Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
*της Αγάπης Κόρμπε
Κάθε Μάιο, στηνόμαστε μπροστά απ’την τηλεόραση με πίτσες και σουβλάκια και περιμένουμε να μας δώσουν 12άρι. Όχι μόνο οι Κύπριοι (αυτό το θεωρούμε δεδομένο), αλλά κυρίως οι Βόρειοι: οι Σουηδοί, οι Νορβηγοί, οι Ολλανδοί. Αυτοί που κρατάνε το τιμόνι της Ευρώπης, αυτοί που ψηφίζουν με κρύο αίμα, χωρίς μπουζούκι στην ψυχή.
Η Eurovision, πέρα από μουσικός διαγωνισμός, είναι και καθρέφτης: δείχνει πώς νιώθουμε απέναντι στην Ευρώπη. Και εμείς, χρόνια τώρα, νιώθουμε σαν μαθητές που ελπίζουν σ’ένα «μπράβο» από τον αυστηρό καθηγητή.
Η Ελλάδα δεν πάει στη Eurovision μόνο για να διαγωνιστεί. Πάει για να επιβεβαιώσει ότι είναι μέρος της Ευρώπης. Όχι γεωγραφικά -αυτό δεν το αρνείται κανείς. Πολιτισμικά, αισθητικά, και κυρίως: αποδεκτά. Ζούμε μια ετήσια τελετουργία αποδοχής. Ντυνόμαστε ευρωπαϊκά, τραγουδάμε ευρωπαϊκά, αλλά πάντα με εκείνο το τικ στο μάτι που λέει “μα γιατί δεν μας αγαπάνε όσο τους αγαπάμε;”
Η Eurovision γίνεται έτσι ένα ψυχολογικό θρίλερ με παγιέτα. Πότε θα πάρουμε ένα 12άρι από τη Γαλλία; Πότε η Γερμανία θα μας δώσει έστω ένα 7; Πότε θα σταματήσουμε να νιώθουμε σαν φτωχοί συγγενείς στη δεξίωση της Ευρώπης;
Κι αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, η ελληνική πολιτική κάνει ακριβώς το ίδιο. Εφαρμόζουμε κανόνες, ψηφίζουμε μέτρα, προσαρμοζόμαστε στις «προδιαγραφές», μπας και κερδίσουμε λίγη εύνοια απ’τις Βρυξέλλες. Σαν να συμμετέχουμε κάθε χρόνο στη Eurovision του Eurogroup – κι ελπίζουμε να μας πουν «good performance».
Αντί για ουσιαστική ένταξη, ζούμε μια πασαρέλα εντυπώσεων. Δεν μας πειράζει να μην κερδίσουμε. Μας πειράζει να μη μας προσέξουν. Γιατί στο βάθος, αυτό που κυνηγάμε δεν είναι μια νίκη. Είναι η ευρωπαϊκή αποδοχή. Έστω με ένα 12άρι. Έστω για μία νύχτα.
Η Ευρώπη έχει θεσμούς, συνθήκες, κοινοβούλια, αλλά αν θέλεις να δεις την ήπειρο να λειτουργεί συντονισμένα, κοίτα τη βραδιά του τελικού της Eurovision. Εκεί, για λίγες ώρες, τα μικρόφωνα δεν καταγράφουν μόνο τραγούδια, αλλά και πολιτισμικά απωθημένα. Και –ω του θαύματος- όλα δουλεύουν ρολόι! Έναρξη στην ώρα της, κοινή μετάδοση, κοινό σύστημα ψηφοφορίας. Πράγματα που ούτε το Συμβούλιο της Ε.Ε. δεν πετυχαίνει πια.
Όσο η Ευρωπαϊκή Ένωση θρυμματίζεται από εθνικισμούς, ξενοφοβία, εμπάργκο και συρματοπλέγματα, η Eurovision κρατά μια ψευδαίσθηση ενότητας. Χορεύουμε, ψηφίζουμε, πανηγυρίζουμε μαζί. Μπορεί η Ουγγαρία να αποχωρεί από κοινές ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, αλλά στο φεστιβάλ της αγάπης όλοι τραγουδάμε, ακόμα κι αν δεν μιλάμε την ίδια πολιτική γλώσσα.
Σαρκαστικό, αλλά αληθινό: το μόνο κοινό ευρωπαϊκό όραμα που απέμεινε, είναι να μην κερδίσει η Βρετανία. Λειτουργεί σαν υπενθύμιση: μπορείς να φύγεις από την ΕΕ, αλλά όχι από την τιμωρία του televoting. Δεν είναι απλώς αποπολιτικοποιημένο το show. Είναι πολιτικό, με τρόπο που δεν σε απειλεί. Είναι η Ευρώπη που κάνει ότι αγαπιέται, έστω και για μια νύχτα.
Και ίσως αυτή η νύχτα να είναι το πιο έντιμο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Όχι γιατί λύνει προβλήματα, αλλά γιατί θυμίζει τι θα μπορούσε να είναι η Ευρώπη: ένα σύνολο χωρών που δεν μοιάζουν, αλλά χορεύουν μαζί.
Την ώρα που οι υπόλοιποι θεσμοί παγώνουν στη γραφειοκρατία και τις διαιρέσεις, η Eurovision παραμένει –με όλη της την υπερβολή- ο μοναδικός χώρος όπου η Ευρώπη μιλάει με μουσική, και όχι με όρους πλεονάσματος.
Στην πολιτική, όμως, όπως και στη Eurovision, δεν κερδίζει πάντα ο καλύτερος. Το ταλέντο βοηθάει, αλλά το show κάνει τη διαφορά. Κερδίζει αυτός που έχει σκηνική παρουσία, έξυπνο στήσιμο, λίγο δράμα και ακόμα λιγότερη αυτογνωσία. Μα κυρίως, αυτός που καταφέρνει να τον πιστέψεις για τρία λεπτά.
Η κάλπη είναι το televoting: Η ψήφος της στιγμής, η μετάνοια της επόμενης μέρας. Λες να ψηφίσεις το καλό τραγούδι, αλλά το δίνεις στο πιο φανταχτερό. Και τελικά εκπλήσσεσαι με το αποτέλεσμα. «Μα καλά, πώς βγήκε αυτός;».
Στη Eurovision, μετά από τρεις ώρες ξέρεις ποιος βγήκε πρώτος.
Στην πολιτική, μπορεί να χρειαστούν τέσσερα χρόνια, πέντε μνημόνια κι ένα debate για να καταλάβεις ότι όλοι τραγούδησαν playback. Κι εσύ ψήφισες το show, όχι το τραγούδι.