Δημοσιεύτηκε στην έντυπη Today Press
του Δημήτρη Καμπουράκη
Η μια εκδοχή του τσιτάτου είναι «το πορτοφόλι βγάζει κυβέρνηση». Η άλλη εκδοχή είναι «ο Έλληνας ψηφίζει με την τσέπη». Κοινό το νόημα, αν και τέτοιου είδους παραδοχές δοκιμάζονται κάθε φορά στην πράξη. Επειδή όλοι οι λαοί πάνω-κάτω ίδιοι είναι, οι Αμερικανοί ψήφισαν με την τσέπη και πρόκριναν τον ανεξέλεγκτο Τραμπ, ενώ οι Γερμανοί και οι Γάλλοι φαίνεται ότι ψηφίζουν περισσότερο με τον φόβο των μεταναστών παρά με το πορτοφόλι τους και γι’ αυτό γέρνουν ακροδεξιά.
Βεβαίως, στην παρούσα συγκυρία εν Ελλάδι, ένα εκλογικό αξίωμα σαν αυτό θα βόλευε υπερβολικά την κυβέρνηση μας. Πολύ θα ήθελε ο κ. Μητσοτάκης, όταν οι Έλληνες βρεθούν μπροστά στην κάλπη, να θεωρήσουν σημαντικότερη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας από την κατάσταση της ελληνικής δικαιοσύνης ή να δώσουν μεγαλύτερη σημασία στις αυξήσεις μισθών και συντάξεων που θα τους χορηγήσει παρά στις αμφιβολίες που έχουν σχετικά με τα Τέμπη.
Η αλήθεια είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης βρίσκεται σε μια σπάνια για πρωθυπουργό θέση. Έχει περίσσευμα χρημάτων να μοιράσει. Πρόκειται για επίτευγμα της δικής του διακυβέρνησης, καθώς πέτυχε εκεί που είχαν αποτύχει όλες οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις της χώρας. Στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Το τεκμαρτό των ελεύθερων επαγγελματιών που τόσο επικρίθηκε, αλλά κυρίως η σύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα pos, γέμισαν ξάφνου τα κρατικά ταμεία με δισεκατομμύρια ευρώ.
Επίσης, ο πολύ ψηλότερος ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη, του επιτρέπει να προχωρήσει σε πολιτικές αναδιανομής στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Μια απ’ αυτές είναι η ραγδαία αύξηση του κατώτατου μισθού τα τελευταία χρόνια, που μαζί με αυτήν που ανακοινώθηκε μεσοβδόμαδα φάνει αθροιστικά στο 35,4% από το 2019. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι σε σύγκριση με τις προ πενταετίας αποδοχές, ο εργαζόμενος παίρνει σχεδόν πέντε μισθούς παραπάνω τον χρόνο απ’ αυτούς που έπαιρνε το 2019. Μπορεί ο μέσος Έλληνας να μην είναι ποτέ ικανοποιημένος από τις αυξήσεις που παίρνει και πάντα να θεωρεί ότι είναι χαμηλότερες του πληθωρισμού και υποδεέστερες της ακρίβειας που τον κατατρύχει, όμως αν θυμηθούμε ότι είχαν να δοθούν αυξήσεις σχεδόν μια δεκαπενταετία, η εικόνα αλλάζει.
Για την ολοκλήρωση της εικόνας, υπενθυμίζω ότι στις τελευταίες εκλογές ο Μητσοτάκης είχε υποσχεθεί κατώτατο μισθό 950 ευρώ το 2027 και μέσο μισθό 1500 ευρώ. Με τα 880 που πήγε προχθές ο κατώτατος, ο μέσος μισθός φθάνει περίπου σα 1450 ευρώ. Οπότε ο πρωθυπουργός μπορεί να επαίρεται πως δεν βρίσκεται απλώς μέσα στα νούμερα που είχε υποσχεθεί, αλλά ότι μέχρι το 2027 είναι σφόδρα πιθανό να τα ξεπεράσει. Βεβαίως, έχει απέναντι του μια αντιπολίτευση που φωνάζει για λαϊκή φτώχεια και μια κοινωνία που διαμαρτύρεται για αφόρητη ακρίβεια, όμως όσα κι αν είχε μοιράσει, είναι πολύ αμφίβολο ότι θα άκουγε κάποιο καλό λόγο.
