθηνών έως και άτοκων δανείων για την ανέγερση ή την αγορά κατοικιών. Ο «νέος ΟΑΕΔ», στο πλαίσιο της στεγαστικής του πολιτικής, θα ενεργοποιήσει και την κατασκευή, ανακατασκευή και παραχώρηση-ενοικίαση κατοικιών με συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ).
Όπως προκύπτει από το σχετικό νομοσχέδιο που έχει κατατεθεί στη Βουλή, ο ΟΑΕΔ, που μετονομάζεται σε Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης (ΔΥΠΑ), θα παρέχει μεταξύ άλλων και φθηνά σπίτια σε νέα ζευγάρια, μισθωτούς, ανέργους αλλά και νέους, δάνεια και επιδότηση ενοικίου. Ήδη ο ΟΑΕΔ θα σχεδιάζει εναλλακτικές πολιτικές στέγασης, ενώ βάσει των διατάξεων του νομοσχεδίου θα ενεργοποιήσει και την κατασκευή, ανακατασκευή και παραχώρηση-ενοικίαση κοινωνικών κατοικιών με συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), την επιδότηση ενοικίου, καθώς και την επιχορήγηση για την απόκτηση πρώτης κατοικίας με επιδοτούμενα δάνεια.
Ποιους αφορά
Συγκεκριμένα, εισάγονται ρυθμίσεις που διευκολύνουν τόσο την απόκτηση/ανέγερση ακινήτων που θα διατεθούν για τη στέγαση εργαζόμενων, ανέργων και των οικογενειών τους, όσο και την αξιοποίηση της περιουσίας του νέου ΟΑΕΔ – ΔΥΠΑ, για την αύξηση των εσόδων. Στο πλαίσιο αυτό άλλωστε, επεκτείνονται οι αρμοδιότητες της ΔΥΠΑ, έτσι ώστε πέρα από την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών του εργατικού δυναμικού, να μπορεί η ΔΥΠΑ να ασχοληθεί και με τις στεγαστικές ανάγκες των νέων, μέσω της χορήγησης παροχών και της υλοποίησης σχετικών προγραμμάτων.
Σύμφωνα τους ειδικούς της αγοράς, η «χάραξη» στεγαστικής πολιτικής στη χώρα μας, ιδιαίτερα μετά την ενεργειακή «κρίση» που είναι άμεσα συνδεδεμένη με το κόστος στέγασης, είναι επιτακτική. Η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το έτος 2019, είναι η 1η με διαφορά ανάμεσα σε χώρες της Ευρώπης, όπου οι ενοικιαστές δαπανούν άνω του 50% του εισοδήματός τους για το κόστος στέγασης (ενοίκιο, λογαριασμούς κοινής ωφελείας, κοινόχρηστα).
Το αντίστοιχο ποσοστό ενοικιαστών στη Ρουμανία ήταν 29,4%, στην Ισπανία 26,2%, στη Βουλγαρία 24,2%, στην Πορτογαλία 14,5%, στη Γερμανία 10%, στη Γαλλία 8,6% και στην Κύπρο μόλις 4,4%. Σήμερα, σε πολλές περιπτώσεις οι ενοικιαστές δαπανούν ακόμη και έναν ολόκληρο μισθό για στέγαση.
Όπως αναφέρει σε ανάλυσή της η Ε- Real Estates Πανελλαδικό Δίκτυο Κτηματομεσιτών, «αντιλαμβανόμαστε ότι το 62,1% που καταγράφεται στη χώρα μας μόνο «εξωφρενικό» μπορεί να χαρακτηριστεί και παράλληλα μη βιώσιμο για οποιονδήποτε εργαζόμενο, καθώς σε πολλές περιπτώσεις οι ενοικιαστές δαπανούν ακόμη και έναν ολόκληρο μισθό για στέγαση αν πρόκειται για οικογενειακή κατοικία 85τμ-110τμ».
Μάλιστα, όσον αφορά το κέντρο της Αθήνας, όπου καταγράφονται και οι μεγαλύτερες αυξήσεις, οι τιμές ενοικίασης έχουν αυξηθεί κατά 20%-30% κατά μέσον όρο την τελευταία τριετία, ενώ στις περιοχές εκτός του κέντρου, η αντίστοιχη άνοδος εκτιμάται ότι κινήθηκε πέριξ του 10%- 15%.
