Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του Γιάννη Καντέλη
Η αύξηση των εισοδημάτων είναι στον πυρήνα της κυβερνητικής πολιτικής και η βασική προεκλογική δέσμευση του Κυριάκου Μητσοτάκη στις εκλογές του 2023. Αν η πρώτη τετραετία, στο οικονομικό πεδίο, ήταν συνυφασμένη με τη μείωση των φόρων, η δεύτερη αφορά την αύξηση των μισθών.
Κοινή παραδοχή στο κυβερνητικό επιτελείο είναι ότι η υλοποίηση της δέσμευσης για κατώτατο μισθό 950 ευρώ και 1500 ευρώ μέσο μισθό στο τέλος της τετραετίας είναι το ισχυρότερο διαβατήριο για την εξασφάλιση μίας τρίτης θητείας.
Η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού που ανακοινώθηκε στο υπουργικό συμβούλιο της Παρασκευής είναι η 4η συνεχόμενη από το 2019 φτάνοντας, πλέον, τα 830 ευρώ από τα 650 που ήταν πέντε χρόνια πριν, μία αύξηση του 20%. Η σύγκλιση των μισθών στα αντίστοιχα ευρωπαϊκά επίπεδα είναι μία δύσκολη ανηφόρα, όμως, συνεργάτες του κ. Μητσοτάκη πιστεύουν ότι μπορεί να επιτευχθεί. Το 2019 ο μέσος μισθός στη χώρα μας ήταν στο 62% του ευρωπαϊκού μέσου όρου και έχει ανέλθει στο 68%. Την απόσταση που χωρίζει τους μισθωτούς της Ελλάδας με πολλές χώρες της Ευρώπης παραδέχεται και το οικονομικό επιτελείο «σε σχέση με την κερδοφορία των επιχειρήσεων που είμαστε στις πρώτες θέσεις, σε ρυθμό αύξησης όχι σε απόλυτο αριθμό». Στα θετικά καταγράφεται το γεγονός ότι σήμερα με τον κατώτατο μισθό αμείβονται περίπου 600.000 μισθωτοί, ενώ μέχρι πριν τρία χρόνια ήταν 900.000, κάτι που σημαίνει ότι αρκετοί εργαζόμενοι έχουν φύγει από τη ζώνη του κατώτατου μισθού.
Εξίσου δεδομένη, όμως, είναι και η ακρίβεια που ροκανίζει τους μισθούς και τις αυξήσεις που δίνονται. Κάτι που δεν αμφισβητούν και στο Μέγαρο Μαξίμου. Ο πληθωρισμός των τελευταίων ετών έχουν επηρεάσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και πέραν των επιδομάτων και των μέτρων που αφορούν στη μείωση των τιμών, κυβερνητικά στελέχη επιμένουν ότι η δομική αντιμετώπιση του λύνεται μόνο μέσα από τη σταθερή και διατηρήσιμη αύξηση των μισθών και του διαθέσιμου εισοδήματος. Οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης των τελευταίων ετών, σε συνδυασμό με τη δυναμική της οικονομίας της χώρας για τα επόμενα χρόνια, όπως αυτή καταγράφεται από διεθνείς οίκους και οργανισμούς, είναι η κινητήριος δύναμη για να συμβεί, όπως εκτιμούν οι ίδιες πηγές. Κύριο αποτέλεσμα της δυναμικής ανάπτυξης είναι η ταχεία αποκλιμάκωση της ανεργίας. Το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας τον Ιανουάριο του 2024 ανήλθε σε 10,4% έναντι 11,3% τον Ιανουάριο του 2023. «Όσο μειώνεται η ανεργία, τόσο μεγαλύτερη η διαπραγματευτική δύναμη του εργαζόμενου και τόσο τελικά και οι επιχειρήσεις αναγκάζονται να αυξήσουν τους μισθούς τους για να προσελκύσουν τους εργαζόμενους που θέλουν», όπως έχει δηλώσει ο κ. Μητσοτάκης. Η πλειοψηφία των εργαζομένων αυτή τη στιγμή βρίσκεται στη ζώνη μεταξύ 1.000 και 3.000 ευρώ.
Τα μεγαλύτερα όπλα για την αύξηση των μισθών είναι η ανάπτυξη και η σταθερότητα της οικονομίας και τα νέα από την εκτέλεση του προϋπολογισμού αποτελούν πολύ θετικά σημάδια. Σύμφωνα με τα στοιχεία, σε τροποποιημένη ταμειακή βάση, για την περίοδο του Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2024, παρουσιάζεται πλεόνασμα στο ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού ύψους 1.437 εκατ. ευρώ έναντι στόχου για πλεόνασμα 101 εκατ. ευρώ που έχει περιληφθεί για το αντίστοιχο διάστημα του 2024 στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2024 και πλεονάσματος 2.308 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2023. Το πρωτογενές αποτέλεσμα σε τροποποιημένη ταμειακή βάση διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα ύψους 3.378 εκατ. ευρώ, έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 1.981 εκατ. ευρώ και πρωτογενούς πλεονάσματος 4.215 εκατ. ευρώ για την ίδια περίοδο το 2023.