Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Ανδρέα Κωνσταντάτου
Στο ΠΑΣΟΚ βλέπουν καλά πια, πως ακόμα και τώρα που η προεκλογική κούρσα βρίσκεται στην αρχή της, «κουνάνε το μαντήλι» στη δεύτερη θέση. Άλλη μια ευκαιρία φαίνεται να περνά μπροστά από τον Νίκο, σαν ταινία τρόμου, καθώς αδυνατεί να την αρπάξει για το ιστορικό κόμμα που προεδρεύει…
Ήδη η ΝΔ ως βασικό της αντίπαλο σε αυτές τις εκλογές, έχρισε τον Κασσελάκη και δεύτερο τον Βελόπουλο που παίρνει από το εκλογικό ποσοστό της 3%.
Το ΠΑΣΟΚ, ο τρίτος κατά σειρά αντίπαλος, δεν δείχνει την ικανότητα να σταθεί απέναντι στον Κασσελάκη και δεν αποτελεί χώρο σημαντικών διαρροών της κυβερνητικής παράταξης.
Έτσι μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, η επιλογή για τη ΝΔ προκειμένου να δημιουργήσει ένα πολιτικό δίπολο στον προεκλογικό αγώνα, ήταν εύκολη. Πάντα στις εκλογές χρειάζεσαι έναν αντίπαλο για να «παίξεις μπάλα», ακόμα κι αν αυτός είναι ο Στέφανος.
Κασσελάκης με «ελαφρά μουσική» και λαϊκισμό
Ο Κασσελάκης μπορεί να μην αποτελεί φόβητρο, όπως ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ εκείνης της εποχής, αλλά διαθέτει την προσωπικότητα να διεισδύσει σε ένα κομμάτι της κοινωνίας που αρέσκεται στην… ελαφρά μουσική της πολιτικής του και στο λαϊκισμό.
Οι ιδέες του, αλληλοσυγκρουόμενες πολλές φορές , φαντάζουν ασύνδετες και ανόητες και ορισμένες επικίνδυνες, αλλά υποβοηθούν τη ΝΔ να βρίσκει επιχειρήματα και να εξαπολύει εναντίον του τα βέλη της. Όμως αυτό, το υπό κατασκευή «δίπολο», ενισχύει και τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, απέναντι στην κοινή γνώμη, ως βασικό αντίπαλο της κυβέρνησης στον επικείμενο προεκλογικό αγώνα.
Το αίτημα του κ Κασσελάκη για εθνικές εκλογές μαζί με τις ευρωεκλογές, συγκρούεται με το στόχο του να πιάσει το 17% τον Ιούνιο. Ποιος πολιτικά σοβαρός ζητά εθνικές εκλογές για να πάρει την εξουσία και βάζει στόχο 17%; Σε αυτό το ερώτημα ούτε οι ίδιοι οι συριζαίοι μπορούν να απαντήσουν, αλλά αυτές οι αντιφάσεις δεν δείχνουν πως προβληματίζουν το 15 – 16% που του δίνουν οι δημοσκοπήσεις.
Για να στηρίξει την αριστερή πολιτική του ταυτότητα, ως ηγέτης των ασθενέστερων στρωμάτων της κοινωνίας, προτείνει μέτρα για την ακρίβεια, στη λογική του «λεφτόδεντρου» του Τσίπρα.
Μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, μηδενισμό του ΦΠΑ σε μια σειρά ευρείας κατανάλωσης τροφίμων και γενική μείωση του ΦΠΑ κατά τρεις μονάδες συνολικού κόστους ετησίως 6,6 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η επιστροφή στην προηγούμενη δεκαετία μοιάζει εφιάλτης για τους Έλληνες, αλλά αυτό δεν ενδιαφέρει τον Κασσελάκη, αρκεί να πιάσει τον στόχο του, το 17% και να παραμείνει στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έως τις προσεχείς εθνικές εκλογές του 2027, χωρίς αμφισβητήσεις, κυρίως από τον προκάτοχό του. Άλλωστε δεν είναι ο πρώτος που υπόσχεται τα πάντα.
Και θα το καταφέρει, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις χρησιμοποιώντας μεγάλες δόσεις λαϊκισμού και προσωπικής γοητείας και προβολής και ελάχιστες δόσεις μεταρρυθμιστικών προτάσεων, που ως γνωστόν επιφέρουν πολιτικό κόστος, κάτι που το ζει τώρα στο «πετσί» της η κυβέρνηση.
Αυτός ο στόχος του, ενισχύεται από τη συγκυρία της χαλαρής ψήφου των ευρωεκλογών, καθώς στην κοινωνία είναι ήδη διάχυτο το κλίμα αποστολής μηνύματος προς την κυβέρνηση.
Η συνεχιζόμενη ακρίβεια, η τραγωδία των Τεμπών, που δεν μπόρεσε η κυβέρνηση, να αντιμετωπίσει με πειστικότητα τις συνωμοσιολογίες του Βελόπουλου στη Βουλή, η εμφανής πια αλαζονεία στελεχών της, ακόμα κι ανάμεσα στους συνεργάτες του πρωθυπουργού στο Μαξίμου, το κόστος του πολιτικού γάμου των ομόφυλων αλλά και το κλίμα ανασφάλειας στους δρόμους της χώρας, αποτελούν μια σοβαρή ατζέντα, η οποία μπορεί να συσπειρώσει ψηφοφόρους για να στείλουν ηχηρό μήνυμα, καθώς δεν έχουν ακόμα πειστεί πως μπορεί να βρεθεί με την ψήφο τους σε κίνδυνο η πορεία της χώρας.
