Δημοσιεύτηκε στην ψηφιακή εφημερίδα Ipaper
του Δημήτρη Κυριακόπουλου
Η βελτίωση της κατάστασης στην ελληνική αγορά εργασίας συνεχίστηκε και στις αρχές του 2025, με το ποσοστό ανεργίας και τον αριθμό των ανέργων να βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων πολλών ετών. Έτσι, το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας τον Ιανουάριο ανήλθε σε 8,7%.
Οι προοπτικές αύξησης της απασχόλησης στη χώρα είναι θετικές και για τη συνέχεια, όπως προκύπτει από την τελευταία έρευνα του ManpowerGroup. Σύμφωνα με την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 525 Έλληνες εργοδότες, οι προσδοκίες απασχόλησης ανέρχονται σε 7% το β’ τρίμηνο του 2025. Παρά το γεγονός ότι οι προοπτικές μειώθηκαν κατά 5 μονάδες από το προηγούμενο τρίμηνο, παρέμειναν αμετάβλητες σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις σε 6 από τους 9 κλάδους αναμένουν βελτίωση των επιπέδων στελέχωσης κατά το προσεχές τρίμηνο, ενώ δύο κλάδοι αποτυπώνουν συρρίκνωση και ένας δεν αναμένει καμία μεταβολή.
Ο πιο ανταγωνιστικός κλάδος στην Ελλάδα είναι τα καταναλωτικά αγαθά και οι υπηρεσίες, με τις προοπτικές απασχόλησης να φτάνουν στο 25%. Αυτό το τρίμηνο αποτυπώνεται ο υψηλότερος δείκτης που καταγράφεται στον ελληνικό κλάδο των καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών από τότε που ξεκίνησε η έρευνα το β’ τρίμηνο του 2008.
Ακολουθεί ο κλάδος της πληροφορικής (24%). Οι προθέσεις προσλήψεων στον κλάδο αυξήθηκαν κατά 13% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ μειώθηκαν κατά 19 μονάδες έναντι του αντίστοιχου περσινού διαστήματος.
Έπεται ο κλάδος της υγείας και των βιο-επιστημών με δείκτη 19%, αυξημένο κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του προηγούμενου τριμήνου και κατά δύο μονάδες σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας προοπτικών απασχόλησης ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Χαράλαμπος Καζαντζίδης δήλωσε: «Παρά τη γενικότερη οικονομική ανάπτυξη και τη μείωση της ανεργίας στην Ελλάδα, οι προσδοκίες προσλήψεων παραμένουν συγκρατημένες. Από την άλλη πλευρά, παρατηρούμε ιδιαίτερη δυναμική στον κλάδο των καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών, όπου οι προοπτικές απασχόλησης φτάνουν το 25%, καταγράφοντας ιστορικό υψηλό από το 2008».
Στο 10,1% η ανεργία το 2024
Σύμφωνα με την Έρευνα Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, στο σύνολο του 2024 το μη εποχικά προσαρμοσμένο ποσοστό ανεργίας περιορίστηκε στο 10,1% του εργατικού δυναμικού, από 11,1% το 2023. Ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά 42,0 χιλ. (στους 479,8 χιλ.) ενώ ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε κατά 82,5 χιλ. (στους 4.276,0 χιλ.). Κατά συνέπεια το σύνολο του εργατικού δυναμικού αυξήθηκε κατά 40,5 χιλ. άτομα στα 4.755,8 χιλ. (από τα 4.715,3 χιλ.), αλλά συγκριτικά με το 2009 (έτος που παρουσίασε το μεγαλύτερο μέγεθός του, 5.040,7 χιλ.) είναι συρρικνωμένο κατά 285,0 χιλ. άτομα.
Όπως αναφέρει σε ανάλυσή της η Eurobank η συγκεκριμένη εικόνα αντικατοπτρίζει την επίδραση της γήρανσης και της μετακίνησης πληθυσμού στο εξωτερικό (brain drain). Παράλληλα, σημειώνεται ότι το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας (δηλαδή ο λόγος του εργατικού δυναμικού προς τον πληθυσμό) αυξήθηκε στο 52,8%, που είναι το υψηλότερο από το 2010 (53,5%), αλλά παραμένει από τα χαμηλότερα στην ΕΕ-27.
Με βάση το φύλο, η πτώση του ποσοστού ανεργίας ήταν ισχυρότερη στις γυναίκες (-1,6 π.μ.) συγκριτικά με τους άνδρες (-0,5 π.μ.), αλλά παραμένει υψηλότερο στις πρώτες (12,8% το 2024) σε σχέση με τους δεύτερους (8,0% το 2024). Σημειώνεται ότι μετά το 2018, η διαφορά στα ποσοστά ανεργίας μεταξύ των δύο φύλων ακολουθεί πτωτική πορεία.
Σε σχέση με το επίπεδο εκπαίδευσης, η ισχυρότερη μείωση εντοπίζεται στα άτομα με απολυτήριο λυκείου (-1,5 π.μ., στο 11,1%) και στα άτομα με απολυτήριο γυμνασίου (-1,3 π.μ., στο 10,4%).
Σχετικά με την κλαδική διάσταση της απασχόλησης, σε εννέα κλάδους μειώθηκε και στους υπόλοιπους 12 αυξήθηκε. Η άνοδος της απασχόλησης το 2024 οφείλεται στην αύξηση της κυρίως στους κλάδους:
- Επαγγελματικών, επιστημονικών και τεχνικών δραστηριοτήτων (+20,9 χιλ., στους 283,4 χιλ.),
- Κατασκευών (+19,9 χιλ., στους 185,8 χιλ.),
- Χονδρικού-λιανικού εμπορίου (+19,9 χιλ., στους 714,1 χιλ.),
- Δραστηριοτήτων υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης (+18,4 χιλ., στους 401,0 χιλ.),
- Μεταφοράς-αποθήκευσης (+16,2 χιλ., στους 240,7 χιλ. απασχολούμενους).
Οι αδυναμίες της αγοράς εργασίας
Πάντως, η ανάλυση της Eurobank εντοπίζει και τις αδυναμίες της αγοράς εργασίας:
«Η ενίσχυση της απασχόλησης συνεχίζει να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε κλάδους μη διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών ή/και σε κλάδους που είναι διεθνώς εμπορεύσιμοι αλλά σχετικά χαμηλής προστιθέμενης αξίας και εξειδίκευσης. Επιπρόσθετα, το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ-27 ενώ αυτό των γυναικών και των νέων παραμένει αρκετά χαμηλότερο συγκριτικά με το εθνικό ποσοστό. Κατά συνέπεια είναι αναγκαία η ενίσχυση κλάδων με διεθνώς εμπορεύσιμη παραγωγή που χαρακτηρίζονται από υψηλή εξειδίκευση και παράγουν προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας καθώς μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση του εξωτερικού ισοζυγίου της οικονομίας.
Επιπλέον, είναι απαραίτητο να αυξηθεί η συμμετοχή των γυναικών και των νέων στην αγορά εργασίας καθώς θα συμβάλει θετικά στον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας αντισταθμίζοντας σε κάποιο τουλάχιστον βαθμό τις επιπτώσεις στο ΑΕΠ από τη μείωση του πληθυσμού που βρίσκεται σε εξέλιξη και από το υψηλό επενδυτικό κενό που παρουσιάζει η οικονομία το οποίο θα χρειαστεί ακόμη χρόνο για να καλυφθεί».