Η περιφερειακή ανάπτυξη είναι το αντικείμενο άρθρου του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάση Κοντογεώργη, το οποίο δημοσιεύεται στην κυριακάτικη «Απογευματινή».
«Παρά τις σημαντικές επιτυχίες που έχει σημειώσει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν εμμένουσες διαχρονικές προκλήσεις που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση», σημειώνει στην εισαγωγή του άρθρου του και συνεχίζει: «Για τον λόγο αυτό, ο Πρωθυπουργός έθεσε ως στόχο κατά την παρουσίαση της Εθνικής Στρατηγικής για την Περιφερειακή και Τοπική Ανάπτυξη τον Αύγουστο του 2024 την “διπλή σύγκλιση”.
Να βελτιώσουμε δηλαδή τη θέση της χώρας σε σύγκριση με τον πυρήνα των κρατών μελών της ΕΕ αλλά και τη θέση των ελληνικών περιφερειών που βρίσκονται διαχρονικά χαμηλά στην ευρωπαϊκή λίστα ανταγωνιστικότητας, με την εξαίρεση της Αττικής, καθώς και να αμβλύνουμε τις ενδοπεριφερειακές ανισότητες που συχνά βλέπουμε σε πολλές περιοχές. Αυτός παραμένει κεντρικός στόχος της κυβέρνησης, γύρω από τον οποίο συνέχονται οι πολιτικές μας στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο και προχωράμε ακόμα πιο εντατικά το επόμενο διάστημα», είναι η δέσμευση του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ.
Και, εξειδικεύοντας στη συνέχεια, «η δουλειά μας περιστρέφεται γύρω από πέντε άξονες προτεραιοτήτων που χρειάζεται να ενισχυθούν για να τονώσουν την περιφερειακή συνοχή και σύγκλιση: (i) υποδομές μεταφορές και εσωτερικές ηλεκτρικές διασυνδέσεις, (ii) χωροταξικός σχεδιασμός (iii) υδατική επάρκεια και ανθεκτικότητα και σύνδεση με πρωτογενή τομέα, (iv) δημογραφικές πολιτικές, στέγαση, δεξιότητες και υγεία και (v) στήριξη μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ενίσχυση των επενδύσεων».
Σύμφωνα με τον Θ. Κοντογεώργη, «η στρατηγική αυτή εγκαινιάζει μια συστηματική μέθοδο συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ κεντρικού κράτους και αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, που υποστηρίζεται από μια συνεχιζόμενη διαδικασία διαβούλευσης. Έχουμε ήδη συστήσει ομάδες εργασίες για κάθε περιφερειακή ενότητα με τη συμμετοχή της Προεδρίας της Κυβέρνησης, της περιφέρειας, των δήμων, των βουλευτών, των επιμελητηρίων, των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων της χώρας, αλλά και των επιστημονικών οργάνων της κυβέρνησης με σκοπό να επεξεργαστούμε και να προτεραιοποιήσουμε ρεαλιστικά τις προτάσεις που έχουν υποβληθεί και τα αποτελέσματα της διαβούλευσης για τον σχεδιασμό και την επικαιροποίηση του τοπικού σχεδίου ανάπτυξης κάθε περιοχής και της πρόσθετης αξίας τους σε εισόδημα, απασχόληση και ποιότητα ζωής. Το σύνολο των τοπικών σχεδίων ανάπτυξης σε όλη την επικράτεια θα αποτελέσει την Εθνική Στρατηγική Περιφερειακής & Τοπικής Ανάπτυξης για την βιώσιμη περιφερειακή ανάπτυξη σε επίπεδο Χώρας».
Εν κατακλείδι, «η συνένωση δυνάμεων και η καλλιέργεια συναντίληψης πάνω σε ένα κοινό σχέδιο δράσης προχωρά σε όλη την Ελλάδα με λεπτομερή δουλειά, δημιουργώντας ένα νέο περιβάλλον προσέγγισης και αυτοδέσμευσης κεντρικής κυβέρνησης, αυτοδιοίκησης και τοπικών κοινωνιών για ισόρροπη ανάπτυξη προς όφελος της ελληνικής περιφέρειας. Η προσέγγιση αυτή, που αναμένεται να ενισχυθεί στο εξής, διασφαλίζει ότι οι αναπτυξιακές πρωτοβουλίες θα έχουν μακροπρόθεσμο ορίζοντα και θα είναι ανθεκτικές στις προκλήσεις του μέλλοντος, από την κλιματική αλλαγή έως τις τεχνολογικές εξελίξεις που αλλάζουν τις ζωές μας», καταλήγει.