Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
Γράφει ο ποιητής, θεατρολόγος, μεταφρασεολόγος και κριτικός Κωνσταντίνος Μπούρας
Εάν έμειναν στην αιωνιότητα τα αρχαία ποιητικά δράματα είναι γιατί ασχολήθηκαν με την ελάχιστη κοινωνική μονάδα, την «πόλη-κράτος» και τα απαραίτητα όρια τής ατομικής διονυσιακής ελευθερίας έτσι ώστε να μην φτάσουμε στην υπερβολή, που οδηγεί πάντοτε σε καταστροφές κάθε είδους.
Το «εγώ» και το «εμείς» σε συνδημιουργική συνεργασία και σε καμία περίπτωση σε ασύμφορη μετωπική αντιπαράθεση. «Πόλις εστί νόμω». Ηθική και Αισθητική συνδέθηκαν από τον Αριστοτέλη ως αναπόσπαστοι πόλοι σε έναν αξεδιάλυτο ισχυρό ηλεκτρομαγνήτη. Βεβαίως, η αρχαία Δημοκρατία αστόχησε με την θανατική καταδίκη τού Σωκράτη, την αυτοεξορία και τον μαρτυρικό θάνατο των δύο μέγιστων τραγικών ποιητών Αισχύλου και Ευριπίδη και πολλών άλλων. Εδώ ταιριάζει τέλεια το ρητό «εν αμίλλαις πονηραίς αθλιότερος ο νικήσας!!!».
Ο αριβισμός δεν είναι μετανεωτερική επινόηση. Σήμερα όμως, με τις τεχνολογικές δυνατότητες, με την ρομποτική Τεχνητή Νοημοσύνη, με το αμφίστομο εργαλείο τής Διαφήμισης μέσω Πληροφορικής και Κυβερνητικής, τα fake news συναγωνίζονται – σε καταναλωτική επιτυχία – βραχύβια «μίας χρήσεως» προϊόντα υποκουλτούρας, που δημιουργούν θλιβερούς σταρ κι αναβιβάζουν επίχρυσες μετριότητες στην κορυφή τής πυραμίδας ενός πνευματικού Χρηματιστηρίου Αξιών γεμάτου φούσκες, παπαγαλάκια και άλλα παρασιτικά είδη.
Ο εξ αντιθέτου νεοφασισμός τής λεγομένης «πολιτικής ορθότητας» απαγόρευσε τη χρήση λέξεων όπως «ταλέντο», «έμπνευση», “poeta vates”…
Είναι επιτακτική η ανάγκη επιστροφής στον Ορθό Λόγο. Καλός ο σουρεαλισμός ως τάση φυγής, καλό και το «θέατρο τού παραλόγου» ως ποιητική διαμαρτυρία, όταν οχυρωνόμαστε όμως πίσω από το Μοντέρνο, το Μεταμοντέρνο, το μετά το Μεταμοντέρνο με αποκλειστική ιδιοτελή πρόθεση να κρύψουμε την προχειρότητα, την επιπολαιότητα, τη χαοτική έλλειψη κοινωφελούς στόχου και προοπτικής, τότε τα πράγματα γίνονται πλέον πολύ σοβαρά και χρήζουν επιστημονικής και πλατιάς λαϊκής συζητήσεως έτσι ώστε να επιτευχθεί μία γόνιμη ζύμωση που επηρεάσει συνδημιουργικά το
αναγεννησιακό μέλλον τού Πανανθρώπινου Πολιτισμού.
Το λειτούργημα τής Κριτικής καθίσταται σήμερα περισσότερο ηρωικό παρά ποτέ, όσο δονκιχωτικό κι αν φαντάζει στα μάτια των στυγνών τεχνοκρατών.
Δεν έγινε ποτέ καμία ανακάλυψη εάν κάποιος «Ποιητής» δεν την είχε οραματιστεί προηγουμένως (παραφράζοντας την διάσημη ρήση τού Πατέρα τής Ψυχανάλυσης).
Το «Περί Ύψους» του Λογγίνου πρέπει να επανέλθει στο προσκήνιο. Τα γραπτά τού άρτι μεταστάντος Χρήστου Γιανναρά πρέπει να μελετηθούν αναλυτικά μακριά από μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Πρέπει να διαφυλαχθεί θεσμικά και να αξιοποιηθεί πρακτικά η πλαστικότητα τής ελληνικής γλώσσας
να εκφράζει λεπτές καινοφανείς ιδεολογικές και αισθητικές αποχρώσεις (και μέσα από την άπειρη ελευθερία εισαγωγής νεολογισμών που σημαίνουν κάτι). Βεβαίως, η Ποίηση διεθνώς έχει καταντήσει μεταποίηση, παραποίηση, εαυτισμός και οι διάφοροι «ματαιοκάματοι» [δικής μου κοπής αυτός ο
νεολογισμός] διαγκωνίζονται γύρω από τις διάφορες παραεξουσίες προκειμένου να προσκομίσουν άμεσα οικονομικά οφέλη που θα θρέψουν έτι περαιτέρω τον υπέρογκο «εγω-τ-ισμό» και την παθολογική, υπεραναπληρωματική ματαιοδοξία τους.
Όμως το θέμα, για όλους τους εχέφρονες πνευματικούς εργάτες, δεν είναι «να είσαι ο πρώτος στην Κόλαση αλλά ο τελευταίος στον Παράδεισο». Αλλιώς κάθε ατομικιστική υπέρβαση τού μέτρου καθιστά το άτομο «μίασμα» για την Παγκόσμια Πόλη των Ιδεών. Και τότε κινητοποιείται ο συμπαντικός
μηχανισμός τής Νεμέσεως: Άτη-Ύβρις-Νέμεσις-Τίσις-Καταστροφή.
Επειδή οι οικολογικές ισορροπίες έχουν διασαλευθεί, η Ηθική είναι σε διάσταση (δεν έχει βγει ακόμη το διαζύγιο) από την Αισθητική, την Τέχνη, την Τεχνολογία και την Κοινωνία, καιρός είναι να κρούσουμε τον κώδωνα κινδύνου και να συνδυάσουμε παραγωγικά τις συνδημιουργικές μας ικανότητες και
δεξιότητες προκειμένου να διαρκέσουν τα όποια πολιτιστικά μας επιτεύγματα.
Αλλά ακόμα κι αν μας ξεχάσουν, όπως γράφει ο Τσέχωφ ή ο Σεφέρης (στον «Βασιλιά τής Ασίνης»), ας φύγουμε από αυτόν τον υπέροχο, όμορφο κόσμο με ήσυχη τη συνείδηση πως κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε (κι ό,τι δεν μπορούσαμε κι αυτό το επιχειρήσαμε) για την ευημερία τής Γης και
Σύμπαντος Κόσμου.