Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
της Νανάς Παπαδογεωργάκη, Δικηγόρου Αθηνών, LLM – Διαπιστευμένης Διαμεσολαβήτριας & Διαπραγματεύτριςα – Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών
Οι διαχειριστές των δανείων (γνωστοί και ως servicers), ο Νόμος Κατσέλη, οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης και το χαμηλό επίπεδο αμοιβών: οι πολλαπλές προκλήσεις για την ελληνική οικογένεια.
Σε μια περίοδο που τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις δοκιμάζονται από την υπερχρέωση και το χαμηλό επίπεδο αμοιβών, ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός, ο Νόμος Κατσέλη και οι Servicers βρίσκονται στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης.
Οι καθυστερήσεις στην εκδίκαση των υποθέσεων και η αναμονή για την απόφαση του Αρείου Πάγου καθορίζουν τις επόμενες κινήσεις χιλιάδων δανειοληπτών.
Πιο αναλυτικά:
Τα τελευταία χρόνια, οι οφειλέτες που εντάχθηκαν στις προστατευτικές διατάξεις του Νόμου 3869/2010 («Νόμος Κατσέλη») αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερες δυσκολίες στην επικοινωνία και στη συνεργασία τους με τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων (servicers). Οι καθυστερήσεις, οι λανθασμένες βεβαιώσεις και οι αιφνίδιες μεταβιβάσεις δανείων έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα ανασφάλειας και αδικίας. Τράπεζες και servicers εξακολουθούν να αποστέλλουν βεβαιώσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών στους δανειολήπτες υπολογίζοντας τόκους βάσει αυξημένων επιτοκίων, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις αποστέλλονται επιστολές με υπέρογκα ποσά, παρά τις διαγραφές που έχουν αποφασιστεί δικαστικά. Οι δανειολήπτες διαμαρτύρονται για μεγάλες καθυστερήσεις στην έκδοση βεβαιώσεων καταβολών και για πρακτικές που αντιστρατεύονται το πνεύμα του νόμου, όπως η απαίτηση αναβίωσης ολόκληρης της οφειλής σε περίπτωση προεξόφλησης.
Επιπλέον, οι συνεχείς αλλαγές χαρτοφυλακίων – χωρίς έγκαιρη ενημέρωση – οδηγούν σε λανθασμένες πληρωμές, σε κωδικούς πληρωμών που δεν είναι πλέον σε ισχύ και σε νέα ταλαιπωρία για όσους προσπαθούν να παραμείνουν συνεπείς. Εν αναμονή βρίσκεται και η κρίσιμη απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου για τον τρόπο υπολογισμού του τόκου στις ρυθμίσεις του Νόμου Κατσέλη, η οποία θα καθορίσει το μέλλον χιλιάδων υποθέσεων. Παράλληλα, είναι επιβεβλημένη η επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών που αφορούν στο ιδιωτικό χρέος, ώστε να μην αποδυναμώνεται στην πράξη η προστασία που παρέχει ο νόμος.
Χιλιάδες δανειολήπτες, παρότι έχουν ήδη καταθέσει αιτήσεις ή βρίσκονται υπό καθεστώς προσωρινής προστασίας, αναμένουν για χρόνια την εκδίκαση ή επανεκδίκαση των υποθέσεών τους. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι ημερομηνίες εκδίκασης μετατίθενται ακόμη και μετά το 2028, με αποτέλεσμα να παρατείνεται η αβεβαιότητα και να εμποδίζεται η ουσιαστική ρύθμιση των οφειλών.
Αυτό το φαινόμενο δεν έχει μόνο οικονομικό αντίκτυπο αλλά και κοινωνικές συνέπειες στην καθημερινότητα των νοικοκυριών που παραμένουν εγκλωβισμένοι χωρίς καθαρή εικόνα για τις υποχρεώσεις τους, αδυνατώντας να σχεδιάσουν το οικονομικό τους μέλλον. Από την άλλη, οι servicers και οι τράπεζες δεν μπορούν να προχωρήσουν σε οριστικές διαγραφές ή εισπράξεις, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά τη λειτουργία της αγοράς δανείων και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Η επιτάχυνση της εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 3869/2010 καθίσταται πλέον απολύτως αναγκαία για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του θεσμού και της δικαστικής προστασίας που αυτός προβλέπει.
Ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα που δεν μπορεί να παραβλεφθεί στο πλαίσιο της συζήτησης για την υπερχρέωση και τη βιωσιμότητα των ρυθμίσεων οφειλών είναι το χαμηλό επίπεδο αμοιβών στην Ελλάδα, το οποίο επηρεάζει καθοριστικά την οικονομική αντοχή των νοικοκυριών και τη δυνατότητα των πολιτών να ανταποκριθούν στις βασικές τους υποχρεώσεις. Η διαρκής απόκλιση μεταξύ εισοδημάτων και κόστους ζωής δημιουργεί συνθήκες οικονομικής ασφυξίας, που δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς με τις υπάρχουσες ρυθμίσεις, όσο αυτές βασίζονται αποκλειστικά σε αριθμητικά κριτήρια και δεν λαμβάνουν υπόψη τις πραγματικές δυνατότητες διαβίωσης. Το φαινόμενο αυτό έχει πλέον σαφείς κοινωνικές και δημογραφικές επιπτώσεις: οι νέοι άνθρωποι αδυνατούν να σχεδιάσουν τη ζωή τους, να δημιουργήσουν οικογένεια ή να επενδύσουν στο μέλλον τους, με αποτέλεσμα να παρατείνεται η αίσθηση ανασφάλειας και αδιεξόδου.
Η ενίσχυση των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων, σε συνδυασμό με την προσαρμογή των μηχανισμών ρύθμισης χρεών στις πραγματικές συνθήκες της αγοράς εργασίας, αποτελεί προϋπόθεση για μια δίκαιη και αποτελεσματική αντιμετώπιση της υπερχρέωσης. Η συζήτηση, επομένως, δεν μπορεί να περιορίζεται σε τεχνικές βελτιώσεις του Εξωδικαστικού Μηχανισμού, αλλά πρέπει να επεκτείνεται σε ένα ολιστικό πλαίσιο κοινωνικής και οικονομικής δικαιοσύνης, που θα δίνει στους πολίτες τη δυνατότητα να ζουν με αξιοπρέπεια και να σχεδιάζουν το μέλλον τους με ασφάλεια.
Η υπερχρέωση δεν είναι απλώς οικονομικό φαινόμενο, είναι ανθρώπινη δοκιμασία. Πίσω από κάθε αριθμό υπάρχει μια οικογένεια, ένας νέος άνθρωπος που προσπαθεί να σταθεί όρθιος με χαμηλόεισόδημα, μέσα σε ένα δύσκολο και συχνά άνισο σύστημα.
Ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός, οι servicers, οι καθυστερήσεις στα δικαστήρια και ο Νόμος Κατσέλη δεν είναι απλές “διαδικασίες” — είναι το πεδίο όπου η Πολιτεία καλείται να αποδείξει ότι ακούει και στηρίζει τον πολίτη. Η επικείμενη απόφαση του Αρείου Πάγου θα δείξει αν μπορούμε να περάσουμε από την αναμονή στη δικαίωση. Γιατί η αληθινή δικαιοσύνη δεν είναι μόνο να εφαρμόζεται ο νόμος, αλλά να δίνει στους ανθρώπους τη δυνατότητα να ξαναρχίσουν τη ζωή τους με αξιοπρέπεια.












