Το φιλόδοξο πρόγραμμα «Σπίτι Μου 2», που σχεδιάστηκε για να δώσει ανάσα σε νέους ανθρώπους και οικογένειες αναζητώντας την πρώτη τους κατοικία, φαίνεται να προσκρούει στα… αδιέξοδα της ελληνικής κτηματαγοράς. Παρότι οι προθέσεις ήταν θετικές, οι συνθήκες στην αγορά ακινήτων υπονομεύουν τον σκοπό του.
Ακατάλληλα τα περισσότερα ακίνητα – Τα κριτήρια φρενάρουν τις αγορές
Κομβικό εμπόδιο φαίνεται πως είναι τα αυστηρά κριτήρια που απαιτούνται για να θεωρηθεί ένα ακίνητο επιλέξιμο. Την ίδια στιγμή, η πλειονότητα των διαθέσιμων σπιτιών είναι ιδιαιτέρως παλιά — συχνά ηλικίας άνω των 50 ετών — και με τιμές που προκαλούν απογοήτευση στους ενδιαφερόμενους.
Σπίτια εικοσαετίας και πλέον, με εμβαδό μικρότερο των 60 τετραγωνικών μέτρων, ακόμα και υπόγεια, διατίθενται προς πώληση σε εξωπραγματικά ποσά. Δεν είναι σπάνιο να εντοπίζει κανείς ακίνητα στην Αθήνα που ξεπερνούν τα 200.000 ευρώ, παρά την παλαιότητά τους.
Ασυμφωνία προσφοράς και ζήτησης
Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο περίπλοκη όταν αναλογιστεί κανείς ότι το μεγαλύτερο ενδιαφέρον εντοπίζεται στα αστικά κέντρα – εκεί όπου η διαθεσιμότητα κατάλληλων κατοικιών είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Όπως τονίζει ο πρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών – Αττικής, το ενδιαφέρον είναι μεγάλο, αλλά «τα κατάλληλα ακίνητα είναι εξαιρετικά λίγα».
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα δώματος 32 τ.μ. στην Κυψέλη, κατασκευασμένου το 1975, που πωλείται προς 200.000 ευρώ, με τιμή ανά τετραγωνικό να αγγίζει τα 6.250 ευρώ — τιμή που δεν συνάδει με τον χαρακτήρα του προγράμματος.
Το δάνειο δεν αρκεί – Πρόσθετα έξοδα αποθαρρύνουν τους νέους
Ακόμα και στην περίπτωση που κάποιος καταφέρει να βρει ένα σπίτι που πληροί τα κριτήρια του «Σπίτι Μου 2», συχνά έρχεται αντιμέτωπος με σοβαρά προβλήματα: τα περισσότερα από αυτά τα σπίτια χρειάζονται γενναίες ανακαινίσεις και ενεργειακή αναβάθμιση, με κόστος που μπορεί να ξεπεράσει τις 25.000 ευρώ.
Όπως σημειώνουν πολλοί μεσίτες, το δάνειο που παρέχεται μέσω του προγράμματος είναι σταγόνα στον ωκεανό μπροστά στις απαιτήσεις της πραγματικής αγοράς. Το τελικό ποσό που καλούνται να καλύψουν οι ενδιαφερόμενοι ξεπερνά κατά πολύ τις δυνατότητές τους, γεγονός που τους οδηγεί είτε στην αναζήτηση εναλλακτικών είτε στην εγκατάλειψη της ιδέας.