Όπως αναφέρει ο επικεφαλής της E- Real Estates, Θεμιστοκλής Μπάκας, «πλέον το κόστος στέγασης έχει εκτιναχθεί σε πολύ υψηλά επίπεδα και λόγω της ενεργειακής κρίσης, υπάρχουν περιπτώσεις ενοικιαστών που τα κοινόχρηστα για το μήνα Δεκέμβριο 2021 άγγιξαν ακόμη και τα 210 ευρώ με κοινόχρηστη θέρμανση για 85τμ κατοικία. Το ποσό αυτό (σ.σ των κοινοχρήστων) μεταφράζεται σε 25% του μισθώματος για ενοίκια κατοικιών των 800 ευρώ το μήνα ή το 40% του μισθώματος, αν πρόκειται για μίσθωμα της τάξεως των 500 ευρώ/μήνα –κυρίως μισθωτήρια προ του 2017».
Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ το 2019, η Ελλάδα έχει ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά νέων ανθρώπων, ηλικίας 18-34 ετών, που μένουν μαζί με τους γονείς τους. Μάλιστα, το ποσοστό αυτό παραμένει υψηλό ιδιαίτερα στις ηλικίες 25-34, αγγίζοντας το 67,2% (61,2% για τις γυναίκες και 73,2% για τους άνδρες). Επίσης, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης των νέων ηλικίας 25-34 στη χώρα μας έχει συρρικνωθεί από 25% το 2005 σε 11% το 2018. Επιπλέον, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Prorata, το 67% των νέων από 17 έως
34 ετών- εκτιμά πως δεν πρόκειται να καταφέρει στη ζωή του να αγοράσει δικό του σπίτι.
Πώς διαμορφώθηκε η αγορά ακινήτων
Σύμφωνα με τους δείκτες τιμών διαμερισμάτων που δημοσιεύει η Τράπεζα της Ελλάδος, στην αγορά κατοικιών καταγράφηκε σταδιακή επιτάχυνση των ετήσιων ρυθμών αύξησης σε σχέση με τους αντίστοιχους ρυθμούς του προηγούμενου έτους. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία εκτιμήσεων που συλλέγονται από τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας, το 2021, για τέταρτη συνεχή χρονιά, οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) κατέγραψαν αύξηση κατά 7,1% (4,5% το 2020). Στα επιμέρους τρίμηνα παρατηρείται σημαντική σταδιακή επιτάχυνση του ετήσιου ρυθμού αύξησης των τιμών (4,5%, 6,5%, 8,3% και 9,1% το α, β, γ και δ τρίμηνο αντίστοιχα).
Οι τιμές των «νέων» διαμερισμάτων το 2021 αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 7,4%, ελαφρά ενισχυμένο έναντι των «παλαιών» διαμερισμάτων (6,9%). Με διάκριση κατά γεωγραφική περιοχή, οι υψηλότεροι ετήσιοι ρυθμοί αύξησης στις τιμές διαμερισμάτων καταγράφηκαν στην Αθήνα (9,1%) και στη Θεσσαλονίκη (6,9%), ενώ αρκετά ηπιότεροι ήταν οι ρυθμοί αύξησης στις άλλες μεγάλες πόλεις και στις λοιπές ημιαστικές και αγροτικές περιοχές της χώρας (5,4% και 4,6% αντίστοιχα).
Η δυναμική της αγοράς κατοικιών κατά το 2021 επιβεβαιώνεται από επιμέρους σχετικούς δείκτες. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2021 η οικοδομική δραστηριότητα κατοικιών συνεχίζει σε επίπεδο χώρας να ενισχύεται έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2020, τόσο ως προς τον αριθμό όσο και σε όρους όγκου νέων οικοδομικών αδειών (47,6% και 54,1% αντίστοιχα), ενώ οι ρυθμοί αύξησης στην Αττική ήταν αξιοσημείωτα υψηλότεροι (64,1% και 70,5% αντίστοιχα).