Την Εθελοντική Έκθεση Αξιολόγησης της Ελλάδας για την υλοποίηση της Ατζέντας 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη παρουσίασε στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη ο αρμόδιος για την παρακολούθηση του κυβερνητικού έργου υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος. Η παρουσίαση της έκθεσης έγινε στο πλαίσιο του Πολιτικού Φόρουμ Υψηλού Επιπέδου του ΟΗΕ.
Η σύνταξη της εθνικής έκθεσης παρουσιάζει συγκεκριμένα μέτρα για την επίτευξη των 17 Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης που έχει θέσει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Η Ελλάδα παρουσίασε για δεύτερη φορά την Εθελοντική Έκθεση Αξιολόγησης και, όπως έχει επισημάνει ο κ. Σκέρτσος στο παρελθόν, η χώρα μας είναι ένα από τα μόλις τέσσερα ευρωπαϊκά κράτη που έχουν καταθέσει εθνική έκθεση.
Τον υπουργό Επικρατείας συνόδευε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος και δήμαρχος Τρικκαίων, Δημήτρης Παπαστεργίου, ο οποίος ήταν παρών στην παρουσίαση της έκθεσης στον ΟΗΕ και είχε την ευκαιρία να εξηγήσει πώς οι ελληνικοί δήμοι συμμετέχουν στη βιωσιμότητα της χώρα. Σύμφωνα με τους ιθύνοντες, η έκθεση καταδεικνύει ότι η Ελλάδα διαγράφει πορεία προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς σημειώνεται σταθερή πρόοδος σε πολλούς δείκτες βιώσιμης ανάπτυξης και ενίοτε κρίνεται ότι η Ελλάδα έχει καλύτερες επιδόσεις από πολλές χώρες της ΕΕ.
Μεταξύ των θετικών αποτελεσμάτων που καταγράφονται στην έκθεση είναι:
– Η μείωση της φτώχειας και της ανεπάρκειας κατοικίας.
– Η μείωση των εισοδηματικών ανισοτήτων.
– Η μείωση της ανεργίας.
– Ο δραστικός περιορισμός της πρόωρης εγκατάλειψης της εκπαίδευσης.
– Η σχεδόν καθολική πρόσβαση σε υποδομές υγιεινής.
– Η αύξηση της συμμετοχής γυναικών σε επαγγελματικές θέσεις ευθύνης.
– Η αύξηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην κατανάλωση ρεύματος και ο σημαντικός περιορισμός εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου.
– Η σημαντική μείωση του αριθμού θανατηφόρων τροχαίων ατυχήματα και των ανθρωποκτονιών.
Ωστόσο, αναγνωρίζεται ότι η δεύτερη Εθελοντική Έκθεση Αξιολόγησης παρουσιάζεται στον ΟΗΕ σε μία συγκυρία που χαρακτηρίζεται από μία σειρά παγκόσμιων προκλήσεων. Εντούτοις, υπογραμμίζεται ότι η χώρα έχει θέσει σαφείς στόχους για την επίτευξη βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας, με τη συμβολή όλων των κοινωνικών δυνάμεων. Αυτό το γεγονός θεωρείται ότι αντανακλάται στον ευρύ συντονισμό που έγινε από την Ομάδα Εργασίας που βρισκόταν σε στενή συνεργασία με όλα τα υπουργεία, την Ελληνική Στατιστική Αρχή και τα βασικά ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένης της Βουλής των Ελλήνων, των περιφερειακών και τοπικών Αρχών, των κοινωνικών εταίρων και των φορέων της Κοινωνίας των Πολιτών.
Η Ομιλία του Άκη Σκέρτσου
Από την πλευρά του, ο κ. Σκέρτσος έκανε λόγο για μία στιγμή εορτασμού για τη χώρα, καθώς σε έναν μήνα από τώρα η Ελλάδα ετοιμάζεται να αφήσει πίσω της την ενισχυμένη επιτήρηση από διεθνείς θεσμούς και έτσι να κλείσει ένα από τα πιο οδυνηρά κεφάλαια της σύγχρονης ιστορίας της.
«Ήταν ένα μακρύ και σκοτεινό μονοπάτι που τώρα έχουμε αφήσει πίσω μας. Και σήμερα είμαι εδώ για να σας πω πώς αυτό συνέβη», σημείωσε.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στη διάγνωση των αιτιών που οδήγησαν την Ελλάδα σε αυτό το οικονομικό αδιέξοδο. Όπως εξήγησε, «εκ των υστέρων, θα μπορούσαμε να πούμε με ασφάλεια ότι η Ελλάδα έφτασε σε αδιέξοδο λόγω του πολύ υψηλού δημόσιου χρέους και του δημοσιονομικού ελλείμματος, επειδή ενθάρρυνε για πολλά χρόνια ένα μη βιώσιμο οικονομικό μοντέλο χαμηλής παραγωγικότητας, χαμηλής ανταγωνιστικότητας με λίγες ιδιωτικές επενδύσεις, αδύναμες εξαγωγές και ελλιπή προστασία του περιβάλλοντος. Τα εισοδήματα, οι συντάξεις και η κοινωνική πρόνοια χρηματοδοτούνταν όχι από βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη αλλά από δάνεια, υποθηκεύοντας το μέλλον των νεότερων γενεών».