Για να ολοκληρώσω αυτή την πτυχή, αναφέρω ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού αφορά 575.000 υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα, συμπαρασύρει για πρώτη φορά και τους δημοσίους υπαλλήλους, αφορά όσους παίρνουν επιδόματα (ανεργίας, οικογενειακό, γάμου, μητρότητας) και προφανώς συμπαρασύρει και τον μέσο μισθό. Για να έχουμε όμως πληρέστερη εικόνα, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η πάταξη της φοροδιαφυγής που γέμισε τα κρατικά ταμεία δεν έχει σχέση με το ζήτημα του μισθού. Η αύξηση του μισθού συνδέεται με την καλή κατάσταση της οικονομίας συνολικά, διότι αν τα πράγματα πήγαιναν άσχημα, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις δεν θα είχαν την δυνατότητα να πληρώσουν αυξήσεις ανεξαρτήτως κυβερνητικών αποφάσεων και εντολών. Το 6,3% που δόθηκε την περασμένη Τετάρτη δεν είναι διόλου αμελητέο για μια επιχείρηση με πολλούς εργαζόμενους και μόνο αν το οικονομικό περιβάλλον είναι ευνοϊκό μπορεί να ανταποκριθεί ένας μικρομεσαίος εργοδότης.
Τα περίπου 4 δις που έχουν συγκεντρωθεί από την πάταξη τα φοροδιαφυγής, δεν μπορούν να διοχετευτούν σε αυξήσεις μισθών και συντάξεων επί του συνόλου των εργαζομένων, θα ήταν μόνο εφικτή μια αύξηση αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων. Θα μπορούσαν επίσης να μεταβληθούν σε έκτακτα επιδόματα, μόνο που η κυβέρνηση δεν φαίνεται να έχει αυτή την φιλοσοφία επί του παρόντος. Στην πολιτική όλα αλλάζουν βέβαια, αλλά ο πιο πιθανό είναι να δούμε κι άλλες μειώσεις άμεσων φόρων και εισφορών, καθώς αυτό λειτουργεί αναπτυξιακά για το σύνολο τα οικονομίας και αποτελεί κίνητρο για νέες επενδύσεις.
Στα πλαίσια αυτά έχει ξεκινήσει και μια συζήτηση για τον περίφημο δέκατο τρίτο και δέκατο τέταρτο μισθό στο δημόσιο, που όμως επί του παρόντος θεωρείται απίθανο να αποφασιστεί. Ασφαλώς οι συνδικαλιστικές οργανώσεις το ζητούν και τα κόμματα της αντιπολίτευσης τον απαιτούν και τον υπόσχονται, όμως η κοστολόγηση ενός τέτοιου μέτρου δείχνει να είναι πέραν των δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας. Το ίδιο λέει και η Τράπεζα της Ελλάδας, ενώ δεν είναι διόλου βέβαιο ότι ο διαμοιρασμός ενός τόσο τεράστιου ποσού και η διοχέτευση του στην κατανάλωση (κυρίως σε εισαγόμενα) είναι αυτό που χρειάζεται η οικονομία της χώρας σήμερα.
Όμως η πολιτική είναι υπόθεση συσχετισμών, πολιτικού κόστους, σχεδιασμών επιβίωσης και συχνά παρακινδυνευμένων κινήσεων. Αν επικρατήσει το δόγμα «το πορτοφόλι βγάζει κυβέρνηση» και αν οι δημοσκοπήσεις δείχνουν αδιέξοδο, τότε κανένας δεν πρέπει να αποκλείει την πιθανότητα να δούμε έναν άλλον Μητσοτάκη απ’ αυτόν που ξέρουμε. Έτσι κι αλλιώς έχει να αντιμετωπίσει μια αντιπολίτευση που μοιράζει σε όλους όσα ζητάνε, δίχως να μπαίνει στον κόπο μιας κάποιας κοστολόγησης. Είναι ασφαλώς απίθανο ο Κυριάκος να διακινδυνεύσει την δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας, αδειάζοντας την καρδάρα που ο ίδιος γεμίζει από το 2019, όμως πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα εξαντλήσει όλα τα όρια παροχών που του επιτρέπονται.
Δίπλα σ’ αυτά, υπάρχουν και οι εξελίξεις που αφορούν την ευρωπαϊκή άμυνα, που ενδεχομένως να προσθέσουν στα κρατικά ταμεία κάποια δις που ως σήμερα δεν είχαμε υπολογίσει. Αν οι δαπάνες για την άμυνα αποσυνδεθούν τελικά από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς που υπάρχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε αυτομάτως η κυβέρνηση αποκτά ικανό δημοσιονομικό χώρο για να τον αξιοποιήσει όπως θέλει. Έχουμε ακόμα δρόμο μέχρι να οριστικοποιηθεί και να συγκεκριμενοποιηθεί μια τέτοια απόφαση, προφανώς όμως αυτό θα γίνει πριν το 2027 που είναι για την Ελλάδα η κρίσιμη εκλογική χρονιά.
Φαίνεται λοιπόν ότι η μακροοικονομική συγκυρία είναι υπέρ του Μητσοτάκη, παρά τις διεθνείς οικονομικές αναταράξεις. Το θέμα είναι αν τελικά θα ισχύσει το δόγμα «το πορτοφόλι εκλέγει κυβέρνηση» ή αν θα δούμε κάτι άλλο που θα ορμήσει ως ταύρος σε υαλοπωλείο…