Ο Νίκος βλέπει το «πλοίο» να φεύγει…
Το διαμορφούμενο κλίμα ευνοεί και το ΠΑΣΟΚ, αλλά το κόμμα δείχνει αδυναμία είσπραξης του πολιτικού κόστους της κυβέρνησης. Η χωρίς φαντασία και ευρύτητα πολιτική του ατζέντα, παραμένει εγκλωβισμένη στην εμμονή του αρχηγού του για την υπόθεση των υποκλοπών. Έτσι ο αγώνας για την δεύτερη θέση μετατρέπεται σε αγώνα για την τρίτη θέση και το χάλκινο μετάλλιο. Ένας αγώνας μεταξύ ΠΑΣΟΚ και του συνεχώς ανερχόμενου Βελόπουλου που έχει ρίξει όλα τα λεφτά του στην τραγωδία των Τεμπών, διατηρώντας πάντα ένα ισχυρό ποσοστό στη βόρεια Ελλάδα από την εποχή της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Αν ο κ. Κασσελάκης συγκρούεται μόνος του με τις απόψεις του και το παίζει χαρούμενο παιδί , ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι ο μονίμως θυμωμένος, με όλους και με όλα, αρχηγός.
Σε πρόσφατη συνέντευξη του μίλησε για την «ασυμμετρία» του πολιτικού συστήματος υπονοώντας την πολιτική κυριαρχία της ΝΔ χωρίς να αναφέρει πως αυτή η «ασυμμετρία» είναι αποτέλεσμα της βούλησης του ελληνικού λαού που εκφράστηκε, όχι πριν από μερικά χρόνια αλλά πριν από δέκα μήνες.
Βεβαίως ο κ Ανδρουλάκης θέλει να αλλάξει αυτή την «ασυμμετρία», όπως και ο κ Κασσελάκης. Αλλά πως, αφού φαίνεται πως στις κάλπες των ευρωεκλογών, μέχρι στιγμής, δεν κυνηγά τη ΝΔ αλλά την ουρά του ΣΥΡΙΖΑ;
Η πολιτική στόχευση του ΠΑΣΟΚ διακρίνεται από σύγχυση. Ο αρχηγός του επιχειρεί, μήνες τώρα, να διεισδύσει στον κεντροαριστερό χώρο και να ανοίξει δρόμο επιστροφής των ψηφοφόρων που έχασε από τον ΣΥΡΙΖΑ πριν δέκα χρόνια και την ίδια στιγμή τοποθετεί ως υποψήφιο ευρωβουλευτή του, τον Θ. Ζαγοράκη που απομάκρυνε από τον ευρωψηφοδέλτιο της, η ΝΔ.
Αφήνει στην άκρη τα καθημερινά προβλήματα της κοινωνίας για τα οποία θα έπρεπε να σηκώνει ψηλά τη σημαία του και ακολουθεί τον Βελόπουλο στις θεωρίες του για την υπόθεση των Τεμπών.
Ασχολείται σχεδόν εμμονικά με την υπόθεση των υποκλοπών, που δεν του έχει προσφέρει δύο χρόνια τώρα, πολιτικό όφελος.
Στο τελευταίο επεισόδιο, αυτής της ιστορίας, επισκέφτηκε τον κ. Ράμμο για να πληροφορηθεί τα αίτια της παρακολούθησης του από την ΕΥΠ, γνωρίζοντας πως για να καθαρογραφεί η απόφαση του ΣτΕ, που βγάζει αντισυνταγματικό νόμο που δεν ισχύει σήμερα, χρειάζεται χρόνος ίσως και μήνες. Ερώτημα αποτελεί γιατί δεν κάνει χρήση του σημερινού ισχύοντος νόμου για να μάθει αυτά που θέλει. Η μήπως δεν θέλει;
Οι ευρωεκλογές μπορεί να μην βγάζουν κυβέρνηση, αλλά μπορεί να αλλάξουν το πολιτικό σκηνικό. Να διορθωθεί η «ασυμμετρία» που βλέπει ο κ. Ανδρουλάκης και να διαγραφεί το «άλλοθι του 41%» της κυβέρνησης που ζητά επιμόνως ο κ. Κασσελάκης.
Σε ένα τέτοιο σκηνικό πιθανότατα, θα «φρενάρουν» οι μεταρρυθμίσεις, η κυβέρνηση θα εμφανίζεται πιο άτολμη και φοβική με αποτέλεσμα η χώρα να χάσει την ορμή και τη δυναμική που έχει αποκτήσει κυρίως στην οικονομία. Σε αυτή την περίπτωση υπάρχει ένα μεγάλο ρίσκο για τη χώρα, που τελικά μπορεί να κοστίσει περισσότερο στους ψηφοφόρους, παρά στον Μητσοτάκη.