Σε αυτό το κομβικό σημείο, ο υπουργός Επικρατείας υποστήριξε πως το 2019 τέθηκε σε εφαρμογή ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης και ένα φιλόδοξο πολιτικό σχέδιο, με στόχο να τερματιστούν σταδιακά οι μη βιώσιμες πρακτικές και να υποστηριχθεί η μετάβαση της Ελλάδας σε ένα βιώσιμο οικονομικό μοντέλο. Όπως, όμως, παρατήρησε, η βασική διαφορά σε αυτό το πρόγραμμα ήταν ότι για πρώτη φορά η Ελλάδα εμφανίστηκε να έχει εθνική ιδιοκτησία τόσο των δομικών προβλημάτων όσο και των λύσεων για την αντιμετώπισή τους. «Για να ξεφύγουμε από αυτόν τον φαύλο κύκλο, υπήρχε επιτακτική ανάγκη να επανεξετάσουμε και να επανεφεύρουμε τον εαυτό μας και τις λειτουργίες του πολιτικού και κοινωνικοοικονομικού μας συστήματος», τόνισε.
Με αυτά τα δεδομένα, ο κ. Σκέρτσος εξήγησε ότι το 2019 η Ελλάδα δημιούργησε μέσω της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού έναν ισχυρό και ολοκληρωμένο μηχανισμό παρακολούθησης για τη μέτρηση της προόδου στην εφαρμογή των δημόσιων πολιτικών. Υποστήριξε, δε, ότι αυτή η αλλαγή έδωσε τη δυνατότητα να υπάρχει μία συστηματική αξιολόγηση, η οποία γίνεται στη βάση υψηλής ποιότητας ποσοτικών στοιχείων και δεδομένων.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο υπουργός Επικρατείας επεσήμανε ότι «η ύπαρξη μιας καθαρής εικόνας στο υψηλότερο επίπεδο για την πορεία της εφαρμογής των πολιτικών είναι υψίστης σημασίας, καθώς επιτρέπει την έγκαιρη παρέμβαση όπου χρειάζεται, την εφαρμογή κρίσιμων μεταρρυθμίσεων, τη συνοχή των πολιτικών και τη διαμόρφωση γενικότερων πλαισίων πολιτικής, στα οποία περιλαμβάνονται τα εθνικά σχέδια δράσης, όπως είναι για παράδειγμα η ψηφιακή μετάβαση, η απαλλαγή από τον άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας, καθώς και ένα σύνολο φιλόδοξων νέων πολιτικών για την προώθηση των δικαιωμάτων των ευάλωτων πολιτών και την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων».
Όσον αφορά την εθελοντική Έκθεση Αξιολόγησης που παρουσιάστηκε στον ΟΗΕ, ο κ. Σκέρτσος τη χαρακτήρισε έναν οδικό χάρτη που θα οδηγήσει τη χώρα στο ξέφωτο της βιώσιμης ανάπτυξης. Σε αυτό το σημείο στάθηκε στο πόσο συγκεκριμένη είναι η έκθεση, καθώς, όπως είπε, περιέχει ισότιμη ανάλυση και των 17 στόχων του ΟΗΕ με 270 συγκεκριμένες δημόσιες πολιτικές που ήδη παρακολουθούνται και 110 δεσμευτικές πρωτοβουλίες στο εγγύς μέλλον. Μάλιστα, υπογράμμισε ότι πολλές από αυτές τις ενέργειες έχουν συγκεκριμένα ορόσημα και κατανεμημένους προϋπολογισμούς.
Τέλος, ο υπουργός Επικρατείας σημείωσε ότι οι χώρες διαθέτουν την απαραίτητη εγγενή ποσότητα ανθεκτικότητας ώστε να καταφέρουν να αντιπαρατεθούν με τις ενδεχόμενες σοβαρές δομικές αδυναμίες που αντιμετωπίζουν. Ωστόσο, παρατήρησε ότι αυτό που χρειάζεται για να ξεπεραστούν τέτοιου είδους κρίσεις είναι ένα συνεκτικό σχέδιο με πολιτική βούληση, στέρεους θεσμούς, διαφάνεια και εμπιστοσύνη του λαού προς την κυβέρνηση. Οδεύοντας, λοιπόν, προς το 2030, υποστήριξε ότι η Ελλάδα φιλοδοξεί να επιστρέψει στη βιωσιμότητα, δίνοντας λύσεις στις κοινωνικές, περιφερειακές και περιβαλλοντικές προκλήσεις.