Με νέα μουσεία και ανακαινισμένες υποδομές, το υπουργείο Πολιτισμού αλλάζει ριζικά τον μουσειακό χάρτη της χώρας. Από το 2019 έως σήμερα, 26 μουσεία –είτε εξ ολοκλήρου καινούργια είτε πλήρως ανακαινισμένα– έχουν αποδοθεί στο κοινό, εισάγοντας σύγχρονες υπηρεσίες και αναβαθμισμένες εμπειρίες ξενάγησης.
Από την Εθνική Πινακοθήκη και το ΕΜΣΤ στην Αθήνα, μέχρι το Μουσείο Αρέθουσα στη Χαλκίδα, το Διαχρονικό Μουσείο Τήλου, το Μουσείο Σπηλαίου Πετραλώνων, τα Αρχαιολογικά Μουσεία σε Σαμοθράκη, Αλεξανδρούπολη, Κρήτη και Κεφαλονιά, συνθέτουν μια νέα πολιτιστική εμπειρία, διασκορπισμένη σε κάθε γωνιά της χώρας.
«Δημιουργούμε μουσεία για το νου και την ψυχή. Ανοιχτά, προσβάσιμα, ελκυστικά και συμπεριληπτικά», επισημαίνουν στελέχη του ΥΠΠΟ, υπογραμμίζοντας πως ο ρόλος των μουσείων στον σύγχρονο κόσμο ξεπερνά τα εκθέματα: οφείλουν να εκπαιδεύουν, να εμπνέουν, να καλλιεργούν ενσυναίσθηση και να συνομιλούν με την κοινωνία.
Για να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις, το ΥΠΠΟ καθιέρωσε το 2020 το Ελληνικό Σύστημα Αναγνώρισης και Πιστοποίησης Μουσείων, ένα ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα που λειτουργεί ως πρότυπο στην Ευρώπη και προάγει την αυτοαξιολόγηση, τη βιωσιμότητα και την επιχειρησιακή αυτοτέλεια.
Την ίδια ώρα, 28 νέα έργα μουσείων βρίσκονται σε εξέλιξη, με παραδόσεις που θα ξεκινούν από φέτος έως και το 2028. Ανάμεσά τους: το Εθνικό Μουσείο Εναλίων Αρχαιοτήτων στον Πειραιά, το Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά, το Μουσείο των ευρημάτων του Μετρό Θεσσαλονίκης, τα τρία νέα μουσεία στο Τατόι, και σημαντικά αρχαιολογικά μουσεία σε περιοχές όπως η Σπάρτη, η Κομοτηνή, το Αργοστόλι, η Νάξος και ο Έβρος.
Η πολιτιστική πολιτική του Υπουργείου εστιάζει στην ενίσχυση της πολιτιστικής εμπειρίας και την ένταξη των μουσείων στον σύγχρονο δημόσιο βίο. Με έμφαση στην πρόσβαση, την καινοτομία και τη βιωσιμότητα, το νέο πρόσωπο των μουσείων στην Ελλάδα διαμορφώνεται ως γέφυρα παιδείας, πολιτισμού και κοινωνικής συνοχής.