Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Γιάννη Καντέλη
Την ταχύτατη αποκλιμάκωση των αγροτικών κινητοποιήσεων και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης που καλλιεργήθηκε τα προηγούμενα χρόνια επιδιώκει η κυβέρνηση με τα μέτρα που ανακοινώθηκαν σταδιακά την περασμένη εβδομάδα από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Επ ουδενί στο Μέγαρο Μαξίμου δεν θέλουν η πρώτη ουσιαστική αντιπαράθεση με μία επαγγελματική ομάδα να πάρει διαστάσεις και κυρίως να διαρραγούν οι σχέσεις που υπάρχουν με τον αγροτικό κόσμο. Αυτή η σχέση δεν είναι αμελητέας σημασίας, καθώς στις πρόσφατες εκλογές του Ιουνίου οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι ψήφισαν σε ποσοστό άνω του 42% τη ΝΔ. Ακολούθησε το ΠΑΣΟΚ με 13,7% και μετά ο ΣΥΡΙΖΑ με 13,4%. Τα υπαρκτά προβλήματα που έχουν αγρότες και κτηνοτρόφοι επιχειρούν να χρησιμοποιήσουν ως αφετηρία για να αποκτήσουν διείσδυση το ΚΚΕ, που παραδοσιακά πρωτοστατεί στις κινητοποιήσεις τους και η Ελληνική Λύση. Χωρίς να είναι διατεθειμένος να μπει σε μια πλειοδοσία, θέλει να σταματήσει τις πολιτικές σειρήνες είτε στα δεξιά, είτε στα αριστερά της κυβέρνησης, να πάρουν κεφάλι σε μια επαγγελματική ομάδα που πλειοψηφικά στήριξε τη Νέα Δημοκρατία. Ταυτοχρόνως, οι αγροτικές κινητοποιήσεις καταγράφουν και υψηλό ρεύμα αποδοχής στην κοινωνία, όπως αποτυπώνεται και στα στοιχεία της δημοσκόπησης που διενήργησε η Pulse για λογαριασμό του ΣΚΑΪ. Σύμφωνα με αυτά, σχεδόν 7 στους 10, αντιμετωπίζουν θετικά ή μάλλον θετικά τους λόγους για τους οποίους διαμαρτύρονται οι αγρότες.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαβλέποντας την κατάσταση που διαμορφώνεται βγήκε για άλλη μία φορά μπροστά και πήρε «πάνω» του τον διάλογο με όσους βρίσκονται στα μπλόκα -χαρακτηριστική η παρουσία του σε αυτό της Βόνιτσας- προκειμένου να τους διαβεβαιώσει ότι η κυβέρνηση ακούει και αντιλαμβάνεται τα προβλήματά τους και θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι της και επιτρέπουν τα δημοσιονομικά δεδομένα, προκειμένου να δώσει λύσεις. «Είναι κρίσιμο να υπάρξει διάλογος και να αποφευχθούν ακραίες συμπεριφορές, όπως το κλείσιμο δρόμων», σημειώνει συνεργάτης του πρωθυπουργού. Τα κανάλια επικοινωνίας με το αρμόδιο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης δεν λειτουργούν στο επίπεδο που θα ήθελε το Μέγαρο Μαξίμου, ενώ και αστοχίες άλλων υπουργείων το προηγούμενο διάστημα, όπως η καθυστέρηση της τροπολογίας για το ηλεκτρικό ρεύμα, δημιούργησαν μία αρνητική εικόνα, η οποία επιχειρείται τώρα να ανατραπεί.
Ιδιαίτερη αξία έχει η ευρωπαϊκή διάσταση του αγροτικού ζητήματος και οι συνέπειες της πολιτικής της πράσινης μετάβασης που σχεδιάστηκε τα προηγούμενα χρόνια κάνουν τώρα την εμφάνιση τους, μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, σε αγρότες και κτηνοτρόφους. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Ελλάδα πρωτοστάτησαν παρασκηνιακά στην απόφαση για την παρέκκλιση και το 2024 από την υποχρεωτικότητα της αγρανάπαυσης στο 4% της καλλιεργήσιμης γης στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης, καθώς απελευθερώνει 1 εκατομμύριο στρέμματα για συγκεκριμένες καλλιέργειες για τους Έλληνες αγρότες, οδηγώντας σε αυξημένες συνδεδεμένες ενισχύσεις και άρα πρόσθετο εισόδημα. Επίσης, ο ίδιος πιέζει για βελτιώσεις στη συμφωνημένη ΚΑΠ με έμφαση στις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, ώστε και οι αγρότες που κάνουν εισαγωγές στην Ε.Ε. να έχουν τις ίδιες προδιαγραφές με τους ευρωπαίους παραγωγούς ως προς την πράσινη μετάβαση, για να μη λειτουργούν με πλεονέκτημα στο κόστος παραγωγής
«Ζητάμε από τους ευρωπαίους παραγωγούς να προσαρμοστούν σε αυστηρές προδιαγραφές, το οποίο φυσικά αυξάνει το κόστος παραγωγής. Δεν ζητάμε το ίδιο από τις χώρες οι οποίες εισάγουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στα πλαίσια μιας συμφωνίας ελεύθερη εμπορίου, να έχουν τους ίδιους περιορισμούς και αυτό δημιουργεί ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης από τις Βρυξέλλες, περιγράφοντας ένα από τα θέματα που έχουν τεθεί προς συζήτηση.
Υπό την πίεση των αγροτικών κινητοποιήσεων σε όλη την «Γηραιά Ήπειρο», η Ένωση είναι πλέον υποχρεωμένη να προχωρήσει στην αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και να λάβει υπόψιν της αυτές τις επιπτώσεις. Το θέμα θα μπει στα επόμενα Ευρωπαϊκά Συμβούλια, τα οποία καλούνται να αποφασίσουν προσαρμογές σε μία πολιτική που αποφασίστηκε το 2020 και σχεδιάστηκε νωρίτερα, σε μία εποχή που είχε προηγηθεί της πανδημίας και των μεγάλων γεωπολιτικών εξελίξεων, απότοκο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. «Δεν είναι απλά μία φωτοβολίδα η οποία θα σβήσει τόσο γρήγορα», εκτιμούν κυβερνητικές πηγές και πιστεύουν ότι είναι κάτι που θα απασχολήσει έντονα την Ε.Ε. τους επόμενους μήνες.